Πέμπτη 17 Μαρτίου 2016

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΒΙΟΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ ΗΡΩΙΚΟΥ ΤΡΟΠΟΥ ΖΩΗΣ: α. Η έννοια της Ελευθερίας


Συνεχίζοντας την ανάρτηση ιδεολογικών θεμάτων από το βιβλίο μας " η Ιδεολογία του Ενιαίου Εθνικιστικού Κινήματος -ΕΝΕΚ και που αποτέλεσαν μέρος από τα μαθήματα της έδρας της Ιδεολογίας της Σχολής Στελεχών (Σ.Σ.) του Κινήματος, περνάμε  στο  10ο κεφάλαιο που αποτελείται από τέσσερα θέματα. Το σημερινό α)Η έννοια της ελευθερίας β) η ελευθερία ως καθήκον γ) Φυλετικός ανθρωπισμός και δ) ο ηρωικός τρόπος ζωής

"Ενα από τά μεγαλύτερα προβλήματα της Φιλοσοφίας εΐναι τό πρόβλημα της ελευθερίας. Αποτελεί πραγματικά Λυδία Λίθο, πού μπορεί κανείς μ' αύτη νά ξεχωρίσει τούς βαθεΐς στοχαστές από τά επιπόλαια πνεύματα, τις μεγάλες φιλοσοφίες άπό τις πομπώδεις ανοησίες.
Ό κόσμος εΐναι μία συνεχής δημιουργία, όπου τά φαινόμενα καί οι υπάρξεις, εξελίσσονται και μεταβάλλονται, συγκρούονται καί αντιμάχονται καί κάθε όν τόσο πιο πολύ ανεβάζει τήν ποιότητα της δημιουργίας, όσο πιό ψηλά βρίσκεται στη σκάλα των αναβαθμών οργανώσεως της Φύσεως.
Αυτόν τόν κόσμο οί αισιόδοξοι θέλησαν νά τόν προσαρμόσουν στο σύστημα τους καί νά μας τόν παρουσιάσουν ώς τόν καλλίτερο δυνατό κόσμο. Τόν ίδιο κόσμο οί απαισιόδοξοι θέλησαν νά τόν προ­σαρμόσουν στο δικό τους σύστημα καί νά μας τόν παρουσιάσουν αντιθέτως, ώς τόν άπαισιότερο δυνατό κόσμο. Αλλά ό κόσμος είναι κάτι πέρα άπό τήν αισιοδοξία καί τήν απαισιοδοξία. Εΐναι μία ζωντανή πραγματικότης.


Τό πρόβλημα της ελευθερίας είναι κατά βάση αξιολογικό, όχι γιατί ή λύση του προσφέρει στόν άνθρωπο ικανοποίηση ή απελπισία, άλλά γιατί τό φορτώνει ή με ευθύνες ή με ουτοπίες.
Τι εΐναι όμως ελευθερία; Πρώτος ό Αρθούρος Σοπενχάουερ επε­σήμανε, ότι ή αντίληψη γιά τήν ελευθερία κατ’ αρχάς εΐναι αρνητική. Γιατί ελευθερία σημαίνει τήν έλλειψη κάθε εξωτερικού καθορισμού στην ιδιαίτερη κίνηση μιας όντότητος. Είδικώτερα γιά τόν άνθρωπο σημαίνει απουσία κάθε όρου περιοριστικού της Βουλήσεως του.
Στόν τομέα αυτόν, άπό τήν λύση πού δίδουν στό πρόβλημα, φαί­νεται σ' όλο τό βάθος ή στενή συγγένεια, πού υπάρχει ανάμεσα στον ιδεαλισμό και στόν υλισμό. Αποκαλύπτεται ότι δέν αποτελούν παρά δύο πλευρές της ίδιας ανθρώπινης κοσμοθεωρητικής στάσεως, δύο διαφορετικές εκφάνσεις μιας κοινής αντιλήψεως γιά τήν ζωή. Πα­ρουσιάζονται ώς δύο αδέλφια, πού χρόνια και χρόνια τώρα μάχονται μεταξύ τους μέ τήν στενοκεφαλιά και τό μίσος, πού μόνο δύο αδέλ­φια μπορούν να επιδείξουν, μά, πού σ' εναν τρίτο είναι ολοφάνερη ή στενή τους συγγένεια, ή κοινή τους καταγωγή, όσο και αν αυτοί ισχυρίζονται τό αντίθετο. Γιατί σέ διάκριση, γιά νά τό πούμε έτσι, ή Δυναμική Κοσμοθεωρία δέν έχει εχθρούς μέ τήν κλασσική έννοια του όρου, παρά μόνον αντιπάλους.

Οί ιδεαλιστές ζώντας σ' έ'ναν κόσμο ιδεαλιστικού ντετερμινι­σμού ([1]), πού του έδωσαν τό όνομα τελολογία, παρουσιάζουν ένα κο­σμοθεωρητικό διχασμό. Μολονότι πιστεύουν ότι υπάρχει ένα υπέρ­τατο σχέδιο, πού έκπηγάζει από τούς υπέρτατους καθοριστικούς παράγοντες τού κόσμου —τις Ιδέες— ταυτόχρονα θέλουν τον άνθρω­πο ελεύθερο από καταναγκασμούς, ξεκομμένο από τό γενικό σχέδιο, στο όποιο επιστρέφει μόνο μέ τήν θέληση του.
Ο'ι μαρξιστές άπό τό άλλο μέρος, ζώντας σε ένα κόσμο υλιστικού ντετερμινισμού, πού τού έδωσαν τό όνομα μηχανοκρατία ή νομοτέ­λεια, παρουσιάζουν και αυτοί ένα κοσμοθεωρητικό διχασμό. Μολο­νότι πιστεύουν ότι υπάρχει ενα υπέρτατο σχέδιο, πού έκπηγάζει άπό τούς υπέρτατους καθοριστικούς παράγοντες τού κόσμου —τού νόμου και της ύλης— και διδάσκουν, ότι τό πνευματικό επίστρωμα του άνθρωπου είναι προϊόν τού περιβάλλοντος του, ωστόσο κατακλύ­ζουν μέ κατάρες καί αναθέματα όλους εκείνους, πού αν υπακούουν ατούς νόμους τού δικού τους περιβάλλοντος δέν μπορούν παρά νά διαφωνούν μαζί τους.

Η ελευθερία αντιμέτωπη μέ τό πεπρωμένο, ή τύχη κατά της αναγ­καιότατος, εΐναι ένας αιώνιος διχασμός στη νευροψυχική δομή τού άνθρωπου. Καί οί δύο έννοιες προέρχονται άπό θεμελιώδη ένστικτα, μόνο, πού σε κάθε εποχή ντύνονται μέ διαφορετικά ρούχα.
Ή ιδέα τού πεπρωμένου ανταποκρίνεται στήν ανάγκη νά βρεθή κάποια ρυθμιστική αρχή, ένα στήριγμα, πίσω άπό τό παγερό καί απειλητικό χάος τού φυσικού κόσμου. Ή ένστιγματική ρίζα της εΐναι ό φόβος, ή κοσμική αγωνία, πού λαχταρά νά καθησυχάσει μέ μία ερμηνεία, δηλαδή μέ τήν αναγωγή τού ξένου καί απειλητικού σε γνώ­ριμο. "Οταν ή ερμηνεία έρχεται άπό πάνω έχουμε τόν ιδεαλισμό. "Οταν ή ερμηνεία έρχεται άπό κάτω έχουμε τόν υλισμό.
Ή ιδέα της Τύχης, ανταποκρίνεται στη θέληση, πού παραμερίζει τά στηρίγματα καί επιζητεί τήν αλήθεια οποιαδήποτε καί να ναι, ακόμη καί «τήν σκληρή, τήν αποκρουστική, τήν τερατώδη αλήθεια. Γιατί υπάρχουν καί τέτοιες αλήθειες» (Νίτσε). Ή ένστιγματική ρίζα της εΐναι τό θάρρος, ή θέληση γιά δύναμη, πού λαχταρά νά άπλωθή και νά κυριαρχήσει.

Μία τέτοια μέθοδος αποτελεί καί τό περιεχόμενο της Βουλησιοκρατίας. Ό κόσμος δέν ερμηνεύεται ούτε άπό πάνω ούτε καί κάτω τώρα. Οι καθοριστικές αρχές δέν εΐναι ούτε ιδέες ούτε υλικοί νόμοι. Ό κόσμος δέν καθορίζεται άπό πουθενά. Ό ΐδιος καθορίζει τόν εαυτόν του. Είναι Ελεύθερος καί γι'αυτό Τυχαίος. Καί ενας τέτοιος κόσμος δέν μπορεί νά εΐναι παρά καθαρή καί ξάστερη Βούληση, άν μέ τόν όρο αυτόν εννοούμε τήν συνθετική αλληλεπίδραση παρορμήσεων καί αναστολών.

Οί Ιδεαλιστές σχηματίζουν τόν καθοριστικό κόσμο των αφηρη­μένων ιδεών. Οί ύλιστές σχηματίζουν τόν καθοριστικό κόσμο της φυσικής νομοτέλειας. Τόσο όμως ή πρός τά πάνω προβολή της αν­θρώπινης ιδιοσυγκρασίας όσο καί ή πρός τά κάτω προβολή της μέ τήν μορφή της χωροχρονικής εμπειρίας δέν επαρκούν γιά νά δώσουν μία αληθινή, ολοκληρωμένη εξήγηση.
Γιά τήν Επιλεκτική Βουλησιοκρατία, ή ερμηνεία είναι όχι άθροι­ση, άλλά σύνθεση τού μερικού μέ τό γενικό. Υπάρχει ενα γενικό σχέ­διο, πού δέν καθορίζει, άλλά καθορίζεται άπό τον κόσμο ώς σύνολο και γι’ αυτόν τόν λόγο τό κύριο, τό ουσιαστικό χαρακτηριστικό του εΐναι τό απρόβλεπτο. Αυτό δεν σημαίνει ότι πέφτουμε στή σφαίρα τού αγνωστικισμού, άλλά ότι χρειαζόμαστε μία μέθοδο, πού δέν θά μας οδηγεί αποκλειστικά σ’ ενα και μόνο δρόμο, άλλά θά ανοίγει μία σειρά άπό πιθανές προοπτικές. Η έρευνα δέν θά είναι μηχανική σι­γουριά, άλλά προσπάθεια διαπιστώσεως.

"Ετσι γεννιέται, ή Επιλεκτική, και τό Διαλεκτικά αναγκαίο ανα­τρέπεται άπό τό Επιλεκτικά πιθανό. Αυτή εΐναι ή γιγαντιαία προσ­φορά της Βουλησιοκρατίαςστήν Επιστήμη.
"Ετσι ό πυρήνας τού ραδίου οσοδήποτε και νά προσπαθήσουμε νά τόν επηρεάσουμε παραμένει εντελώς αδιάφορος στις φυσικές επιδράσεις τού περιβάλλοντος. Διασπάται πάντοτε αυτόματα γιά νά εκπέμψει μία καθωρισμένη ακτινοβολία άπό ακτίνες α, β, γ.
Αυτό σημαίνει ότι ό πυρήνας δέν καθορίζεται άπό αίτια όπως τά αντιλαμβανόμαστε στήν ανθρώπινη κλίμακα. Ή συμπεριφορά του δέν μπορεί νά προοδιορισθή ή νά έξηγηθή μέ δρους ποσοτικής με­τρήσεως ούτε μέ διασκεπτικές διεργασίες, πού βασίζονται σέ στοιχεία της ανθρώπινης εμπειρίας. Τό υπόστρωμα άπ' όπου αναπηδούν πα­ρόμοια φαινόμενα εΐναι πέρα άπό τό χώρο και τό χρόνο, υφίσταται σέ διαφορετικό αναβαθμό οργανώσεως, πού οί σχέσεις του και οι αναφορές του δέν μπορούν ν' αναχθούν στο χωροχρονικό αναβαθμό της εμπειρίας μας, βρίσκονται πέρα άπό κάθε μέτρηση και γι' αυτό εΐναι αδύνατον νά προβλεθούν.

Κάτι ανάλογο συμβαίνει και στό επίπεδο της ζωής. Ό ζωικός αναβαθμός χαρακτηρίζεται άπό δύο βασικές καταστάσεις: τήν άμετατροπία και τήν τελεονομία.
Αμετατροπία ονομάζεται ή ικανότητα, πού έχουν οί ζωντανοί οργανισμοί νά αναπαραγάγουν μία δομή υψηλού βαθμού τάξεως, εναντίον τού δευτέρου νόμου της θερμοδυναμικής, πού επιβάλλει κάθε μακροσκοπικό σύστημα νά μή μπορεί νά εξελίχθη παρά μόνο κατά τήν έννοια της άποδόμησης της τάξεως, πού τό χαρακτηρίζει.
Τελεονομία δέν είναι τίποτε άλλο παρά τό πρόγραμμα, τό σχέ­διο, σύμφωνα μέ τό όποιο ένας οργανισμός ρυθμίζει τίς λειτουργίες του καί αναπαράγεται πρός μία ώρισμένη κατεύθυνση.
Τόσο οί Ιδεαλιστές όσο καί οί ύλιστές έδέχοντο καί δέχονται ότι ή άμετατροπία προστατεύεται, ή όντογονία κατευθύνεται, ή εξέλιξη προσανατολίζεται άπό ενα αρχικό σχέδιο, άπό μία αρχική τελεονομική άρχή, εκδηλώσεις της οποίας εΐναι όλα τά φαινόμενα.

Έδώ ακριβώς φανερώνεται τό προαιώνιο αϊτημα τού άνθρωπου. Προσπαθούσε ήδη άπό τήν πρωτόγονη κατάσταση του νά ερμηνεύσει τά πάντα, μέ βάση ένα σχέδιο, μία σκοπιμότητα. Αυτή ακριβώς ή κα­τάσταση ονομάζεται άνιμισμός καί εΐναι αποτέλεσμα της προβολής στην ανόργανη φύση τού συναισθήματος, πού έχει ό άνθρωπος άπό τήν έντονα τελεονομική λειτουργία τού ιδίου του δικού του κεντρικού νευρικού συστήματος.

Γι αυτό είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτική ή διαπίστωση ότι θέλοντας νά θεμελιώσουν επάνω στους νόμους της ίδιας της φύσεως τό οίκοδόμημα των κοινωνιολογικών δοξασιών του, ό Μαρξ καί ό 'Ένγκελς κατέφυγαν μέ σαφήνεια στην άνιμιστική προβολή. "Ετσι ερμηνεύεται ή περίφημη «αντιστροφή», μέ τήν όποια οί ύλιστές ύποκατέστησαν τήν ιδεαλιστική διαλεκτική τού Χέγκελ μέ τόν διαλεκτικό υλισμό.
Τό αϊτημα τού Χέγκελ είναι ότι οί πλέον γενικοί νόμοι πού διέ­πουν τό σύμπαν στήν εξέλιξη του είναι διαλεκτικής υφής, καί εχει τήν θέση του μέσα σ’ ένα σύστημα πού δέν αναγνωρίζει μόνιμη καί αυθεντική πραγματικότητα παρά μόνο στό πνεύμα. Άν όλα τά γεγο­νότα, όλα τά φαινόμενα δέν εΐναι παρά επί μέρους εκδηλώσεις μιας ιδέας, ή οποία αύτοσκοπείται, εΐναι θεμιτό νά αναζητήσουμε στήν υποκειμενική εμπειρία τής κινήσεως, πού εκτελεί ή σκέψη, τήν αμεσότερη έκφραση τών νόμων τού σύμπαντος. Καί άφού ή σκέψη ενεργεί διαλεκτικά, σημαίνει δτι οί «νόμοι τής διαλεκτικής» διέπουν καί ολόκληρη τήν φύση. Ή άνιμιστική προβολή καθαρή καί ξάστερη δηλαδή.

Οί ύλιστές έκαναν τήν αντιστροφή μέ τήν σκέψη ότι ή νόηση εΐναι τμήμα καί αντανάκλαση τής συμπαντικής κινήσεως καί άφού ή κίνηση της εΐναι διαλεκτική, πρέπει καί ό νόμος τής εξελίξεως τού Ιδίου τού σύμπαντος να εΐναι διαλεκτικός. Πράγμα, πού εξηγεί και δικαιολογεί τήν χρήση όρων όπως αντίφαση, κατάφαση, άρνηση προκειμένου γιά φυσικά φαινόμενα.
Αλλά ή σκέψη και ή νόηση δέν εΐναι αντανάκλαση της συμπαντικής κινήσεως, άλλά ανώτερη ποιότητα, πού προέρχεται άπό τήν νευροψυχική δόμηση τού άνθρωπου. Υπακούει στους δικούς της όρους αναφοράς, πού καμμιά σχέση δέν έχουν μέ τούς φυσικούς όρους.
Στή βάση αυτών των σφαλμάτων υπάρχει σίγουρα ή πλάνη τού ανθρωποκεντρισμού. Ή διαλεκτική μέθοδος φαίνεται νά προσδίδει σ' αυτή νέα υποκατάσταση κάνοντας τόν άνθρωπο όχι πλέον επίκεν­τρο, άλλά φυσικό, ανέκαθεν αναμενόμενο κληρονόμο, ολοκλήρου τού σύμπαντος. Γι' αυτό ακριβώς oi ύλιστές όπως προηγουμένως οί ιδεαλιστές απέκλεισαν τήν θεωρία ότι ό άνθρωπος εΐναι ενα τυχαίο δημιούργημα μέ τήν συνεπαρμένη κοσμολογική προφητεία:

«"Εχουμε τήν βεβαιότητα ότι σέ όλες αυτές τις μεταμορφώνεις της ή ϋλη παραμένει αιώνια ή ϊδια, ότι κανένα από τα κατηγο­ρούμενα της δέν μπορεί ποτέ νά άπολεσθή και ότι, κατά συνέ­πεια, αν κάποια μέρα πρέπει πάνω στή γή νά εξοντώσει, μέ μία αδήριτη αναγκαιότητα, τό υπέρτατο άνθισμα της, τό σκεπτόμε­νο πνεύμα, μέ τήν ϊδια ανάγκη πρέπει, κάπου άλλου και κάποια άλλη στιγμή, νά τό ξαναδημιουργήσει».
Υποσχέσεις αύτοϊκανοποιήσεως, πού προέρχονται άπό τό φόβο της αύτοεξασφαλίσεως.

Δείχνοντας φιλοσοφικά ό Σοπενχάουερ τήν κοινή αφετηρία τών δύο συστημάτων έγραψε μέ τήν χαρακτηριστική απλότητα του:
«Τό θεμελιώδες ελάττωμα όλων τών συστημάτων συνίσταται στή παραγνώριση αυτής της αλήθειας: ότι ή νόηση και ή αίσθηση συσχετίζονται, δηλαδή ή μία υπάρχει γιά τήν άλλη, πώς και οί δύο παραμένουν και εΐναι αλληλέγγυες, πώς ή μία εΐναι αντανά­κλαση της άλλης, μέ μία λέξη ότι στην ουσία εΐναι 'ένα και τό ϊδιο πράγμα, θεωρούμενο άπό δύο διαφορετικές απόψεις. Κι αυτή ή ενότητα εΐναι τό φαινόμενο της Βουλήσεως ή της ιδίας της πραγματικότητος. Και παραγνωρίζουν κατά συνέπεια, πώς και τα δύο είναι δευτερεύοντα και πώς δέν πρέπει νά αναζητούμε τήν αρχή τον κόσμου οϋτε στο ένα, ούτε στο άλλο. Σε μένα ή ύλη καί ή νόη­ση είναι αδιαχώριστα συσχετισμένα. Υπάρχουν μόνο ή μία γιά τήν άλλη καί είναι συνεπώς συσχετισμένες. Ή ύλη είναι ή παρά­σταση τής νοήσεως. Ή νόηση είναι τό μόνο πράγμα, πού στή πα­ράσταση του υπάρχει ή ύλη. Και. τά δύο ενωμένα σχηματίζουν τόν κόσμο ώς Παράσταση, δηλαδή αυτό, πού έλεγε ό Κάντ φαι­νόμενο, κατά συνέπεια κάτι τό δευτερεύον. Τό πρώτο πράγμα εΐναι εκείνο πού φαίνεται, ή ϊδια ή πραγματικότης, σ'εκείνο, πού μαθαίνουμε νά αναγνωρίζουμε τήν Βούληση. Καί τούτο τό ίδιο δέν είναι οϋτε αντιπρόσωπος ούτε άντιπροσωπευόμενος. Ξεχω­ρίζει πέρα γιά πέρα άπό τόν τρόπο τής παραστάσεως του».

Μ’ αυτό τόν τρόπο ό Σοπενχάουερ ικανοποίησε τό αίτημα τής άντικειμενικότητος, δηλαδή τήν συστηματοποιημένη άρνηση νά θε­ωρήσουμε ότι μπορεί νά οδηγήσει σε «αληθινή» γνώση ή οποιαδήποτε ερμηνεία των φαινομένων πού δίδεται μέ προϋποθέσεις, μέ άλλα λό­για μέ «σχέδιο». Ή Βούληση δέν καθορίζεται άπό κανένα σχέδιο, δη­μιουργεί μόνη της σχέδια, μακρυά άπό κάθε καθοριστική άρχή.
Δουλειά τού ανθρώπινου μυαλού εΐναι νά περιγράψει αυτές τις λειτουργίες στους διαφορετικούς αναβαθμούς οργανώσεως τής Φύ­σεως. Μία τέτοια μέθοδος δέν μπορεί νά περιέχει παρά αρχές και νόμους καθοριστικούς. Αυτό σημαίνει ότι ή μέθοδος αυτή δέν θά κά­νει τίποτε άλλο παρά νά καθορίζει τήν πιθανότητα υπάρξεως οποι­ουδήποτε φαινομένου ώς συστήματος και όχι ξεχωριστά ώς τέτοι­ου. Δηλαδή θά προέβλεπε τήν εμφάνιση αντικειμένων, όπως εΐναι οι γαλαξίες ή τά πλανητικά συστήματα, άλλά δέν θά μπορούσε σέ καμμιά περίπτωση νά συναγάγει άπ' αυτές τις αρχές της τήν υποχρεω­τική ύπαρξη τού τάδε αντικειμένου, τού τάδε γεγονότος, τού τάδε ειδικού φαινομένου.

Η ίδια ή ζωή γιά μία τέτοια μέθοδο είναι απρόβλεπτη, μέ τήν ίδια ακριβώς έννοια, πού είναι απρόβλεπτος ό ιδιαίτερος όμοσχηματισμός των ατόμων ενός χαλικιοϋ, στόν άνθρωπο. Ή ζωή σύμφωνα μ' αυτήν τήν θεωρία δέν εχει υποχρέωση νά υπάρχει, εχει όμως τό δι­καίωμα.
Αυτό βέβαιο μπορεί νά άρκεΐ γιά ενα χαλίκι, όχι όμως γιά τόν ίδιο τόν άνθρωπο. Ό άνθρωπος θέλει τόν εαυτόν του απαραίτητο, αναπόφευκτο, διατεταγμένο ανέκαθεν. "Ολοι οί ιδεαλισμοί και οί υλισμοί αποτελούν μαρτυρίες της ακαταπόνητου προσπάθειας της άνθρωπότητος νά αρνιέται απελπισμένα τήν ίδια τήν συμπτωματικότητά της.
Ή Επιλεκτική Βουλησιοκρατία παραμερίζει αυτήν τήν ματαιο­δοξία. Τό σχέδιο δέν κανονίζει τήν ζωή, άλλά ή ίδια ζωή σχεδιάζει. Ή άμετατροπία υπάρχει πριν άπό τήν τελεονομία. Αυτό σημαίνει ότι οποιαδήποτε αλλαγή σ’ αυτήν δέν οφείλεται σέ σχέδιο άλλά σέ μία σειρά άπό πιθανότητες, πού τελικά μία άπ' αυτές επιλέγεται. Αυτό οδηγεί πιά σέ μία ήρωϊκή αντίληψη της ζωής.  





[1]Ντετερμινισμός (determinismus) = αιτιοκρατία: Ή φιλοσοφική αποψις συμ-φώνως προς τήν οποίαν δοθείσης μίας καταστάσεως δυνάμεθα κατόπιν πλήρους περιγραφής καΐ αναλύσεως της να προσοιορίσωμεν τήν νέαν κατάστασιν ή οποία θα πρόκυψη έξ αυτής. Ουσιαστικώς αιτιοκρατία ή καθοριστικισμός ή ντετερμινισμός είναι ή ονομασία μίας ολοκλήρου σειράς θεωριών των όποιων αϊ άπαρχαΐ ετέθησαν ύπό του Αριστοτέλους και είς τάς όποιας ό ανωτέρω ορισμός αποτελεί τό βασικόν γνώρισμα, βλ. Δημ. Ε. Εύαγγελίδη «Πολιτική ορολογία». Νέα Θέσις β'έκδ., σελ. 11, Αθήναι 1996.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ομάδα του Κοινού Παρονομαστή δίνει την ευκαιρία στον καθένα να εκφραστεί ελεύθερα χωρίς ύβρεις και προσωπικές αντιπαραθέσεις
Οι απόψεις, θέσεις του συγγραφέα- αρθρογράφου δεν υιοθετούνται απαραίτητα από την συντακτική ομάδα του Κοινού Παρονομαστή
Σχόλια που δεν θα είναι σύμφωνα με το πνεύμα της ομάδος διαχείρισης δεν θα προβάλλονται
Ομάδα Κ.Π