Δευτέρα 20 Ιουλίου 2015

Στά μονοπάτια της τιμής καί του καθήκοντος


Ξεκινήσαμε άργα τη νύχτα 20 Ιου­λίου, με κατεύθυνση τον Άγιο Ίλαρίωνα. Μπροστά ήταν οί τρείς λόχοι κρούσεως καί πίσω ό λόχος υποστηρίξεως. Προχω­ρούσαμε κατά μήκος του δρόμου πού περνά άπο τό αγρόκτημα του Πέλλαπαϊς καί οδηγεί στo Κιόνελι. Περπατούσαμε δεξιά καί αριστερά τοΰ δρόμου, ό ένας πίσω από τόν άλλο.
Ολη τή νύχτα πορευόμαστε στό βουνό καί πολύ νωρίς τό πρωί προσεγγίσαμε τα πρώτα φυλάκια των Τούρκων. Μέ τό πρώτο φως δόθηκε τό σήμα γιά επίθεση. Είχαμε ήδη υπερκεράσει τά πρώτα φυ­λάκια καί προχωρούσαμε άργά πρός την πλατεία.
Εισήλθαμε στον "Αγιο Ίλαρίωνα, μέ­σα στό Καστρο.Σέ διάφορες τοποθεσίες Τούρκοι στρατιώτες δεμένοι στους τρί­ποδες τών πολυβόλων. Πάνω σ' ένα άπό τά πολυβολεία του Κάστρου, υπήρχε μία θυρίδα, άπ 'όπου έβαλλε πρός τίς θέσεις μας ένα πολυβόλο.
Οί άντρες της Ύποστήριξης, εντόπισαν τη θέση καί τό χτύ­πησαν μέ ΠΑΟ. Τό πολυβολείο κατα­στράφηκε. Τούρκοι στρατιώτες ντυμένοι μέ στολές καταδρομών καί πράσινα μπε­ρέ φώναζαν άπό διάφορα σημεία :" Στα­ματάτε νά πυροβολείτε. Καταλάβαμε τό Κάστρο. Δέν υπάρχει λόγος νά συνεχίσε­τε νά πυροβολείτε ". Μιλούσαν άπταιστα Ελληνικά. Αρκετοί άπό μας σταμάτη­σαν. Μετά άπό μισή-μία ώρα λάβαμε σή­μα οπισθοχώρησης.
Στό πεδίο τής μάχης στον "Αγ ιο Ίλα­ρίωνα, έπεσε ό διοικητής τής Μοίρας,
Ταγματάρχης Γεώργιος Κατσάνης. Κτυ­πήθηκε άπό ακροβολιστή ό όποΐος τόν φώναξε μέ τ' όνομα του. Έπεσαν ακόμη ό ανθυπολοχαγός Κ.Χριστοφίδης καί ε­πτά καταδρομείς. Οί κύριες απώλειες σημειώθηκαν κατά τήν οπισθοχώρηση.
Τό επόμενο πρωί μας ξύπνησαν νω­ρίς. Αναφέρθηκε ότι δύο άρματα εμφανί­στηκαν στον Αγιο Γεώργιο. Έπρεπε νά τά καταστρέψουμε. Συγκροτηθήκαμε σέ λόχους καί ξεκινήσαμε σιγά-σιγά γιά τόν "Αγιο Γεώργιο,άπέναντι άπό τό δρό­μο πού όδηγεί στίς Καμάρες. Πήραμε ό­λοι τίς θέσεις μας.Τοποθέτησα τό αντι­αρματικό δίπλα στό δρόμο, πάνω στό α­νάχωμα καί περιμέναμε τά άρματα.Ηταν τόσο έντονος ό βόμβος πού ερχόταν άπό μακριά, πού άρχισα νά αμφιβάλλω άν πράγματι τά άρματα ήταν δύο. Χτυ­πούσαν ταυτόχρονα τά πλοία άπό τή θά­λασσα καί τά άρματα πού κατευθύνονταν πρός τόν "Αγιο Γεώργιο. "Οπως ήμουν οχυρωμένος δίπλα στό δρόμο, είδα νά ρχεται τό πρώτο άρμα.
Μ' εντυπωσίασε τόσο πολύ, πού έμει­να καί τό έβλεπα. Ηταν πολύ μεγάλο. Σάν ένα κινούμενο σπίτι. Σκεφτόμουν πού νά σημαδέψω, στίς ερπύστριες ή στό πυροβόλο ; Τελικά σημάδεψα στίς ερπύστριες. Τό άρμα ακινητοποιήθηκε. Μετά όμως, άρχισε άπό τόν πυργίσκο τό πυροβόλο νά βάλλει εναντίον μας.
Τά υπόλοιπα τουρκικά άρματα σκορ­πίστηκαν μέ τίς πρώτες εκρήξεις καί κι­νούνταν πρός τίς θέσεις μας.Τό πυροβό­λο τοΰ πρώτου άρματος συνέχισε νά βάλλει. Είδα σέ μία στιγμή στήν κουφά­λα κάποιου δένδρου, ακουμπισμένο τόν Χρήστο Καρεφυλλίδη ό όποιος μέχρι σήμερα είναι αγνοούμενος. Καθόταν κά­τω άπό τό δένδρο κοίταζε μ' ένα απλανές βλέμμα.
Ή οπισθοχώρηση ήταν πολύ δύσκο­λη. Περνούσαμε μεσ' άπ' τά περβόλια, πέφταμε πάνω σέ συρματοπλέγματα. Καθ' όδόν συναντούσαμε πολλούς τραυ­ματίες. Φτάσαμε σ* ένα σημείο στόν "Α­γιο Γεώργιο. Περάσαμε μέσα άπό τόν ποταμό, κάπου στό κέντρο του χωριού καί ανασυγκροτηθήκαμε. Έπρεπε νά με­ταβούμε τό συντομότερο στήν Κηρύνεια γιά νά αμυνθούμε στήν είσοδο τής πόλης
Ξεκινήσαμε πεζοί. Οί δρόμοι ήταν ήδη κλειστοί, γιατί είχαν χτυπηθεί άπό τά άρματα πού δέν γνωρίζαμε μέχρι ποίου σημείου είχαν προελάσει. Προχω­ρήσαμε πρός τήν Κηρύνεια μέσα άπό τά χωράφια. Περάσαμε άπό τό Τέμπλος ο­πού υπήρχαν τουρκικά φυλάκια. Άρχι­σαν καί άπό έκεί νά μας χτυπούν. Γύρω στό μεσημέρι τερματίσαμε στό γήπεδο του Γ.Σ. Πράξανδρος στήν Κηρύνεια.

Όχυρωθήκαμε σέ μία ανεγειρόμενη πολυκατοικία. Μετά άπό λίγο οί Τούρκοι εντόπισαν τήν θέση μας, περικύκλωσαν τήν οικοδομή κι άρχισαν νά μας χτυ­πούν μέχρ ι τό τελευταίο φώς.
Οί απώλειες μας όσο προχωρούσε ή ώρα ήταν τρομακτικές. Δέν είχαμε παρά ελάχιστα πυρομαχικά. Περιμέναμε άπό στιγμή σέ στιγμή τήν τελική ,επίθεσή τους. Καμμιά ελπίδα δέν υπήρχε. "Ολα ήταν χαμένα. Ό αγώνας ήταν πιά συμ­βολικός.
Ό λοχαγός διέταξε επίθεση. Οί ευ­ρισκόμενοι στους πάνω ορόφους δέν λάβαμε γνώση τής διαταγής. Οί ΚΑΤΑΔΡΟΜΕΙΣ του πρώτου ορόφου, γύρω στά 15-20 άτομα όρμησαν πρός τά έξω.
Στήν προσπάθεια γιά διάνοιξη του κλοιού, οί μισοί έπεσαν. Ό λοχαγός τραυματίστηκε. Οί Τούρκοι χτυπούσαν συνεχώς.Μας φώναζαν στά Ελληνικά : " Κομμάντος, παραδοθείτε, ξέρουμε οτι είσαστε πάνω στήν πολυκατοικία ". Εμείς χωρίς καμμία πιθανότητα νά σωθούμε, χτυπούσαμε μέ τά ελάχιστα πυρομαχικά πού είχαμε.
Σέ μιά στιγμή κάποιος πού ήταν δί­πλα μου χτυπήθηκε άπό μία ριπή στήν κοιλιά. Ήταν ό δεκανέας. " "Αν είσαι φί­λος πάρε τό όπλο καί αποτέλειωσε με. Δέν μπορώ νά υποφέρω άλλο τόν πόνο ", μοΰ είπε. ' Εγώ προσπαθούσα νά τόν παρηγορήσω : " Περίμενε, μόλις φύγουν θά σέ μεταφέρω καί θά σέ περιθάλψουν" " Εμεινε πεσμένος γιά ένα τέταρτο περίπου.
Άπό τό σημείο πού ήμουν δέν μπο­ρούσα νά τόν πλησιάσω. Τού έριχνα κά­θε τόσο πάνω στά πόδια κομμάτια πλίνθων, γιά νά διαπιστώσω άν είναι ζω­ντανός.
Μέ κάθε κομμάτι πού τοΰ έριχνα, με­τακινούσε ελαφρά κι ανεπαίσθητα τό σώμα του. Τοϋ μιλούσα συνεχώς : " "Αντεξε ακόμη λίγο. Θά σέ πάρω κάτω μόλις νυχτώσει ". Μετά άπό μισή ώρα περίπου, όταν του μίλησα δέν μου απά­ντησε. Παρέμεινε σιωπηλός καί ακίνητος.
Εκείνη τή στιγμή όπως ήμουν στηρι­ζόμενος μέ τήν πλάτη πάνω στή δοκό, δοκίμασα νά τόν πλησιάσω. Δέχτηκα μία σφαίρα στό γόνατο. Πέρασαν 2-3 δευτε­ρόλεπτα γιά νά νιώσω τόν πόνο. Έκοψα μέρος άπό τό χιτώνιο μου καί έδεσα τό τραύμα.

"Οπως ήμουν τώρα δίπλα στόν δεκανέα, είδα ότι ήταν νεκρός. "Επλεε στό αίμα.
Σύρθηκα άργά-άργά πίσω. Είχε ήδη νυχτώσει. Σταμάτησαν οί πυροβολισμοί. Οί Τούρκοι υπέθεσαν οτι δέν έμεινε κανένας ζωντανός κι έτσι άρχισαν νά προχωρούν προς τήν Κηρύνεια.
Δίπλα μου ήταν δύο νεκροί στρατιώ­τες. "Αρχισα κι έγώ νά χάνω αίμα. Δοκί­μασα νά σηκωθώ, άλλά έπεσα κάτω. 'Εκεΐ πού έπεσα, όπως είχα απλωμένα τά χέρια μου, ένοιωσα τό κορμί κάποιου πού πρέπει νά ήταν νεκρός. Τραβήχτηκα ένα μέτρο πιό πέρα. Ηταν ησυχία. Δύο αδελφοί μέ βοήθησαν νά βαδίσω μέχρι τό ισόγειο. Προσπάθησαν νά μέ μεταφέ­ρουν μαζί τους πρός τό βουνό μέσω τοΰ Πέλλαπαϊς, γιά νά μεταβούμε τελικά στή Λευκωσία. Δέν δέχτηκα όμως γιατί θά τούς έθετα κι αυτούς σέ μεγαλύτερο κίν­δυνο.
Μόλις έφυγαν, σύμπτυξα τό Καλασνίκωφ, τό χρησιμοποίησα σάν υποστήριγ­μα καί προχώρησα

' Απομακρύνθηκα άπό τήν πολυκα­τοικία, εισήλθα σ' ένα σπίτι, άφοΰ πέρα­σα άπό τήν αυλή του καί αναπαύθηκα σ' ένα ανάκλιντρο. "Αμέσως αποκοιμήθηκα. Σέ λίγη ώρα όμως ξύπνησα άπό κάποιες ομιλίες.
Εγκαταλείποντας τό σπίτι, στίς 23 ' Ιουλίου, εξαφάνισα κάθε ίχνος τής έκεΐ παρουσίας μου καί ίδιαίτερα τίς κη­λίδες αίματος άπό τό τραύμα μου, πού πιστά μ' ακολουθούσαν. Πήγα σ' ένα χω­ράφι πιό κάτω καί χώθηκα στήν κουφά­λα μιας μεγάλης έλιάς.Έμεινα έκεί  σκε­πτόμενος τί θά πράξω.

Επικρατούσε τόση ησυχία καί τόση ηρεμία, πού ή Κηρύνεια έμοιαζε μέ έρη­μη πόλη.
Έκεί  στήν κουφάλα έμεινα μισή μέ μία ώρα. Σέ κάποια στιγμή κοίταξα τό πόδι μου. Ειχε γεμίσει μυρμήγκια άπό τό αίμα πού στέγνωσε στήν πληγή.' Η κάλτσα κόλλησε πάνω στό πόδι μου μέ­σα στό άρβυλο. Προχώρησα καί είδα ένα σπίτι μέ χαμηλά παράθυρα. Γιά κα­λή μου τύχη ήταν τά εξώφυλλα ανοιχτά, κι έτσι μπόρεσα νά μπώ μέσα. Βρέθηκα στό υπνοδωμάτιο κι έπεσα πάνω στό στρώμα. Ή πρώτη μου δουλειά ήταν νά πλύνω τό πόδι μου. Πλύθηκα, έβγαλα τά στρατιωτικά μου ροΰχα, τά τύλιξα καί τά έκρυψα στό έρμαράκι τοΰ λουτρού, μαζί μέ τά άρβυλα, άφοϋ τά τύλιξα ολα σ' ένα μεγάλο προσόψιο. Τό όπλο τό έβα­λα στό ερμάρι, στό κάτω μέρος. Φόρεσα ροΰχα πολιτικά πού ευτυχώς βρήκα στό μέγεθος μου.
Σέ λίγη ώρα άκουσα νά σπάζουν τό γυαλί τής μπροστινής εξώθυρας. Τήν άκουσα στή συνέχεια ν' άνοιγε ι.
Μπήκαν οί πρώτοι Τούρκοι στρατιώ­τες καί πρόταξαν τά όπλα τους καταπάνω μου....

ΣΤΑΥΡΟΣ ΣΤΑΟΑΚΟΠΟΥΛΟΣ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ομάδα του Κοινού Παρονομαστή δίνει την ευκαιρία στον καθένα να εκφραστεί ελεύθερα χωρίς ύβρεις και προσωπικές αντιπαραθέσεις
Οι απόψεις, θέσεις του συγγραφέα- αρθρογράφου δεν υιοθετούνται απαραίτητα από την συντακτική ομάδα του Κοινού Παρονομαστή
Σχόλια που δεν θα είναι σύμφωνα με το πνεύμα της ομάδος διαχείρισης δεν θα προβάλλονται
Ομάδα Κ.Π