Τετάρτη 29 Μαΐου 2013

Τρίτη 29η Μαΐου 1453 ΕΑΛΩ η ΠΟΛΙΣ - Έπεσε η Πόλη, Πάρθηκε η Πόλη Όμως δε ΧΑΘΗΚΕ η ΠΟΛΗ


η Κερκόπορτα στην Κωνσταντινούπολη
Τις τελευταίες ημέρες, σ΄όλη την Ελλάδα κι΄όπου, σ΄όλο τον κόσμο, υπάρχει ζωντανός Ελληνισμός, έγιναν δεκάδες εκδηλώσεις αφιερωμένες στην Πτώση της Κωνσταντινουπόλεως.
     H Bυζαντινή Αυτοκρατορία μέχρι και το ΙΘ΄αιώνα ήταν ένας θολός και μάλλον απωθητικός χώρος, για τους ιστορικούς της προηγμένης Δύσης. Τα χίλια εκατό και πλέον χρόνια της τα θεωρούσαν μεσαιωνικά και την πτώση της Πόλης, ως αρχή της αναγεννήσεως.
     Ακόμη και ο διαφωτισμός και ο ουμανισμός έκαναν ένα τεράστιο άλμα σύνδεσής τους, μέσω Ρώμης, με την αρχαία κλασσική Ελλάδα ως τον Αριστοτέλη και τον Πλάτωνα κι΄αυθαίρετα κι απαξιωτικά παρέγραφαν κι΄όλη την ελληνιστική περίοδο, ως ιστορικό χώρο παρακμής.
     Η ιστορία όμως γράφεται απ' τα γεγονότα και τις συνέπειές τους. Οι ιστορικοί συγγραφείς, όταν δεν είναι συνεπείς στην ιστορική αλήθεια, παραγράφονται. Σήμερα η ιστορική επιστήμη στέκεται με σεβασμό μπροστά στη Βυζαντινή ιστορία κι' εκατοντάδες τόμοι γεμίζουν τις βιβλιοθήκες. Το Βυζάντιο εξακολουθεί να είναι δυσνόητο και πολλές φορές ακατανόητο, αλλά είναι για όλους μεγάλο, σημαντικό, σπουδαίο κι'
οπωσδήποτε μοναδικό. Η άλωση της Κωνσταντίνου-πόλεως απ' τους Τούρκους, σφραγίδα εξάλειψης, ως κράτους, της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας,
θεωρείται και πάλι ορόσημο ιστορικό. Όχι όμως ως στοιχείο παρακμής, αλλά ως ατύχημα ανακοπής πνευματικής προόδου, όλης της περιοχής, που περικλείστηκε και επηρεάστηκε από την ελληνιστική και τη βυζαντινή εποχή.
     Δεν σκοπεύω σήμερα να παρουσιάσω τη Βυζαντινή ιστορία, ούτε να περιγράψω τα γεγονότα της πολιορκίας και αλώσεως της Κωνσταντινουπόλεως. Προσφέρεται γι΄αυτά τεράστια βιβλιογραφία. Από τους συγχρόνους της Φραντζή, Δούκα, Κριτόβουλο κ.α. ως τους Πασπάτη, Ράνσιμαν, Τζερμιά, ακόμη και τον Κορδάτο. Άλλωστε όλοι μας έχουμε ασχοληθεί και έχουμε υπόψη για το Βυζάντιο και την Πόλη.

     Εμείς οι Έλληνες φαινόμαστε κάποτε παράξενοι, γιατί τιμούμε και ίσως γιορτάζουμε ιστορικά γεγονότα καταστροφής. Τιμούμε τις Θερμοπύλες, το Μεσολόγγι, το Κούγκι, το Αρκάδι, τη μάχη των Οχυρών. Ναι. Τιμούμε και Δίκαια γιορτάζουμε. Γιατί αυτές οι καταστροφές είναι θυσίες, προσφορές και θυμιάματα αρετής στο άσβεστο πνεύμα και πάθος της ελευθερίας και της τιμής, που διαιωνίζει την Ελλάδα. Τέτοιο ιστορικό γεγονός είναι η Άλωση της Πόλης.
     Γι΄αυτό θα μου επιτρέψετε να σας μιλήσω για τη δική μου «ΠΟΛΗ» , παίρνοντας από την ιστορία εκείνα τα στοιχεία, αναμφισβήτητα πάντοτε, που την ορίζουν και την περιγράφουν. Η Ιστορία της Κωνσταντινουπόλεως, είναι η Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Η Βυζαντινή είναι η Αυτοκρατορία της Κωνσταντινουπόλεως, όπως η Ρωμαϊκή της Ρώμης, μόνο που η Ρώμη δημιούργησε μια κυριαρχία, που απαιτούσε Αυτοκρατορία για να διοικηθεί και η Ρώμη δεν μπορούσε να ανεχθεί Αυτοκράτορα και Αυτοκράτορες που δεν χωρούσαν στη Ρώμη.

   
H επιγραφή της κερκόπορτας στα Τούρκικα 
  Στον ιστορικό κόσμο, από τον Τρωϊκό Πόλεμο, μέχρι τις ανακαλύψεις των νέων δρόμων και νέων χωρών, είναι καταλυτική η γεωπολιτική και γεωστρατηγική αξία του Αιγαίου και των εδαφών, που το περιβάλουν ως δακτύλιος. Τούτον τον εδαφικό δακτύλιο τον ονομάζω Αυτοκρατορικό. Όποιος στην αναφερθείσα ιστορική περίοδο τον κατείχε, αυτομάτως αποκτούσε την κυριαρχία, επί του γνωστού τότε κόσμου. Αυτόν επιχείρησαν να κατακτήσουν οι Πέρσες. Αυτόν κατείχαν οι διασπασμένοι Έλληνες. Αυτόν κατέκτησε ο Αλέξανδρος και κυριάρχησε. Για την κυριαρχία του αγωνίστηκαν οι επίγονοι. Αυτόν κατέκτησε η Ρώμη. Σ΄αυτόν στηρίχθηκε για 1000 χρόνια το Βυζάντιο. Αυτόν επιχείρησαν να καταλάβουν οι Φράγκοι Σταυροφόροι, αλλά διέσπασαν την ενότητά του. Αυτόν δεν μπόρεσε να συνενώσει το Βυζάντιο στα τελευταία του. Και τελικώς αυτόν κατάκτησαν οι Οθωμανοί και έστησαν την αυτοκρατορία τους.

     Η Ρώμη λοιπόν, όταν κατέκτησε αυτόν τον δακτύλιο, μοιραία κυριάρχησε στην περιοχή, που τον περιβάλλει και έγινε αυτοκρατορία. Μια αυτοκρατορία όμως δεν κυβερνιέται με Υπάτους και Συγκλητικούς απεσταλμένους της μνησίκακης και εκδικητικής Ρώμης.

     Ίσως πρέπει κάποτε αναλυτικά να ασχοληθούμε με την προβολή της ζηλοφθονίας, της μοχθηρίας, μνησικακίας και εκδικητικού πάθους της Ρώμης, για να κατανοήσουμε πολλά από τα παληά, αλλά και από τα σημερινά. Αφού Ρώμη είναι η δύναμη πέρα από την Αδριατική. Εδώ μνημονεύω μόνο, πως για να γράψει ο Βιργίλιος την Αινειάδα, αυτόν τον πλαστό μύθο, χρειάστηκε η Ρώμη να καταστρέψει την μητέρα της Άλμπα Λόγκα, την Καρχηδόνα και τελικά την Κόρινθο. Πόλεις, που τα ιερατικά τους αρχεία, διέψευδαν το παραμύθι της Αινειάδας.
     Πρώτος είδε το ασυμβίβαστο ο Καίσαρ, μετά το πέρασμα του Ρουβίκωνα. Κάποια στιγμή σκέφθηκε την Αλεξάνδρεια. Στη συνέχεια ο Αύγουστος, όταν έγινε Αυτοκράτωρ, έριξε τη ματιά του στην Τροία. Ο Τιβέριος απομονώθηκε στο Κάπρι, Κανείς όμως δεν είδε ή δεν τόλμησε να υποστηρίξει φανερά, πως η Ρώμη δεν ταίριαζε για πρωτεύουσα Αυτοκράτορα.

     Αυτό το ασύμβατο οδήγησε σε Αυτοκράτορες, Στρατηγούς ή κληρονόμους τους, που τους προστάτευαν οι Πραιτωριανοί και τελικά σε Αυτοκράτορες, φαύλους και ανδρείκελα, που επέβαλαν οι Πραιτωριανοί. Ο Διοκλητιανός και οι διάδοχοί του κυβερνούσαν, απ΄όπου στάθμευαν. Θεσσαλονίκη, Μεδιόλανο, Νικομήδεια, Παρίσι. Η λογική της τετραρχίας οδήγησε σε ανελέητες συγκρούσεις Αυγούστων και Καισάρων και σε ακραίες πράξεις πατροκτονίας, αδελφοκτονίας και παιδοκτονίας. Δύο αψίδες θριαμβικές αποκαλύπτουν το μέγα πρόβλημα. Στη Θεσσαλονίκη υψώνεται του Γαλερίου η Καμάρα για την Αυτοκρατορική νίκη κατά των Περσών του 297-98. Στη Ρώμη στήνεται το 315 η αψίδα του Κωνσταντίνου, για τη συντριβή του Μαξεντίου στη Μιλβία γέφυρα το 312. Μια περιφερειακή πόλη τιμά την αυτοκρατορική νίκη. Η πρωτεύουσα τιμά την επικράτηση στην εμφύλια σύγκρουση. Ο Κωνσταντίνος, οδηγημένος από το όραμα της παραμονής της μάχης της Μιλβίας, δρα ως μοιραίος αναδημιουργός της Αυτοκρατορίας. Το ίδιο το όραμα δίνει το περιεχόμενο. Ο Σταυρός του Χριστού και η ΕΛΛΗΝΙΚΑ γραμμένη Θεία παραίνεση και υπόσχεση ΕΝ ΤΟΥΤΩ ΝΙΚΑ. Από αυτή τη στιγμή, όλα οδηγούν εκεί που δυναμικά υπάρχουν Χριστιανοί, εκεί που η Ελληνική γλώσσα και οι παραδόσεις κυριαρχούν.

     Το 313 με το Διάταγμα του Μεδιολάνου επιβάλλεται ανεξιθρησκεία. Η διεκδίκηση της μονοκρατορίας και η έλξη του αυτοκρατορικού δακτυλίου, οδηγούν στη ρήξη και τη σύγκρουση με το Λικίνιο και κατευθύνουν τον Κωνσταντίνο προς τη Νέα Ρώμη. Το 324 συγκρούεται με τον Λικίνιο στη Χρυσούπολη και την Ανδριανούπολη, τον νικά, τον συλλαμβάνει, τον εξορίζει και καταλαμβάνει το Βυζάντιο, παρηκμασμένο και μισοκαταστραμμένο. Αναζητεί τη θέση της Νέας Ρώμης Ναϊσός, Σαρδική, Θεσσαλονίκη, Νικομήδεια, εξετάζονται. Προτιμάει την Τροία. Σχεδιάζει τη Νέα Ρώμη, και αρχίζουν οι εργασίας. Όμως για το Βυζάντιο ο Ηρόδοτος γράφει, πως όταν ο Πέρσης Μεγάβαζος έφθασε στο Βυζάντιο αποκάλεσε τους Χαλκηδονίους Τυφλούς, αφού δεν είδαν την υπεροχή της θέσεως του Βυζαντίου. Αργότερα αναφέρθηκε πως το Μαντείο των Δελφών χρησμοδότησε στη δεύτερη αποικιακή αποστολή των Μεγαρέων. «Εγκατασταθείτε απέναντι απ΄την πόλη των τυφλών».

     Η παράδοση αναφέρει ότι νέο όραμα οδήγησε τον Κωνσταντίνο στο Βυζάντιο. Ίσως απλά άνοιξε τα μάτια του. Έτσι στο τέλος του 324, με ένα ακόντιο στο χέρι, χάραξε τα όρια και το σχέδιο της Νέας Ρώμης, της Κωνσταντίνου-πόλεως, της βασιλεύουσας απλά της ΠΟΛΗΣ, απείκασμα της πρεσβυτέρας Ρώμης, με επτά λόφους, δεκατέσσερα διαμερίσματα, Ιππόδρομο, Παλάτιον. Η νέα πρωτεύουσα στολίστηκε με συμβολικά ελληνικά καλλιτεχνήματα.
     Ο Δίας της Δωδώνης, ο Τρίπους των Πλαταιών απ΄τους Δελφούς, οι Ελικωνιάδες Μούσες, ο Πύθιος Απόλλων και ο Τρίπους της Πυθίας, το Παλλάδιο Ξόανο της Ρώμης, κλεμμένο απ΄τον ίδιο τον Κωνσταντίνο, ο Ήλιος Απόλλων της Τροίας, που η κεφαλή του αντικαταστάθηκε με του Κωνσταντίνου και ονομάσθηκε Ανθήλιος.
     Όμως από την πρώτη στιγμή αφιερώθηκε στην Αγία Τριάδα. Ο Κωνσταντίνος θεμελίωσε τους Ναούς της Αγίας του Θεού Σοφίας, της Αγίας Ειρήνης και της Αγίας Τριάδος. Αυτό το Ναό τον αφιέρωσε μετά στους Αγίους Αποστόλους, όπου τοποθετήθηκαν δώδεκα κενοτάφια και ο τάφος ο δικός του, ως δεκάτου τρίτου Ισαποστόλου. Αυτός ο Ναός ορίστηκε ως χώρος ταφής των Αυτοκρατόρων.

     Στις 11 Μαίου του 330 εγκαινιάστηκε η νέα πρωτεύουσα, η Νέα Ρώμη, η Κωνσταντίνου-πόλις, η πόλη των Ελλήνων, η Θεοφύλακτη και Θεοσκέπαστη.
     Στις 21 Μαίου του 337, στη Νικομήδεια, ο Κωνσταντίνος βαπτισμένος, εξομολογηθείς και φέρων μόνον τον λευκόν του κατηχουμένου ιματισμόν, απέθανε. Η ιστορία τον ονόμασε «Μέγα», η Εκκλησία Άγιον Ισαπόστολον. Η πόλη του και μαζί της η Αυτοκρατορία της, έφτασε στα 1453. Η κρίση του ή αν θέλετε τα οράματά του δικαιώθηκαν και τελικά τον δικαίωσαν.

     Η «πόλις» του Κωνσταντίνου είναι δημιούργημα ανθρώπινο, για πραγματικές ανάγκες των ανθρώπων. Τολμώ να ισχυρισθώ ότι πρόλαβε την ιστορία και την οδήγησε. Μάζεψε και φύλαξε για 1000 χρόνια, ότι, τα προηγούμενα 1000 χρόνια, είχε κερδίσει σε πρόοδο η ανθρωπότητα. Συνέθεσε και συγκέρασε τα δώρα της Θείας Αποκαλύψεως του Χριστιανισμού και τα πνευματικά και πολιτιστικά επιτεύγματα του Ελληνισμού. Ο Ελληνισμός προσέφερε στο Χριστιανισμό τη γλώσσα του. Η σαφήνεια, η ακρίβεια των εννοιών της, ο πλούτος και η λεπτότης των εκφράσεων και η ομορφιά των ποιητικών δυνατοτήτων της, έδωσε τη δυνατότητα να διατυπωθεί το Δόγμα, να διδαχθεί η Θρησκεία, να υμνηθεί η πίστη. Ο Χριστιανισμός από την πλευρά του διέσωσε τη γλώσσα, διαφύλαξε όσα σ΄αυτήν είχαν εκφρασθεί, τη διέδωσε σ΄όσους προσήλκυσε και τα διέσωσε για τους νεώτερους.

     Η ιστορία της Κωνσταντινουπόλεως και μαζί της της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας αποτελεί φαινόμενο διαρκείας, μεγαλείου και συνθέσεως Χριστιανισμού και Ελληνισμού.
     Αυτή η σύνθεση του επέτρεψε να αντιμετωπίσει εχθρούς επιδρομείς από Βορρά, Νότο και Ανατολή. Πολλούς απώθησε, άλλους υπέταξε, άλλους ενσωμάτωσε. Σε όλους όμως προσέφερε πολιτισμό, το Χριστιανισμό, πρότυπο κρατικής οργάνωσης και ένταξης στην ιστορία.
     Συγχρόνως αποκρούοντας κυρίως την Ισλαμική επιδρομή, έδωσε χρόνο και χώρο στην Κεντρική και Δυτική Ευρώπη να ισχυροποιηθεί, να αφομοιώσει το Χριστιανισμό, να συγκροτηθεί σε κρατικές υποστάσεις, που είχαν το Βυζάντιο ως πρότυπο και τελικώς να γίνουν κράτη πολιτισμένα και με προοπτική.

     Σ΄αυτές τις σχέσεις με τους Δυτικούς τους Φράγγους ή Λατίνους, όπως τους ονόμαζαν οι Βυζαντινοί, πέρασε το πνεύμα της διαφοράς της Νέας και της Πρεσβυτέρας Ρώμης. Η Κωνσταντινούπολη είχε Αυτοκράτορα Ισαπόστολο, κεφαλή κράτους και Εκκλησίας. Αυτός επικύρωνε την ανάδειξη του Πατριάρχη και μέχρι τον Θ΄ αιώνα και του Πάπα. Η Ρώμη είχε Πάπα, ο οποίος από τον Θ΄αιώνα απέσεισε την Αυτοκρατορική επικύρωση και έκτοτε έστεφε Αυτοκράτορες στη Δύση, οι  οποίοι δεν επικυριαρχούσαν στη Ρώμη. Οι Πατριάρχες της Κωνσταντινουπόλεως, μπορεί να υπέκειντο του Αυτοκράτορα, όμως από τον Ι΄αιώνα, με τον προσηλυτισμό των Σλαύων, απέκτησαν πνευματική επικράτεια έξω από τη Βυζαντινή κυριαρχία. Και εκεί ήρθαν σε σύγκρουση με τη Δυτική Εκκλησία. Με την παρεμβολή των Δογματικών διαφορών, δημιουργήθηκε ένταση μεταξύ των Εκκλησιών. Η αδυναμία της κεφαλής της Ορθοδοξίας, του Αυτοκράτορα, να επιβάλλει το δογματικό δίκαιό της, με τη σύγκλιση μιας Οικουμενικής Συνόδου, όπως στο παρελθόν, εξέθρεψε την Παπική αλαζονεία. Συγχρόνως όμως οι Αυτοκράτορες, διαβλέποντες τις απειλές της Ανατολής και την ισχυροποίηση της Δύσης, δεν διενοούντο ένα θρησκευτικό πόλεμο, για την επιβολή του ορθού δόγματος και προσπαθούσαν να συμβιβάσουν τα πράγματα.

     Έτσι οδηγηθήκαμε στο Σχίσμα. Αυτό που δεν μπορούσαν ή δεν ήθελαν οι Αυτοκράτορες του Βυζαντίου, δεν απέτρεψε τους πνευματικούς υπηκόους του Πάπα να το εφαρμόσουν προς το Βυζάντιο, όταν η εξασθένηση του Βυζαντίου οδήγησε στις Σταυροφορίες. Οι Άγγελοι Αυτοκράτορες, σημάδι παρακμής, μέλωναν μεταξύ τους. Κατέλαβαν την πόλη διώχνοντας τον ΑΛΕΞΙΟ Γ΄και ανακήρυξαν συναυτοκράτορα τον ΑΛΕΞΙΟ Δ΄μαζί με τον πατέρα του. Όμως αυτός όφειλε να πληρώσει ότι είχε υποσχεθεί και να μετάσχει στη Σταυροφορία. Ήταν αδύνατο να είναι συνεπής. Ο λαός θεώρησε προδότες πατέρα και γιό, επαναστάτησε, τους καθήρεσε και ανακήρυξε Αυτοκράτορα τον Αλέξιο Δούκα Μούρτζουφλο ως ΑΛΕΞΙΟ Ε΄. Αυτός ανήκε στο Εθνικό Κόμμα εχθρικό προς τους Σταυροφόρους, φυλάκισε τον ΙΣΑΑΚΙΟ Β΄και διέταξε το φόνο του ΑΛΕΞΙΟΥ Δ΄. Οι Σταυροφόροι θεώρησαν ότι, απέναντι στο νέο Αυτοκράτορα, δεν έχουν οποιαδήποτε δέσμευση και αποφάσισαν να καταλάβουν την Πόλη και να μοιραστούν τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Είναι καταπληκτικό σε κυνισμό, πολιτική ανωριμότητα και ληστρική νοοτροπία το Συμβόλαιο διανομής των συμμάχων Σταυροφόρων.

     Στις 13 Απριλίου 1204 παρά την επί ημέρες πείσμονα αντίσταση, η Πόλη καταλήφθηκε. Ο Αυτοκράτωρ Αλέξιος Ε΄Μούρτζουφλος διέφυγε. Οι Σταυροφόροι, πιστοί στα έθιμά τους, για τρεις ημέρες επιδόθηκαν σε ένα όργιο λεηλασίας, βίας, ιεροσυλίας και ερημώσεως. Τίποτε δεν έγινε σεβαστό. Εκκλησίες, άγια λείψανα, βιβλιοθήκες, μνημεία τέχνης, ατομική ιδιοκτησία, όλα θεωρήθηκαν λεία.
     Οι Ιππότες της Δύσεως, κάθε καρυδιάς, ευγενείς τιτλούχοι και οι Λατίνοι Μοναχοί και Ηγούμενοι, πρωτοστάτησαν στη λεηλασία. Γράφει ο Νικήτας Χωνιάτης : «Ω πόλις, πόλις, πόλεων πασών οφθαλμέ, άκουσμα παγκόσμιον, θέαμα υπερκόσμιον..., ποια πρέπει να είναι η κατάστασις του πνεύματος εκείνου που θα διηγηθεί τις συμφορές που υπέστη η βασίλισσα των πόλεων κατά τη διάρκεια της βασιλείας των επιγείων αγγέλων». Ο ίδιος ο Βιλαρδουίνος γράφει : «Από την εποχή της δημιουργίας του κόσμου ποτέ σε καμιά πόλη δεν κατακτήθηκαν τόσα λάφυρα».
     Αυτή ίσως ήταν μια από τις μεγαλύτερες οικονομικές και πολιτιστικές εισφορές της Κωνσταντινούπολης προς τη Δύση. Έτσι μετά την κατάκτηση της Ελλάδος από τη Ρώμη και την ανελέητη θησαυροληστεία των Ρωμαίων, πλουτίστηκε και πάλι η Δυτική Ευρώπη με θησαυρούς, έργα τέχνης και βιβλία. Ένα δείγμα προσιτό τα τέσσερα άλογα του Ιπποδρόμου που στέφουν έκτοτε τον Άγιο Μάρκο της Βενετίας, και ήταν οι Βενετοί οι πιο κοντινοί και οι πιο πολιτισμένοι.

     Η Αυτοκρατορία διανεμήθηκε και η ΠΟΛΗ τεμαχίστηκε. Οι Σταυροφόροι, ως καλοί χριστιανοί, μοιράσανε τα ιμάτιά της.
     Όμως όλα αυτά τα χρόνια, από το Ι΄κυρίως αιώνα και όσο η δύναμη της Αυτοκρατορίας φθίνει, το πνεύμα το ελληνικό θεριεύει. Τέχνες, επιστήμες ανθούν και η ελληνική εθνική συνείδηση οριστικοποιείται.
     Δεν έχει σημασία αν ο Ρωμαίος σημαίνει τον Έλληνα, αφού ο Έλληνας στιγματίζεται ως ειδωλολάτρης. Ρωμαίους τους αποκαλούν και οι Φράγγοι και οι Λατίνοι γιατί εννοούν Έλληνες. Ήδη άρχισαν να τους λένε και Έλληνες.
     Με τη διαίρεση της Αυτοκρατορίας η λατινική καρικατούρα δεν κατάφερε να στήσει ένα κράτος, έστω και χαλαρού δυτικού φεουδαρχισμού. Αντίθετα προέκυψαν στην περιφέρεια κράτη Ελληνικά. Οι Αυτοκρατορίες της Νικαίας και της Τραπεζούντος και τα Δεσποτάτα της Ηπείρου και του Μορέως (Μυστρά).
     Σύντομα το 1261 ο Αυτοκράτωρ της Νικαίας Μιχαήλ Παλαιολόγος ανέκτησε την Κωνσταντινούπολη και έγραψε στην αυτοβιογραφία του : « Η Κωνσταντινούπολις, η Ακρόπολις του Κόσμου, η Αυτοκρατορική πρωτεύουσα των Ρωμαίων, η οποία σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, ευρίσκετο υπό την κατοχή των Λατίνων, περιήλθε και πάλιν υπό την εξουσία των Ρωμαίων˙ τούτο, ήτο θέλημα του Θεού να συμβή δια μέσου ημών».

     Αυτό και μόνο το κείμενο δείχνει, πέρα από κάθε αμφιβολία, όσα πριν από λίγο ανέφερα. Η γλώσσα θα μπορούσε να είναι σημερινή, αν το Ρωμαίος θεωρηθεί, όπως και σήμαινε, Έλληνας ή εθνική ελληνική συνείδηση διατυπώνεται. Ίσως οι Παλαιολόγοι να πετύχαιναν την ανασύσταση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Όμως γύρω από την αδύναμη αυτοκρατορία αναπτύσσονταν καινούργιοι λαοί οι Σέρβοι ΒΔ και οι Οθωμανοί ανατολικά. Ακόμη οι Ενετοί και Γενοβέζοι απέκτησαν τον έλεγχο του Εμπορίου και της Οικονομίας. Όμως, παρά την παρακμή στον καιρό των Παλαιολόγων, αναπτύσσεται εντόνως πλέον η εθνική ελληνική συνείδηση και η επίμονη προβολή σχέσεως και συνεχείας προς την Αρχαία Ελλάδα. Δημοσίως πλέον ονομάζονται Έλληνες. Η σπουδή της αρχαίας φιλοσοφίας ανθεί και η καλλιέργεια της γλώσσας είναι φανερή. Όλο αυτό το νέο πνεύμα διακομίζεται και προς τη Δύση, κυρίως την Ιταλία, με κέντρο την Φλωρεντία. Οι συνεχείς αποστολές συνεννοήσεως των Εκκλησιών, από τη Νίκαια ακόμη, οδηγούν σε επικοινωνία. Οι Έλληνες ομιλούν και γράφουν ωραία ελληνικά και καταλαβαίνουν τα λατινικά και οι Λατίνοι μαθαίνουν και πάλι ελληνικά και ηδονίζονται να διαβάζουν τα αρχαία κείμενα, όσα τους δωρίζουν και όσα έχουν αρπάξει.

     Η ένωσις όμως δεν επιτυγχάνεται. Όσο η Αυτοκρατορία παρήκμαζε τόσο η ελληνική συνείδησή της δυνάμωνε και οι διασωσμένες ελληνικές αξίες προβάλλονταν και μεταδίδονταν. Η Πόλη και ο Μυστράς κράτησαν τη λάμψη και τη συνείδηση του ελληνισμού. Ο Πληθών Γεμιστός γράφει στο Μανουήλ : «Εσμέν γαρ συν ως ηγείσθε τε και βασιλεύετε Έλληνες το γένος, ως η τε φωνή και η πάτριος παιδεία μαρτυρεί.Έλλησι δε ουκ εστιν ευρείν ήτις άλλη οικειοτέρα χώρα ουδέν μάλλον προσήκουσα ή Πελοπόννησός τε και δη ταύτη της Ευρώπης προσεχής των τε ου νήσων αι επικείμεναι. Ταύτην γαρ δη φαίνονται την χώραν Έλληνες αεί οικούντες οι αυτοί εξ ότου περανθρώποι διαμνημονεύουσιν...».

     Αλλά την ίδια περίοδο ο Βησαρίων, Έλληνας της Τραπεζούντας, θρέμμα της Πόλης, μαθητής του Πλήθωνα, Καρδινάλιος στη Βενετία, φωτισμένος χριστιανός, φιλόσοφος, παρ΄όλίγον Πάπας, δίνει άλλο μήνυμα ελληνικότητας. Γράφει στους γιούς του Πλήθωνα σε συλλυπητήριο γράμμα του : «Πέπυσμαι τον κοινόν πατέρα τε και  καθηγεμόνα, το γεώδες παν αποθέμενον, ες ουρανόν και τον ακραιφνή μεταστήναι χώρον, τον μυστικόν τοις Ολυμπίοις Θεοίς συγχορεύσαντα ίακχον».
     Οι Οθωμανοί ανακάμπτουν από το κτύπημα του Ταμερλάνου. Οι Λατίνοι όσο και αν θέλουν δεν μπορούν να βοηθήσουν ή δεν θέλουν όσο χρειάζεται. Ο Αυτοκράτορας Μανουήλ ξοδεύει χρόνια σε ένα ταξίδι Βενετία, Παρίσι, Λονδίνο, πάλι Παρίσι και γυρίζει άπρακτος. Το 1422 οι Οθωμανοί Τούρκοι πολιορκούν την ΠΟΛΗ αλλά αποτυγχάνουν.

     Το 1448 η Αυτοκρατορία ήταν η Κωνσταντινούπολη, με μικρή ενδοχώρα στη Θράκη και το Δεσποτάτο του Μυστρά. Στις 31 Οκτωβρίου του 1448 πέθανε χωρίς απογόνους ο ΙΩΑΝΝΗΣ Β΄ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΣ.
     Ένας από τους τρεις αδελφούς Κωνσταντίνο, Δημήτριο και Θωμά θα ήταν ο επόμενος αυτοκράτωρ. Κωνσταντίνος και Θωμάς ήσαν στο Μυστρά, ο Δημήτριος δίπλα στη Σηλυβρία. Όμως η μητέρα τους Ελένη, νόμιμη αντιβασίλισσα, κάλεσε τον Κωνσταντίνο.
     Στέφθηκε στο Μυστρά ως Κωνσταντίνος ΙΑ΄Παλαιολόγος Δραγάσης και το Μάρτιο του 1449 ανέλαβε την εξουσία στην ΠΟΛΗ. Πριν φύγει αποδίδει στους γιούς του Πλήθωνος Γεμιστού την πατρική περιουσία.
     Με την άφιξή του στην Κωνσταντινούπολη πληρούται μια υφέρπουσα, ως προφητεία, λαϊκή παράδοση : «Ένας Κωνσταντίνος γιος Ελένης ήταν ο πρώτος Αυτοκράτορας. Ένας Κωνσταντίνος γιος Ελένης θα είναι ο τελευταίος».

     Στα τέσσερα χρόνια της βασιλείας του θα προσπαθήσει, όπου όλοι οι προκάτοχοί του απέτυχαν. Να ενισχύσει την Αυτοκρατορία, να ισχυροποιήσει την ΠΟΛΗ. Ενίσχυσε τα τείχη, συγκέντρωσε τροφές, οργάνωσε τους κατοίκους Έλληνες και Λατίνους.
     Στο μεταξύ, όσο έβλεπε τις προετοιμασίες του Μωάμεθ και κυρίως το φρούριο του Ρουμελή Χισάρ τελειωμένο, έστειλε γράμμα στον Πάπα Νικόλαο δηλώνοντάς του έτοιμος για την ένωση. Ο Νικόλαος με το Βησαρίωνα προσπάθησαν αλλά δεν βρήκαν ανταπόκριση. Έστειλαν για βοήθεια τον Καρδινάλιο Ισίδωρο με 200 τοξότες. Ακόμη ήλθε από τη Χίο ο Γενοβέζος Ιουστινιάνης με 700 μαχητές αξιόλογους. Η άφιξη του Ισιδώρου δημιούργησε την εντύπωση πως και άλλες ενισχύσεις θα ακολουθούσαν, έτσι έτυχε θερμής υποδοχής.

     Όμως άλλη βοήθεια δεν ήλθε, μόνο φήμες. Στις 12 Δεκεμβρίου 1452 έγινε στην Αγία Σοφία ενωτική λειτουργία. Ο Αυτοκράτορας και η Αυλή όλη ήταν εκεί, ο Πάπας και ο Πατριάρχης, που έλειπαν, μνημονεύτηκαν και διαβάστηκαν τα διατάγματα της Φλωρεντίας για την Ένωση, η οποία ανακηρύχθηκε επίσημα. Με την αρχή της Οικονομίας, που επικαλέσθηκε ο συκοφαντημένος Νοταράς, αν η βοήθεια ερχόταν, θα έσωζε την ΠΟΛΗ και θα αναστήλωνε την Αυτοκρατορία. Ο λαός, που είχε δεχθεί με σκυθρωπή επιφυλακτικότητα το τετελεσμένο και αντιδρούσε μόνο με τον εκκλησιασμό του σε αμόλυντες εκκλησίες, θα αποζημιωνόταν με τη διατήρηση της Χριστιανικής Αυτοκρατορίας. Τελικά πλήρωσαν το αντίτιμο, που ζήτησε η Ρώμη και εξαπατήθηκαν.

     Ο Μωάμεθ πλήρως προπαρασκευασμένος άρχισε από το Μάρτιο του 1453 τις πολιορκητικές του ενέργειες. Τέλος Μαρτίου μπήκε ο Στόλος στην Προποντίδα. Στις 23 Μαρτίου ξεκίνησε ο ίδιος από την Ανδριανούπολη και στις 5 Απριλίου έφθασε με τα τελευταία τμήματα έξω από την Πόλη. Δεχόμενοι τις Τουρκικές πηγές 80.000 Τακτικός Στρατός, περίπου 20.000 Βασιβουζίκοι και τα Συντάγματα των Γενιτσάρων περίπου 12.000, πολιορκητικές μηχανές, μηχανικό και ισχυρό πυροβολικό.

     Η πολιορκία κράτησε ως το τέλος Μαίου. Μάχες έγιναν πολλές. Η σχέση των μαχητών ήταν 10:1. Όσο και αν προσπαθούσαν οι πολιορκητές εύρισκαν αντίσταση ισχυρή. Ότι γκρέμιζαν τα πυροβόλα γεμίζονταν. Όσες απόπειρες έγιναν στα τείχη αποκρούστηκαν. Και η είσοδος του Φλαντανελλά καθαίρεσε το Ναύαρχο Μπάλτογλου. Αλλά στις 22 Απριλίου εβδομήντα Τούρκικα πλοία, ρυμουλκημένα πάνω σε έλκυθρα, έπεσαν στον Κεράτιο. Ζητήθηκε από τους ουδέτερους Γενοβέζους του Πέραν, να μετάσχουν σε γενική επίθεση μέσα στον Κόλπο, αλλά αρνήθηκαν. Απόπειρα να καούν τα Τουρκικά πλοία, προδόθηκε από Γενοβέζο, που το έμαθε και απέτυχε. Ο κλοιός έσφιξε περισσότερο και οι ελπίδες έσβηναν. Στις 24 Μαίου ήταν πανσέληνος, σημειώθηκε τρίωρη έκλειψη σελήνης. Στις 25 έγινε λιτανεία της εικόνας της Παναγίας, ένα τρομερό χαλάζι που άσπρισε τους δρόμους της πόλης υποχρέωσε την εγκατάλειψη της λιτανείας. Στις 26 πυκνή ομίχλη κάλυψε την ΠΟΛΗ. Το βράδυ όταν σηκώθηκε η ομίχλη, ένα παράξενο φως έπαιζε γύρω από τον τρούλο της Αγίας Σοφίας. Οιωνοί κακοί. Νωρίτερα στις 20 Μαίου, με τη μεσολάβηση Γενοβέζων, προτάθηκε στον Κωνσταντίνο να παραδώσει την Πόλη και να φύγει στο Μυστρά, όπου του εγγυάτο ο Μωάμεθ ασφάλεια. Σε Σύνοδο της Συγκλήτου δήλωσε πως δεν αφήνει την Πόλη, που είναι «η Ελπίδα και η Δόξα των Ελλήνων» και με τη σύμφωνο γνώμη όλων απάντησε : «Το δε την πόλιν σοι δούναι ου εμόν εστί, ουτ΄άλλου των κατοικούντων ενταύθα˙ κοινή γαρ γνώμη άπαντες αυτοπροαιρέτως αποθανούμε μη φειδόμενοι της ζωής ημών».

     Ένα άλλο μέσο των πολιορκητών ήσαν οι υπόνομοι για την καταστροφή των τειχών. Όλες απέτυχαν, η ΠΟΛΗ κρατούσε.
     Το απόγευμα της 28ης Μαίου όλοι πια περίμεναν την έφοδο των Τούρκων. Εκκλησιάστηκαν, εξομολογήθηκαν, κοινώνησαν και πήγαν στις θέσεις τους στα τείχη. Αποφασισμένοι κλείδωσαν τις εσωτερικές πόρτες, για να μην υπάρχει υποχώρηση.
     Δύο ώρες πριν, την αυγή της 29ης Μαίου 1453, ημέρα Τρίτη, άρχισε η έφοδος, ήταν τρομερή, μα οι πολιορκούμενοι κρατούσαν. Βασιβουζίκοι και Ανατολίτες ορμούσαν χωρίς αποτέλεσμα. Κάποια στιγμή πέτυχαν ένα ρήγμα στο τείχος, τριακόσιοι περίπου Ανατολίτες εισχώρησαν φωνάζοντας πως μπήκαν στην ΠΟΛΗ. Ο Αυτοκράτορας με τη φρουρά του τους περικύκλωσε, σκότωσαν τους περισσότερους, έδιωξαν τους υπόλοιπους και βάλθηκαν με ενθουσιασμό να κλείσουν το ρήγμα.

     Ήρθε η ώρα των Γενιτσάρων, τους οδήγησε ο ίδιος ο Μωάμεθ στην τάφρο, κατά κύματα ορμούσαν, αλλά ρήγμα δεν πετύχαιναν. Εκείνη τη στιγμή βρέθηκε ξεχασμένη ανοικτή η Κερκόπορτα. Τούρκοι όρμησαν μέσα στα τείχη. Υπερασπιστές τρέξαν να τους διώξουν και θα το πετύχαιναν, όμως ένας πυροβολισμός από κοντά τρύπησε τον θώρακα και τραυμάτισε στο στήθος τον Ιουστινιάνη. Αυτός ζήτησε να τον μεταφέρουν στο καράβι του. Ένας δικός του πήγε στον Αυτοκράτορα και ζήτησε το κλειδί της εσωτερικής πύλης. Ο Κωνσταντίνος έτρεξε κοντά του και τον παρακάλεσε να μη φύγει, άδικα, ο Γενοβέζος είχε τσακίσει. Άνοιξε η πύλη και τον μετέφεραν μέσα από την πόλη στο καράβι του. Μερικοί στρατιώτες του νόμισαν πως υποχώρησε στο εσωτερικό τείχος, οι περισσότεροι πίστεψαν πως χάθηκε η μάχη.

     Πριν ξανακλείσει η εσωτερική πόρτα όλοι οι Γενοβέζοι έφυγαν και έμεινε ο Κωνσταντίνος με μόνους τους Έλληνες.
     Ο Μωάμεθ κατάλαβε τον πανικό και διέταξε τους Γενίτσαρους να ορμήσουν και πάλι. Ο λόχος του γίγαντα Χασάν ορμάει, το βραβείο του Μωάμεθ είναι μεγάλο. Ο ίδιος πέφτει νεκρός από πέτρα, δεκαεφτά σύντροφοί του σκοτώνονται, οι Έλληνες αμύνονται, αλλά το βάρος του αριθμού τους απωθεί στο εσωτερικό. Οι Γενίτσαροι είναι τώρα πάνω στον εξωτερικό τοίχο. Κάποιος γυρίζει και βλέπει σημαίες Τουρκικές στον πύργο της Κερκόπορτας και απερίσκεπτα φωνάζει «Η Πόλις Εάλω».

     Ο Κωνσταντίνος με τον ξάδελφό του Θεόφιλο και τον Φρατζίσκο του Τολέδο, που ισχυριζόταν πως ήταν ξάδελφός του και τον Ιωάννη Δαλμάτη, ορμούν προς τα ρήγματα του τείχους για να ανασυντάξουν τους Έλληνες, μάταια όμως. Πεζεύουν, κρατούν την πρόσβαση προς την πύλη που έφυγε ο Ιουστινιάνης. Η άμυνα όμως έχει σπάσει. Ο Θεόφιλος φωνάζει πως προτιμά να πεθάνει, ορμά και χάνεται σπαθίζοντας μέσα στις ορδές που έρχονται. Ο Κωνσταντίνος πετάει τα εμβλήματα και με τον Φρατζίσκο και τον Δαλμάτη στο πλευρά του ακολουθούν το Θεόφιλο. Κανείς δεν τον ξαναείδε πια.

     Ο Δούκας τώρα, μιμούμενος τον Νικήτα Χωνιάτη, θα γράψει τον νέο θρήνο : «Ω πόλις, πόλις, πόλεων πασών κεφαλή ! Ως πόλις, πόλις κέντρον των τεσσάρων του κόσμου μερών ! Ως πόλις, πόλις, Χριστιανών καύχημα και βαρβάρων αφανισμός».
     Η πόλη έπεσε, πάρθηκε, αλλά δεν χάθηκε, γιατί η ιστορία της πόλης, είναι μια γέφυρα, που ένωσε τον αρχαίο Ελληνισμό και το Χριστιανισμό με την αναγέννηση της Ευρώπης, αλλά και την νέα Ελλάδα.

     Η αλωθείσα Κωνσταντινούπολις, τη στιγμή της πτώσης της, έστησε το τελευταίο, μεσόβαθρο της γέφυρας του Ελληνισμού και για να μείνει ακλόνητο και ακαταμάχητο αυτό το μεσόβαθρο θυσιάστηκε στο θεμέλιό του ο ίδιος ο Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος ο ΙΑ΄Παλαιολόγος Δραγάσης γι΄αυτό δεν βρέθηκε το σώμα του, γι΄αυτό δεν υπάρχει ο τάφος του. Από το γεφύρι αυτό πέρασε πάλι στην Ευρώπη το πνεύμα της αναγέννησης, αυτό που τη διαμόρφωσε και την οδήγησε στην ανάπτυξη και την όποια προκοπή, αυτήν και όλον τον πολιτισμένο κόσμο.

     Με τα υπολείμματα που επιβίωσαν στο Πατριαρχείο και το Φανάρι ζωντάνεψε και επέζησε, ως δύναμη, μέσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και κυριάρχησε στις Ηγεμονίες, δίνοντας χώρο ανάπτυξης, άνθησης και καλλιέργειας στον Ελληνισμό και ισχυρή συνείδηση διεκδικήσεως της ελευθερίας. Πέρασε όμως «με τη γλώσσα και την πάτριον παιδείαν» και την εθνική συνείδηση στους Έλληνες και πρώτα απ΄όλα στο χώρο του Μυστρά, έτσι ώστε δίκαια ο αγράμματος Κολοκοτρώνης να βροντοφωνάζει το '21 «Έλληνες» τους ξεσηκωμένους Ραγιάδες και να δηλώνει «εμείς έχουμε Βασιλιά, είναι εκεί στην Πόλη».

     Συγγνώμη αν σας κούρασα, θεώρησα αυτή τη ΘΕΣΗ μνημόσυνο τιμής και αναγνωρίσεως της δημιουργού και ζωογόνου θυσίας «των αυτοπροαιρέτως αποθανόντων», για να μη χαθεί για μας η ΠΟΛΗ γέφυρα της εθνικής υποστάσεως και συνειδήσεώς μας. Ελπίζω να συνταίριασα τη δική μου με τη δική σας ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ-ΠΟΛΗ. Ευχαριστώ για την υπομονή της ανάγνωσης. Άμποτε να συνειδητοποιήσουμε οι ΕΛΛΗΝΕΣ το μεγαλείο της πρώτης (1204) και της δεύτερης (1453) αλώσεως της ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ-ΠΟΛΕΩΣ.
Υ.Γ. :     Τα ιστορικά στοιχεία της αφηγήσεως είναι βασισμένα σε βιβλιογραφία αναμφισβήτητου κύρους και παραδοχής.





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ομάδα του Κοινού Παρονομαστή δίνει την ευκαιρία στον καθένα να εκφραστεί ελεύθερα χωρίς ύβρεις και προσωπικές αντιπαραθέσεις
Οι απόψεις, θέσεις του συγγραφέα- αρθρογράφου δεν υιοθετούνται απαραίτητα από την συντακτική ομάδα του Κοινού Παρονομαστή
Σχόλια που δεν θα είναι σύμφωνα με το πνεύμα της ομάδος διαχείρισης δεν θα προβάλλονται
Ομάδα Κ.Π