Ή Φυλολογία, ώς Ιδιαίτερος κλάδος της
Ανθρωπολογίας, έχει ώς σκοπό από τό ένα μέρος νά απαριθμήσει καΐ νά
ταξινομήσει, με βάση ώρισμένα και συγκεκριμένα κριτήρια, όλες τις ανθρώπινες
φυλές με όλες τις χαρακτηριστικές τους ιδιότητες και από τό άλλο μέρος νά
αναπτύξει επιστημονικές μεθόδους, μέ τήν βοήθεια των όποιων θα διακρίνονται οί
διάφορες φυλές ή μία από τήν άλλη.
Φυλή, ώς αντικείμενο της φυλολογίας, δέν εΐναι
τίποτε άλλο παρά μία μεγάλη ομάδα ανθρώπων, πού μέ τήν βοήθεια της κληρονομικότητος
συγγενών σωματικών και ψυχικών ιδιοτήτων, από τό ένα μέρος συνδέονται μεταξύ
τους και άπό τό άλλο μέρος ξεχωρίζουν άπό άλλους ανθρώπους.
Δύο είναι οι βασικοί παράγοντες για τήν ύπαρξη
και τήν εξέλιξη της Φυλής, της κάθε Φυλής: ή κληρονομικότητα και τό περιβάλλον.
Ό βιολογικός νόμος, σύμφωνα μέ τόν όποιο
καθορίζεται ό σχηματισμός και ή ύπαρξη της φυλετικής συναρτήσεως τόσο στό
ανθρώπινο είδος δσο και σ' όλους τούς οργανικούς σχηματισμούς, εΐναι ή
κληρονομικότης.
"Η σύγχρονη Βιολογία έ'χει αποδείξει, ότι
τά κύτταρα τών ζωντανών οργανισμών περιέχουν στόν πυρήνα τους ώρισμένο αριθμό
άπό σωματίδια, πού ονομάζονται χρωματοσώματα. Αυτά
αποτελούνται άπό μικρότερους σχηματισμούς, πού εΐναι μακρομοριακές αλυσίδες,
και ονομάζονται γονίδια. Αυτά ακριβώς τά γονίδια εΐναι οί φορείς τών βιοψυχικών
Ιδιοτήτων, πού κληρονομούνται άπό γενιά σέ γενιά.
Τά ανθρώπινα κύτταρα περιέχουν 48 χρωματοσώματα.
Μετά τήν σύζευξη ανάμεσα στόν άνδρα και στή γυναίκα επικρατούν τελικά 48 χρωματοσώματα
στό παιδί, πού προέρχονται και άπό τούς δύο γονείς. Σέ κάθε χρωματόσωμα του
άνθρωπου υπάρχουν χιλιάδες χιλιάδων γονίδια. Με αυτόν τόν τρόπο μεταβιβάζονται
κάθε φορά τά γονίδια άπό τούς γονείς στά παιδιά. Τά γονίδια
καθορίζουν όλα τά φυσικά ή ψυχικά χαρακτηριστικά του άνθρώπου.
"Ωστε μπορούμε νά πούμε, ότι
κληρονομικότητα δεν εΐναι τίποτε άλλο παρά ή μεταβίβαση άπό γενιά σε γενιά τών
γονιδίων, πού καθορίζουν όλα τά φυσικά ή ψυχικά χαρακτηριστικά του άνθρωπου.
Γι' αυτόν ακριβώς τό λόγο τό κληρονομικό υπόστρωμα τών φυλών εΐναι αιώνιο.
Τό κληρονομικό υπόβαθρο κάθε φυλής
μεταβάλλεται πάντοτε άπό εσωτερικές αιτίες και ποτέ άπό εξωτερικές. Δύο είναι
οί αποκλειστικές αίτιες μιας παρόμοιας εξελίξεως: ή «φυλετική ανάμιξη» και ή
«φυσική επιλογή».
Μέ τήν φυλετική ανάμιξη, δύο διαφορετικά
φυλετικά υποστρώματα, μέσα σ' ενα ώρισμένο χρονικό διάστημα, έρχονται σ'
επαφή, ενοποιούνται και συνθέτουν ένα εντελώς καινούργιο ενιαίο φυλετικό
υπόστρωμα. Υπάρχει ή βάσιμα επιστημονική άποψη, ότι Ένα παρόμοιο φαινόμενο
εκτυλίσσεται σέ βάρος τών ανωτέρων ιδιοτήτων και υπέρ τών κατωτέρων.
Συγκεκριμένες γενετικές έρευνες πάνω σ' αυτό τό ζήτημα λείπουν ή είναι πολύ
φτωχές, εξαιτίας πολιτικών λόγων.
Φυσική Επιλογή εΐναι εκείνη ή γενετική
διαδικασία, πού προωθεί επιλεκτικά δλα εκείνα τά χαρακτηριστικά, πού
ανταποκρίνονται στις συγκεκριμένες ανάγκες τής ΐδιας τής βιολογικής δομής, του
ζωντανού οργανισμού. Μία τέτοια διαδικασία στό επίπεδο ενός ανώτερα δομημένου
νευρικού συστήματος, δέχεται τό καθαρισμό όχι τής Βιολογικής δομής άλλα τού
ανωτέρου έπιτελέσματός της, αυτού τοΰ ίδιου τού νευρικού συστήματος. Είναι
Βιολογική μέ μία πιο ευρεία πιά σημασία τού όρου.
Ή μηχανική επίδραση τού περιβάλλοντος πάνω στό
γενετικό υπόστρωμα μιας φυλετικής συναρτήσεως είναι τυπικά και ουσιαστικά
ανύπαρκτη. Ή βιοχημική του αντιθέτως, επίδραση πάνω στό γενετικό υπόστρωμα,
ανάμεσα παραδείγματος χάριν άπό τήν δράση μιας υπεριώδους ακτινοβολίας, είναι
αρνητική, πού σημαίνει, ότι δέν δημιουργεί δυνατότητες δημιουργίας ενός νέου
φυλετικού τύπου, άλλά προκαλεί είτε τήν εμφάνιση βιολογικών δομών πού εΐναι
ανίκανες ν’ αναπαραχθούν, είτε τήν σταδιακή αφομοίωση τους μέσα στο ευρύτερο
φυλετικό σώμα με την συμπλήρωση και την ανόρθωση των βλαφθέντων γενετικών
χαρακτηριστικών σ' ενα ώρισμένο χρονικό διάστημα.
Ή θεωρία του Λαμάρκ, ότι οί συνθήκες του
περιβάλλοντος είναι εκείνες, πού καθορίζουν τις πνευματοφυσικές ιδιότητες κάθε
ζωντανού οργανισμού, εΐναι σήμερα επιστημονικά τόσο ξεπερασμένη, δσο εΐναι οί
κοσμικές αντιλήψεις, ότι ή γη εΐναι τό κέντρο τού πλανητικού μας συστήματος.
Οί θεωρίες τού Λαμάρκ, πού προσπάθησε ν’
αναβιώσει ό μαρξιστής βιολόγος Τροφίμ Λυσσένκο με σκοπό νά στηρίξει τήν Μαρξιστική
θεωρία για τήν επίδραση τού περιβάλλοντος πάνω στους πνευματοφυσικούς
χαρακτήρες τού άνθρωπου, γελοιοποιήθηκαν. Έτσι, ώστε ό Λυσσένκο και οί οπαδοί
του νά διωχθούν άπό τό ίδιο τό κομμουνιστικό κόμμα της Ρωσσίας.
Ή επίδραση τού περιβάλλοντος έ'χει μία εντελώς
διαφορετική σημασία πιά για τήν Επιστημονική Βιολογία. Οί εξωτερικές συνθήκες
επηρεάζουν θετικά ή αρνητικά ιδιότητες, πού ήδη υπάρχουν μέσα στο ζωντανό
οργανισμό και ποτέ δέν δημιουργούν καινούργιες. Οί φυλετικοί χαρακτήρες
παραμένουν πάντοτε ανεπηρέαστοι, ανεξάρτητα άπό τίς εξωτερικές συνθήκες.
Ό άνθρωπος κληρονομεί μία τεράστια συγχορδία
άπό ιδιότητες. Τό περιβάλλον καθορίζει τήν δυνατότητα τού ποιες συγχορδίες θά
παιχτούν εξ εκείνων των ιδιοτήτων, πού μεταβιβάζονται κληρονομικά άπό γενιά σέ
γενιά, άσχετα μέ τό αν εμφανίζονται ή όχι. "Φαινότυπος» πάλι ονομάζεται
τό τμήμα εκείνο τών Ιδιοτήτων τού γονότυπου, πού έρχεται στό φώς εξαιτίας τών
συνθηκών τού περιβάλλοντος. Αυτό εΐναι τό πρωταρχικό πράγμα, πού πρέπει νά
πληροφορηθή κάθε κοινωνιολόγος άπό τό μάθημα τής κληρονομικότητος. Μόνο έτσι ή
ανθρώπινη ύπαρξη μπορεί νά τοποθετηθή σωστά στήν επιστημονική έρευνα σάν
αποτέλεσμα τού είδους της, τού φυλετικού της χαρακτήρος, τής φυλετικής
βιοψυχικής της συνθέσεως.
"Η Φυλολογία συνεργάζεται και ταυτοχρόνως
και συνθέτει τα συμπεράσματα πολλών άλλων επιστημών. Τέτοιες επιστήμες εΐναι ή
Ιστορία, ή Παλαιοντολογία, ή Γλωσσολογία, ή Γεωλογία, ή Βιολογία, ή Εθνολογία,
ή Ψυχολογία κ.λπ. Δουλειά της Φυλολογίας εΐναι να αφαιρέσει τά δευτερεύοντα
στοιχεία άπό τά φαινόμενα και τά γεγονότα της φυλετικής κοινωνικής ζωής, ν’
αποκαλύψει και νά δείξει τήν ουσιαστική γενετική τους βάση. Ή Φυλολογία σε
αντιδιαστολή μέ όλες τις άλλες ανθρωπολογικές επιστήμες εΐναι μία συγκεκριμένη,
πρακτική, εμπειρική επιστήμη. Άν συγκρίνουμε τις ανθρωπολογικές επιστήμες με τά
μαθηματικά, ή φυλολογία πιο πολύ μοιάζει μέ τήν γεωμετρία.
"Η Φυλολογία μέ βάση ουσιαστικά
ανθρωπολογικά χαρακτηριστικά,προχωρεί στήν διαίρεση και τήν ταξινόμηση όλων
τών ανθρωπίνων φυλετικών συναρτήσεων σέ συγκεκριμένες διατάξεις.
Ή γενικά παραδεκτή ταξινόμηση μέχρι σήμερα
εΐναι εκείνη, πού διαίρει τις ανθρώπινες φυλές σέ τρεις μεγάλες κατηγορίες: τήν
Λευκή, τήν Μαύρη, τήν Κίτρινη. Ή κάθε κατηγορία ή φυλή άπ' αυτές υποδιαιρείται
σέ μερικώτερες κατηγορίες ή φύλα. Ή έννοια φύλο εΐναι λογικά υπάλληλη τής
έννοιας Φυλή. "Ετσι ή Λευκή Φυλή διακρίνεται στό Σλαυΐκό φύλο τό
Λατινικό, τό Σημιτικό, τό Αίγαιακό κ.λπ.
Τά προβλήματα, πού ανακύπτουν κατά τήν
Φυλολογική έρευνα εΐναι πολύμορφα και διαφόρων κατηγοριών. "Ετσι,
παραδείγματος χάριν, είναι φυλολογικό πρόβλημα ή ύπαρξη ενός λευκού φυλετικού
τύπου ατά Ιαπωνικά νησιά, τών Αΐνού, πού όπως πιστεύεται ή μείξη τους μέ τά
κίτρινα φύλα, πού ήλθαν άπό τήν Ασιατική ήπειρο, δημιούργησε τήν Ιαπωνική
φυλή. Οί Α'ΐνού τείνουν σήμερα νά εξαφανισθούν.
Ή εξαφάνιση μιας φυλής εΐναι ένα άλλο
φυλολογικό πρόβλημα, γιατί έξω άπό τούς Αϊνού, υπάρχουν και άλλες φυλές, κυρίως
πρωτόγονες, πού τείνουν νά εξαφανισθούν, όπως είναι ή Αύστραλοειρηνική φυλή,
χαρακτηριστικό παράδειγμα πρωτογόνων μαύρων, πού εξαφανίζονται.
Ή πιό σπουδαία αιτία διαφωνίας, δμως, ανάμεσα
στους επιστήμονες τής Φυλολογίας, στά τελευταία εκατό χρόνια, υπήρξε τό ζήτη
μα τής καταγωγής, τού τρόπου εμφανίσεως τών διαφόρων φυλών και άπ' αυτό τής
ουσιαστικής σχέσεως, πού υπάρχει ανάμεσα τους.
Υπάρχουν τρεΐς θεωρίες για τό πολύ σπουδαίο
αυτό ζήτημα: τής Μονογενέσεως, τής Μερογενέσεως και τής Πολυγενέσεως.
Ή θεωρία τής Μονογενέσεως, πού προηγείται
χρονολογικά άπό τις άλλες δύο, αναπτύσσει τήν άποψη, ότι όλες οί φυλές
προέρχονται άπό ένα και μόνο ανθρωπολογικό τύπο, προέρχονται δηλαδή άπό εναν
κοινό ανθρώπινο γένος πού μέ τήν πάροδο τού χρόνου και κάτω άπό τήν επίδραση
τού περιβάλλοντος, διασπάστηκε αργότερα στις φυλές τών μαύρων, κίτρινων, λευκών
κι αυτές μέ τήν σειρά τους στα διάφορα φύλα. Ή θεωρία αυτή δέν άντεξε ούτε για
μία στιγμή στην επιστημονική κριτική, κατέρρευσε δέ πολύ γρήγορα κάτω άπό τά
συσωρευόμενα συμπεράσματα τής Βιολογίας, τής Γενετικής και τής Παλαιοντολογίας.
Ή θεωρία τής Μερογενέσεως, μέ τήν σειρά της,
αναπτύσσει τήν άποψη, ότι όλες οί ανθρώπινες φυλές προέρχονται άπό μερικούς
ανθρωπολογικούς τύπους, πού ονομάζονται βασικοί και εΐναι τρεΐς: ό μαύρος, ό
κίτρινος και ό λευκός. Αυτά είναι τά τρία ανθρώπινα ή προανθρώπινα γένη, πού τό
κάθε ενα ξεχωριστά ακολούθησε τήν δική του αποκλειστικά γενετική γραμμή
εξελίξεως και πού υποδιαιρέθηκε με τήν πάροδο τού χρόνου στά διάφορα φύλα.
Άρα ανάμεσα στις τρεΐς βασικές φυλές δέν
υπάρχει καμμιά γενετική σχέση, ένώ αντιθέτως, τά φύλα κάθε βασικής φυλής έχουν
μία κοινή φυλετική αφετηρία. "Ετσι τό Γερμανικό φύλο, τό Λατινικό και τό
Αίγαιακό Εχουν μία κοινή Λευκή φυλετική αφετηρία. Ούτε, όμως, κι αυτή ή θεωρία
μπόρεσε ν' αντέξει στά νεώτερα επιστημονικά συμπεράσματα τής Βιολογίας, τής
Γενετικής και τής Παλαιοντολογίας.
Ή θεωρία τής Πολυγενέσεως, τέλος, αναπτύσσει τήν
άποψη, δτι δλες οί ανθρώπινες φυλές έ'χουν τήν δική τους αποκλειστική γραμμή
γενετικής εξελίξεως άπό προανθρώπινους τύπους, χωρίς νά έχουν καμμιά γενετική
σχέση ή μία μέ τήν άλλη. "Ετσι δημιουργήθηκε ο όρος τής «αύτοχθόνου φυλής».
Κατά τήν θεωρία αυτή δέν υπάρχει ενας κοινός
ανθρωπολογικός τύπος, πού ξεκίνησε άπό κάποια περιοχή, ούτε μερικοί βασικοί ανθρωπολογικοί
τύποι, πού δημιουργήθηκαν και αναπτύχθηκαν σέ μερικές περιοχές, άλλά ό άνθρωπος
εμφανίστηκε στήν επιφάνεια τής γης όπως όλοι οί ζωντανοί οργανισμοί,
ταυτοχρόνως και σέ πολλά μέρη. Ανάλογα δέ μέ τήν επιλεκτική διαδικασία, πού
αναπτύχθηκε σέ κάθε συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή δημιουργήθηκαν και οί
αντίστοιχοι φυλετικοί τύποι. "Ετσι σ' αυτή τήν θεωρία παύει νά έχει
οποιαδήποτε σημασία ό όρος "βασική Φυλή" και αντικαθίσταται άπό τόν όρο
"Φυλετική κατηγορία».
Τρεις εΐναι οί βασικές φυλετικές κατηγορίες: ή
Λευκή, ή Μαύρη και ή Κίτρινη, σέ κάθε μία άπό τις όποιες υπάγεται μία σειρά
αυτοχθόνων φυλετικών κλάδων. Ή υπαγωγή τών αυτοχθόνων φυλετικών κλάδων στις
φυλετικές κατηγορίες είναι εννοιολογική και δέν εχει καθόλου τήν σημασία
γενετικής συγγενείας. Σημαίνει απλώς μία αναλογία φυσικών και πνευματικών
χαρακτηριστικών.
Ή θεωρία τής Πολυγενέσεως είναι προσαρμοσμένη
πλήρως μέ τήν σύγχρονη θεωρία τής βιολογικής εξελίξεως τού ανθρώπινου είδους.
Σύμφωνα μ' αυτή ή εξελικτική γραμμή, πού φθάνει μέχρι τόν άνθρωπο, διήρκεσε
εκατομμύρια χρόνια και πέρασε άπό πολυάριθμα στάδια. Τά παλαιοντολογικά, τά
γεωγραφικά και άλλα δεδομένα, επιτρέπουν τήν ανασύνθεση αυτής τής μακράς
εξελικτικής πορείας σέ πολύ γενικές γραμμές. "Ετσι πριν 25-30 περίπου
εκατομμύρια χρόνια εμφανίζονται τά ανθρωποειδή, πού διακρίνονται σέ πιθηκίδες
και άνθρωπίδες. Πολλοί κλάδοι σ' αυτή τήν μακρά εξελικτική πορεία παρέμειναν
άνεξέλικτοι και εξαφανίστηκαν. Πριν 2 ή 1 εκατομμύρια χρόνια εμφανίστηκε ό Homo
Habillis, πού εξελικτική του μορφή πριν 500.000 χρόνια υπήρξε ό Homo Erectus.
Βέβαια κάτω άπό τούς δρους Homo Habillis και Homo
Erectus δέν υπάρχει ενας ενιαίος ανθρωπολογικός τύπος, άλλά μία τεράστια
φυλετική ποικιλία αυτών τών προανθρωπίνων μορφών.
Πριν 200.000-100.000 χρόνια εμφανίστηκε ό Homo
Neandertha-Iensis, πού είναι μία σειρά προανθρωπίνων φυλετικών μορφών μέ ακόμα
πιό εξελιγμένα χαρακτηριστικά.
Τέλος πριν 40.000 περίπου χρόνια εμφανίστηκε
κατά τό τέλος τής περιόδου τών παγετώνων, στην ανώτερη πλειστόκαινο περίοδο, ό Homo
Sapiens, ό σύγχρονος άνθρωπος, μέ τις σύμφυτες σ' αυτόν εξελιγμένες μορφές τής
φυλετικής του ποικιλίας.
Ή περίπτωση τής Ελληνικής φυλής είναι πολύ
χαρακτηριστική, ώς πρός τό ζήτημα αυτό τής καταγωγής τών φυλών.
Μέχρι πριν 100 περίπου χρόνια άπό σήμερα, ή
ιστορική εμφάνιση τής Ελληνικής Φυλής έτοποθετειτο μέ μεγάλους δισταγμούς στά
1000 π.Χ. περίπου.
Μετά τις ανασκαφές τού Σλήμαν και τήν
ανακάλυψη τού Μυκηναϊκού και αργότερα τού Μινωικού Κόσμου έδημιουργήθη ή
θεωρία, ότι ό Μυκηναϊκός κόσμος δέν εΐναι Ελληνικός άλλά προελληνικός, κι ότι
οί Έλληνες είναι Άρειοι, πού ήλθαν αργότερα άπό τά βόρεια φέρνοντας και τήν
Ελληνική γλώσσα.
Ή αποκρυπτογράφηση τής Μυκηναϊκής γραμμικής
γραφής Β, μετά τόν Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, απέδειξε ότι ήταν Ελληνική.
"Ετσι ό Μυκηναϊκός κόσμος ενσωματώθηκε
στήν ελληνική διάρκεια, μέ τήν πρόσθετη όμως θεωρία, ότι τά Ελληνικά φύλα
ήλθαν, πριν χιλιάδες βέβαια χρόνια, και πάλι άπό τά Βόρεια, όπου κατοικούσαν
εξω άπό τήν Βαλκανική.
Πρώτος ό καθηγητής Ιωάννης Κούμαρης προέβαλε
τήν θεωρία, ότι ό Άνατολικο-Μεσογειακός χώρος είναι περιοχή αύτοχθόνου
ανθρωπολογικής εξελίξεως και ότι ή Ελληνική φυλή δέν έχει καμμιά σχέση
γενετική μέ τις άλλες φυλές, τής Λευκής όμοφυλίας. Τήν θεωρία του τήν
επεξεργάστηκε —μέ τήν σύνθεση πλουσίου ανθρωπολογικού υλικοί) τών Πετραλώνων
τού τύπου Homo Neanderthalensis και ακόμη υπολειμμάτων σκελετικών τού τύπου Homo
Habillis ή Homo Erectus από τόν Άρη Πουλίανό— και απέδειξε ότι, ό
περιαιγαιακός χώρος, υπήρξε περιοχή αυτοτελούς ανθρωπολογικής εξελίξεως.
Τέλος, ανθρωπολογικές έρευνες εντελώς
πρόσφατες άπό τόν Άρη Πουλιανό και συγκριτικές ανθρωπολογικές μελέτες άπό τόν
Ξέρξη Λίβα οδηγούν στό συμπέρασμα ότι οί Αλβανοί, οί νότιοι Γιουγκοσλάβοι, οί
νότιοι Βούλγαροι και οί Δυτικοί Τούρκοι εΐναι φυλετικά συγγενείς μέ τούς
"Ελληνες ή έχουν πολύ μεγάλη αναλογία Ελληνικού αίματος μέσα τους. Ή Ελληνική
Φυλή, έτσι, απεδείχθη ότι εχει δώσει τεράστιες ποσότητες αίματος χωρίς νά έχει
πάρει.
---------------------------------------------------------------------------------------------
ΣΗΜΕΙΩΣΗ:
Αυτό είναι το 5ο από την σειρά των
ιδεολογικών θεμάτων που αναρτά ο ΚΟΙΝΟΣ ΠΑΡΟΝΟΜΑΣΤΗΣ και αποτελεί
μέρος από τα μαθήματα της έδρας της Ιδεολογίας της Σχολής Στελεχών (Σ.Σ.) του
Κινήματος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η ομάδα του Κοινού Παρονομαστή δίνει την ευκαιρία στον καθένα να εκφραστεί ελεύθερα χωρίς ύβρεις και προσωπικές αντιπαραθέσεις
Οι απόψεις, θέσεις του συγγραφέα- αρθρογράφου δεν υιοθετούνται απαραίτητα από την συντακτική ομάδα του Κοινού Παρονομαστή
Σχόλια που δεν θα είναι σύμφωνα με το πνεύμα της ομάδος διαχείρισης δεν θα προβάλλονται
Ομάδα Κ.Π