γράφει ο Δημήτρης Τσούγκος
Α. Η συνθήκη της
Λωζάννης, η οποία απεκλήθη από τα συμβληθέντα κράτη Συνθήκη ΕΙΡΗΝΗΣ, υπογράφηκε
στις 24.07.1923 στην Λωζάννη της Ελβετίας, το μόνο ανεκτό ουδέτερο έδαφος, κατ'
απαίτηση της Τουρκίας, διεπνέετο σύμφωνα με σχετική επίσημη δήλωση, που έχει καταχωρηθεί
στο προοίμιό της, από τον πόθο των συμβληθέντων κρατών, όπως τερματισθεί η
εμπόλεμη κατάστασις, η οποία είχεν συνταράξει τις περιοχές Ανατολικώς της
Ελλάδος, επί μίαν ολόκληρον δεκαετίαν, δηλαδή από το έτος 1914 και εντεύθεν μέχρι
το έτος 1923.
Η
Βρετανική αποκαλούμενη «Αυτοκρατορία» ενδιαφέρετο, πέραν των άλλων, κυρίως να
εξασφαλίσει, δια των υπογραφών όλων των άλλων συμβαλλομένων κρατών, ότι θα έχει
τον πλήρη έλεγχον της Κύπρου, η οποία είχεν ιδιαίτερη Γεωστρατηγική και Γεωοικονομική
σημασίαν δι' αυτήν και η Ιταλία επίσης
ότι θα αποκτούσε, κάθε δικαίωμα και τίτλον επί της Δωδεκανήσου, δηλαδή των
νήσων Αστυπάλαιας, Ρόδου, Χάλκης, Καρπάθου, Κάσσου, Τήλου, Νισύρου, Καλύμνου,
Λέρου, Πάτμου, Λειψούς, Σύμης, Κω, ως και των νησίδων και των βραχονησίδων των
εξ αυτών εξαρτωμένων, καθώς και της νήσου του Καστελλόριζου, σύμφωνα με τον
σχετικόν χάρτην υπ' αριθμ. 2, που ακολουθεί, ως συνημμένο έγγραφο την συνθήκη
της Λωζάννης.
Η
συνδιάσκεψη αυτή, η οποία έλαβεν την τελική μορφή, ως Συνθήκη Ειρήνης της
Λωζάννης, άρχισε στις 20 Νοεμβρίου 1922, μετά διάστημα δηλαδή δύο (2) μόλις
μηνών από την ήττα του Ελληνισμού, στο Μικρασιατικό μέτωπο, διότι εφοβούντο ότι
η Τουρκία με την αλαζονεία του κεμαλικού στρατού και τον «αέρα» της νικήτριας, θα προχωρούσε σε τετελεσμένα
γεγονότα στην ευρύτερη περιοχή που δεν επιθυμούσαν.
Αρχικώς
οι κυβερνήσεις της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ιταλίας, εκ συμφώνου μετά της
Κυβερνήσεως της Ιαπωνίας, με την μέριμνά τους να αποκαταστήσουν οριστικώς την
ειρήνην στην περιοχή, προσκάλεσαν την Ελλάδα, την Ρουμανία, την Σερβία
(αποκαλουμένη τότε Σερβο-Κροατο- Σλοβενία) και τις Η.Π.Α. αφ' ενός και την
Τουρκία αφ' ετέρου για να εξετάσουν από κοινού την επίτευξη ενός εξ ίσου
επιθυμητού αποτελέσματος - συμφωνίας υφ' όλων των Εθνών.
Επίσης
απεφάσισαν, όπως γίνουν δεκτές οι χώρες του Βελγίου και της Πορτογαλίας, για να
συμμετάσχουν στις συζητήσεις επί των οικονομικών και δημοσιονομικών ζητημάτων,
που είχαν προκύψει για αυτές, εκ της εμπολέμου καταστάσεως.
Εξέτασαν
επίσης στην ίδια την συνδιάσκεψη της Λωζάννης, το ζήτημα του καθεστώτος των
Στενών των Δαρδανελλίων, αναθεωρώντας την θνησιγενή Συνθήκη των Σεβρών της 10ης
Αυγούστου 1920, με την οποίαν ρύθμισαν το καθεστώς που θα ίσχυε εκεί, προσκαλώντας
ειδικώς προς τούτο, για να παρίστανται και να λάβουν μέρος στις αποφάσεις, οι
παρευξείνιες χώρες της Βουλγαρίας και Ρωσίας.
Παρά το γεγονός ότι η συνδιάσκεψη της Λωζάννης
ξεκίνησε, όπως προανέφερα στις 20.11.1922, λόγω των προβλημάτων που προέκυψαν,
κατά την διάρκεια των εργασιών της, κυρίως, λόγω της αδιαλλαξίας εκ των
αξιώσεων της Τουρκίας, αλλά και λόγω των συγκρουσμένων συμφερόντων της Αγγλίας,
της Γαλλίας και της Ρωσίας, αυτή οδηγήθηκε σε παρατάσεις και διακοπές, η όλη δε
διαδικασία εισήλθεν στην τελική φάση, μόλις στα τέλη Απριλίου του 1923 και
τελικώς η συμφωνία που προέκυψε απ' αυτήν, υπεγράφη στις 24 Ιουλίου του 1923.
Β. Αξίζει
να σημειωθεί στο σημείο αυτό, για ιστορικούς και μόνον λόγους, ότι
προηγουμένως, διά της συνθήκης των Σεβρών της Γαλλίας, η οποία είχε συναφθεί αμέσως μετά την λήξη του Α΄ Παγκοσμίου
Πολέμου, δηλαδή στις 10.8.1920, μεταξύ των συμμάχων κρατών και της Τουρκίας (η
οποία σημειωτέον δεν εφαρμόσθηκε ποτέ στην πράξη), είχαν συμφωνηθεί ρητώς τα
εξής:
Παραχωρήθηκαν
στην Ελλάδα τα κυριαρχικά δικαιώματα επί ολοκλήρου της περιοχής της Σμύρνης.
Συμφωνήθηκε
η προσάρτησις στην Ελλάδα του μεγαλύτερου μέρους της Ανατολικής Θράκης, μέχρι
της Τσατάλζας, συμπεριλαμβανομένης και της Ευρωπαϊκής ακτής του Ελλησπόντου,
δηλαδή φθάσαμε προ των θυρών της Κωνσταντινουπόλεως, η οποία απ' αυτό το σημείο
απέχει λιγότερο από 35 χιλιόμετρα.
Η
Τουρκία παραιτήθηκε υπέρ της Ελλάδος παντός δικαιώματός της επί των νήσων
Ίμβρου και Τενέδου και ταυτοχρόνως επικυρώθηκε η απόφαση της 13.2.1914 της
Πρεσβευτικής Συνδιασκέψεως του Λονδίνου, περί παραχωρήσεως στην Ελλάδα των
νήσων του Ανατολικού Αιγαίου.
Γ. Η Τουρκία, όπως είδαμε αμέσως ανωτέρω,
ενώ δια της συνθήκης των Σεβρών της 10.8.1920 είχεν δεχθεί άνευ όρων, την
παραχώρηση της κυριαρχίας επί των νήσων Ίμβρου και Τενέδου στην Ελλάδα, τώρα με
τη συνθήκη της Λωζάννης του 1923 άλλαξε γνώμην, διότι ένοιωσε δυνατή πλέον,
[μετά την ήττα της Ελλάδος, κατά την εκστρατεία στην Μικρά Ασία, η οποία
προήλθε από την αλόγιστη προσπάθεια να κατακτήσουμε και την Άγκυρα (κάποιοι από
τους κυβερνώντες της εποχής εκείνης αρέσκοντο να διακηρύσσουν ότι θέλουν να πιούν
ελληνικό καφέ στην Άγκυρα)] και ζήτησε να έχει υπό την επικυριαρχία της τα
νησιά αυτά (δηλαδή των Ίμβρου και Τενέδου).
Ίμβρος και Τένεδος σε σπάνια γεωπολητική θέση γεωστρατηγική θέση |
Αυτό που θέλω να επισημάνω στο
σημείο αυτό είναι ότι κοιτάζοντας κανείς απλώς τον χάρτη της περιοχής, με την
συγκεκριμένη Γεωφυσική διαμόρφωσή του, χωρίς να έχει ιδιαίτερες Γεωστρατιωτικές
γνώσεις, αναρωτιέται τί ζητούσαν οι πολιτικοί, αλλά κυρίως οι στρατιωτικοί μας
ηγέτες με την απερίσκεπτη εκστρατεία να βαδίσουν προς την κατάκτηση της Άγκυρας.
Γιατί ταλαιπώρησαν και οδήγησαν τον Ελληνικό Στρατό στην αχανή έρημο, δίδοντας
ταυτόχρονα τον αναγκαίο χρόνο, ώστε να ανασυνταχθεί ο Τουρκικός Στρατός; Αρκούσαν
κάποιες διαβεβαιώσεις και προτροπές κάποιων φίλων και συμμάχων μας, οι οποίοι
μας άφησαν αβοήθητους, και στήριξαν και βοήθησαν ταυτοχρόνως τους εχθρούς μας.
Αντί να κρατήσουμε την γραμμή του
Σαγγαρίου, διαπραγματευόμενοι στην συνέχεια να πάρουμε την Κωνσταντινούπολη (ΠΟΛΗ),
για να ελέγξουμε γεωστρατηγικά την περιοχή, εμείς παρασυρθήκαμε και βαδίσαμε
ανόητα, μέσω της αχανούς ερήμου, προς την Άγκυρα, για την σχεδόν βεβαία
καταστροφή μας, για την οποίαν είχαν εκφρασθεί αιτιολογημένες αντιρρήσεις δημοσίως,
τόσον από πολιτικούς, όσον και από στρατιωτικούς ηγέτες της εποχής εκείνης.
Η Θράκη, η Κωνσταντινούπολη και ο
έλεγχος των στενών του Ελλησπόντου και του Βοσπόρου μας ήταν υπεραρκετός. Εκεί
έπρεπε να περιορισθούμε και να αξιώσουμε την ευρύτερη περιοχή της ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗΣ.
Θέλω να επισημάνω ότι η περιοχή της Μαύρης Θάλασσας (Εύξεινος Πόντος), την
οποία απεμπολήσαμε εμείς βαδίζοντας προς την Άγκυρα, αποτελούσε από την περίοδο
της αρχαιότητος, πρόσφορο έδαφος για τους Αρχαίους Έλληνες, με την δημιουργία
επικοισμών, που τους χάριζαν πολιτιστική, οικονομική και πολιτική δύναμη. Τα
σιτηρά από τις εκτεταμένες πεδιάδες της Ρωσίας, ο κασσίτερος και ο άργυρος από
τον Καύκασο, ήσαν πόλοι έλξεως για τους φιλόδοξους Αρχαίους Έλληνες.
Ενδεικτικός για τα πλούσια προϊόντα
και την ύπαρξη κοιτασμάτων χρυσού στην περιοχή αυτή είναι και «ο μύθος» της
Αργοναυτικής Εκστρατείας, που έκανε ο Ιάσονας με τους Αργοναύτες, για να πάρει
το "χρυσόμαλλο δέρας", που φυλασσόταν στην Κολχίδα (σημερινή
Γεωργία). Η εκστρατεία αυτή από τις Μυκήνες, για την κατάκτηση της Κολχίδας, η
οποία χρονολογείται γύρω στο 1330 π.Χ., είναι μια ακόμη ένδειξη της Γεωοικονομικής
και Γεωστρατηγικής αξίας της ευρύτερης περιοχής.
Δ. Ειδικώτερα επί της συνθήκης Ειρήνης της
Λωζάννης της
24.07.1993
Η
συνθήκη της Λωζάννης περιλαμβάνει 143 άρθρα, σε τρία μέρη, που πραγματεύονται α)
Πολιτικούς-εδαφικούς όρους, β) Δημοσιονομικούς όρους και γ) Οικονομικούς όρους.
Επίσης επισυνάπτονται σ' αυτήν "ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ, ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΑ, ΕΙΔΙΚΕΣ
ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ, ΔΗΛΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΧΑΡΤΕΣ" για όλα τα θέματα που διαπραγματεύθηκε.
Από
τα άρθρα αυτά ολίγα αναφέρονται στην Ελλάδα, αλλά αυτά που την αφορούσαν και
ρύθμιζαν τις Ελληνοτουρκικές σχέσεις, νομίζω ότι λειτουργούσαν υπέρ των
Ελληνικών συμφερόντων, αν ληφθεί υπ' όψιν ότι είμαστε ηττημένοι από σοβαρά λάθη
των τότε πολιτικών και στρατιωτικών ηγετών μας και μόλις, πριν από ένα έτος
είχαμε ταπεινωθεί από μια σοβαρή στρατιωτική ήττα, την Μικρασιατική καταστροφή.
Συγκεκριμένα,
βάσει της συνθήκης της Λωζάννης ρυθμίσθηκαν, μεταξύ των άλλων, τα εξής:
1.
Με το άρθρο 12 αυτής επικυρώθηκε η απόφαση που είχε ληφθεί στην Συνδιάσκεψη του
Λονδίνου της 13ης Φεβρουαρίου 1914, "σε σχέση με την κυριαρχία της Ελλάδος
επί των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου, της Ανατολικής Μεσογείου και ιδία των
νήσων Λήμνου, Σαμοθράκης, Μυτιλήνης, Χίου, Σάμου, Ικαρίας κτλ".
2.
Με την παράγραφο 2 του άρθρου 134 υπογράφηκε "ότι οι συμφωνίες που
συνομολογήθηκαν μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας, για την ανταλλαγή πληθυσμών
Ελληνικών και Τουρκικών, δεν θα εφαρμοσθούν εις τους κατοίκους της
Κωνσταντινουπόλεως των Πριγκιπονήσων και των περιχώρων, οι οποίοι ήσαν
εγκατεστημένοι εκεί πριν την 30.10.1918 (130.000 χιλ. περίπου κάτοικοι) καθώς επίσης
ότι δεν θα γίνει ανταλλαγή των κατοίκων των νήσων Ίμβρου και Τενέδου".
3.
Με το άρθρο 6 η Τουρκία "παραιτήθηκε υπέρ της Ιταλίας παντός δικαιώματος
και τίτλου επί των κατωτέρω απαριθμουμένων νήσων της Δωδεκανήσου δηλαδή των
νήσων Αστυπαλαίας, Ρόδου, Χάλκης, Καρπάθου, Κάσσου, Τήλου, Νισύρου, Καλύμνου,
Λέρου, Πάτμου, Λειψούς, Σύμης, Κω, των κατεχομένων νυν (τότε) υπό της Ιταλίας
και των νησίδων, καθώς και των βραχονησίδων των εξ αυτών εξαρτωμένων, ως και
της νήσου του Καστελλόριζου".
4.
Με την παράγραφο όμως 1 του ιδίου άρθρου 14 καθορίσθηκε και συμφωνήθηκε ρητά
ότι: "οι νήσοι Ίμβρος και Τένεδος θα παραμείνουν υπό Τουρκική κυριαρχία,
θα απολαμβάνουν όμως ειδικής διοικητικής οργανώσεως. Θα διοικούνται από τοπικά
στοιχεία και η Τουρκία αναλαμβάνει την υποχρέωση να παρέχει πάσαν εγγύησιν εις τον
μη μουσουλμανικόν ιθαγενή όμως πληθυσμόν των δύο αυτών νήσων, σε παν ο,τιδήποτε
αφορά εις την τοπική διοίκησιν και την προστασίαν των προσώπων και των
περιουσιακών τους. Η διατήρηση της τάξεως θα εξασφαλίζεται σ' αυτά τα νησιά
(στο έδαφός τους) δι' αστυνομίας στρατολογουμένης μεταξύ του ιθαγενούς
πληθυσμού με την φροντίδα της ως άνω προβλεπομένης τοπικής διοικήσεως, υπό τις
διαταγές της οποίας θα διατελεί η αστυνομία. Οι συνομολογηθείσες ή όσες πρόκειται
να συνομολογηθούν συμφωνίες, μεταξύ της Ελλάδος και της Τουρκίας, οι οποίες θα
αφορούν την ανταλλαγή των Ελληνικών και Τουρκικών πληθυσμών, δεν θα εφαρμοσθούν
εις τους κατοίκους των νήσων Ίμβου και Τενέδου".
5. Εξ άλλου, σύμφωνα με το άρθρο 16 "η
Τουρκία δηλώνει ότι παραιτείται παντός τίτλου και δικαιώματος πάσης φύσεως επί
των εδαφών ή εν σχέσει προς τα εδάφη, τα οποία κείνται πέραν των προβλεπομένων
υπό της παρούσης Συνθήκης ορίων".
Αυτή
η συμφωνία ήταν εξαιρετικής σημασίας, διότι η Τουρκία από μόνη της δηλώνει προς
την συνδιάσκεψη και δεσμεύεται (expressis verbis) - δια λόγων εκπεφρασμένων
ότι: "Παραιτείται παντός τίτλου και δικαιώματος πάσης φύσεως επί των
εδαφών ή εν σχέσει προς τα εδάφη...".
Κατά
συνέπεια κάθε αξίωση της Τουρκίας μεταγενέστερη, οψίμως, χωρίς να έχει αλλάξει
κάτι στους όρους της Συνθήκης της Λωζάννης είναι παράνομη, προκλητική,
εξοργιστική και έπρεπε να έχει αποκρουσθεί άμεσα.
6.
Σύμφωνα με το άρθρον 20 της Συνθήκης "Η Τουρκία δηλώνει επίσης ότι
αναγνωρίζει την προσάρτηση της Κύπρου ανακηρυχθείσαν υπό της Βρετανικής
Κυβερνήσεως την 5ην Νοεμβρίου 1914. Δηλώνει λοιπόν από μόνη της ότι δεν
διεκδικεί καμμία κυριαρχία στην Κύπρο, την οποίαν αποδέχεται, ως Βρετανική
αποικία".
7.
Με το πρώτο εδάφιο του άρθρου 21 η Τουρκία αποδέχεται τα εξής: "Οι
Τούρκοι, οι εγκατεστημένοι εις την νήσον Κύπρον κατά την 5ην Νοεμβρίου 1914, θα
αποκτήσουν, κατά τα προβλεπόμενα από τον εγχώριον νόμον, την Βρετανικήν ιθαγένειαν,
αποβάλλοντες ως εκ τούτου την τουρκικήν.
Θα
δύνανται, εν τούτοις, επί δύο έτη από της ενάρξεως της ισχύος της παρούσης
Συνθήκης, να ασκήσωσι δικαίωμα επιλογής υπέρ της τουρκικής ιθαγενείας εν
τοιαύτη περιπτώσει, δέον να εγκαταλείψωσι την Κύπρον εντός δώδεκα μηνών, αφ 'ης
ημέρας ασκήσωσι το δικαίωμα της επιλογής.
Ωσαύτως
αποβάλλουσι την τουρκικήν ιθαγένειαν, οι τούρκοι υπήκοοι, οι εγκατεστημένοι εν
τη νήσω Κύπρω κατά την έναρξιν της ισχύος της παρούσης Συνθήκης, οίτινες κατά
την εποχήν αυτήν έχουσιν αποκτήσει ή πρόκειται να αποκτήσωσι την Βρετανικήν ιθαγένειαν,
συνεπεία αιτήσεως υποβληθείσης κατά τας διατάξεις της εγχωρίου νομοθεσίας".
8.
Σύμφωνα δε με το άρθρον 27 ορίζεται ότι: "ουδεμία πολιτική,
νομοθετική ή διοικητική εξουσία ή δικαιοδοσία θέλει
ασκηθεί, δι' οιονδήποτε λόγον, υπό της Κυβερνήσεως ή των αρχών της Τουρκίας
εκτός του τουρκικού εδάφους επί των υπηκόων, εδάφους διατελούντος υπό την
κυρίαρχίαν ή το προτεκτοράτον των λοιπών δυνάμεων των υπογραψασών, την παρούσαν
Συνθήκην και επί των υπηκόων εδάφους αποσπασθέντος της Τουρκίας εννοείται ότι η πνευματική
δικαιοδοσία των θρησκευτικών μουσουλμανικών αρχών δεν θέλει ποσώς θιγεί".
9.
Στα πλαίσια της προστασίας των μειονοτήτων, που δεν ήταν ανταλλάξιμες
συμφωνήθηκαν, μεταξύ των άλλων και τα εξής:
Σύμφωνα
με το άρθρο 37 της Συνθήκης της Λωζάννης: "Η Τουρκία αναλαμβάνει την
υποχρέωσιν, όπως οι διατάξεις που περιλαμβάνονται στα άρθρα 38 έως και 44 της
Συνθήκης αναγνωρισθούν ως θεμελιώδεις νόμοι του Τουρκικού κράτους και ήθελεν
αναλαμβάνει την υποχρέωση όπως ουδείς νόμος ή κανονισμός ή επίσημος τις πράξεις
διατελώσιν εν αντιφάσει ή εν αντιθέσει προς τις διατάξεις αυτές και αναλαμβάνει
την υποχρέωση όπως ουδείς νόμος ή κανονισμός ή επίσημος τις πράξεις κατισχύσει
αυτών κ.τ.λ.".
Ε. Στα
πλαίσια αυτά των ισχυουσών διατάξεων της Συνθήκης της Λωζάννης, ορθώς ο
Οικουμενικός Πατριάρχης στις 29 Απριλίου του έτους 2011 μετέβη, στον ναό του
Αγίου Θεοδώρου Μαλακοπής, στην περιοχή της Καππαδοκίας και ετέλεσε θεία
λειτουργία στο χριστιανικό ποίμνιο. Γι' αυτή την ενέργειά του ο τοπικός
Εισαγγελέας του άσκησε ποινική δίωξη, για να δικασθεί από το Τουρκικό
Δικαστήριο.
ΣΤ. Εμείς όμως θα έπρεπε να μην εφησυχάζουμε,
να αγρυπνούμε διαρκώς (καθημερινώς) για την εφαρμογή των όρων της Συνθήκης της
Λωζάννης και των συναφών συνθηκών που μας αφορούν, αφού δεν αποδειχθήκαμε ικανώτεροι
για κάτι καλύτερο σ' έναν αιώνα περίπου (83 χρόνια), που διέρρευσαν από την
υπογραφή της. Έπρεπε αυτά τα ελάχιστα για τα οποία είχε δεσμευθεί η Τουρκία με
την Συνθήκη της Λωζάννης, ν' απαιτήσουμε να τα τηρήσει απέναντί μας στο ακέραιο.
• Η κυρία προσπάθειά μας και ο
προσανατολισμός της εξωτερικής μας πολιτικής θα έπρεπε να στρέφεται, με κάθε
τρόπο και με κάθε μέσο προς την Τουρκία, ώστε να τηρήσει τις δεσμεύσεις της, που
ανέλαβε προς την Ελλάδα δια της προκειμένης συνθήκης, αλλά
ταυτοχρόνως θα έπρεπε να απαιτήσουμε με αποφασιστικό τρόπο από τα υπόλοιπα
κράτη που συμφώνησαν και υπέγραψαν μαζί μας αυτήν (δηλαδή τις μεγάλες δυνάμεις
της εποχής εκείνης Μεγάλη Βρετανία, Γαλλία, Ιταλία, Η.Π.Α., Ρωσία κ.τ.λ.) να
απαιτήσουν από την Τουρκία, ως εγγυήτριες δυνάμεις την εφαρμογήν των όρων και
των δεσμεύσεών της. Μπορούσαμε επίσης να προσφύγουμε και στον Ο.Η.Ε., που
αντικατέστησε και διαδέχθηκε την Κ.τ.Ε.
• Η προσπάθειά μας αυτή μπορούσε να
γίνει με πάρα πολλούς τρόπους και ειδικώτερα προς τις εγγυήτριες χώρες που
συνυπέγραψαν την Συνθήκη της Λωζάννης, με νόμιμους τρόπους, αλλά και δια της
διπλωματικής οδού.
Θα προχωρήσω ακόμη πιο πέρα και θα
πω συγκεκριμένα (χειροπιαστά για να γίνει κατανοητό)ότι όταν π.χ. η Γαλλία μας ζητούσε ν' αγοράσουμε τα αεροπλάνα της τα Μιράζ 2000, εμείς θα
έπρεπε να έχουμε στο μυαλό μας και να θυμήσουμε στους Γάλλους που θέλανε τα
δισεκατομμύριά μας, για την αγορά των Μιράζ...,
ότι έχουν συνυπογράψει την συνθήκη της Λωζάννης, η οποία
καταστρατηγείται και ποδοπατείται από την Τουρκία απέναντί μας και να τους προβάλλουμε
σχετικά αυτονόητα αιτήματα, για να ολοκληρωθεί η συμφωνία για την αγορά των
αεροπλάνων. Επίσης θα έπρεπε να τους θυμίσουμε ότι αυτοί οι ίδιοι οι Γάλλοι
εκμεταλλεύονται τον βωξίτη και το αλουμίνιο στη χώρα μας, βάσει ευνοϊκών
συνθηκών και διευκολύνσεων (μειωμένο ρεύμα και αφορολόγητα έσοδα - κέρδη). Το
ίδιο αναλόγως μπορούσαμε να πράξουμε με τους Άγγλους, τους Ρώσους, τους Αμερικανούς κτλ.,
σε ανάλογες σημαίνουσες εμπορικές και οικονομικές συμφωνίες.
Επίσης έχουμε μια σημαντική Εμπορική
Ναυτιλία, ήταν κάποτε πρώτη στον κόσμο. Τώρα βεβαίως, είναι τρίτη δεν είναι
πρώτη. Ό,τι και να είναι όμως σήμερα η εμπορική μας Ναυτιλία (έστω και αν είναι
τρίτη), διακινείται, μέσω αυτής ένα μεγάλο μέρος
πετρελαίου για τις βιομηχανικές ανάγκες άλλων χωρών και άλλα εμπορεύματα σημαντικής
οικονομικής σημασίας. Και αυτό μπορούσαμε να το εκμεταλλευθούμε κατάλληλα, όχι
όμως με ερασιτεχνισμούς, αλλά με μια σοβαρή, σταθερά προσανατολισμένη στα
εθνικά μας θέματα εξωτερική πολιτική, που φαίνεται πως δεν υπήρξε στην Ελλάδα
μέχρι σήμερα, ούτε φαίνεται να υπάρξει στο μέλλον. Η πολιτική μας στα εθνικά
θέματα υπήρξεν πρόχειρη, βραχυπρόθεσμη, ερασιτεχνική και όχι αποφασιστική. Δεν
θέλαμε σύγκρουση. Αντίθετα η Τουρκία, αφού πήρε από την Συνθήκη της Λωζάννης
ό,τι θετικό βρήκε, εξυπηρετώντας το κατά τον καλύτερο τρόπο, έγραψε τους υπόλοιπους
όρους αυτής στα παλαιότερα των υποδημάτων της και ιδιαίτερα αυτούς που είχαν
τεθεί προς το συμφέρον μας, της Ελλάδος. Ζήτησε την πιστή τήρηση των όρων
αυτής, εκεί που οι όροι της την ωφελούσαν και συγκεκριμένα στον Μουσουλμανικό
πληθυσμό της Δυτικής Θράκης (Ξάνθη-Κομοτηνή). Μας φώναξε και μας φωνάζει
συνεχώς, μας απείλησε και μας απειλεί, διαμαρτυρήθηκε και διαμαρτύρεται συνεπώς
τους βοηθά (τους Μουσουλμάνους της Θράκης) ακόμη να προσφεύγουν και στις
διεθνείς ενώσεις και στους διεθνείς οργανισμούς διαμαρτύρονται συνεχώς. Έχουν
διδαχθεί ότι στην πολιτική δεν έχει σημασία τι κατέχεις, αλλά το τι απειλείς να
πάρεις.
Και εμείς δεν μπορέσαμε τίποτε να
τους πούμε και δεν απαιτήσαμε τον σεβασμό του Ελληνισμού της Αδριανουπόλεως,
της Κωνσταντινουπόλεως, της Ίμβρου, της Τενέδου, της Σμύρνης
κατ' επιταγήν της συνθήκης της Λωζάννης και για τις σφαγές των Ελλήνων στα
παράλια της Μικράς Ασίας το 1920-22 του 1.100.000 και πλέον νεκρών Ελλήνων και
για την γενοκτονία των Ποντίων και την
σφαγή στην Σαμψούντα 530.000 και πλέον εξ αυτών.
- Η Τουρκία παραβίασε την Συνθήκη
της Λωζάννης, κατά σύστημα και ποικιλοτρόπως (χιλιάδες φορές
και καθημερινά). Έκανε ό,τι μπορούσε ώστε οι πληθυσμοί των Ελλήνων στην
Κωνσταντινούπολη (ΠΟΛΗ), στην Ίμβρο και στην Τένεδο, στην Αδριανούπολη κ.α.,
που δεν ήταν ανταλλάξιμοι, (σύμφωνα με την Συνθήκη της Λωζάννης είχε συμφωνηθεί
ρητώς να παραμείνουν στο τόπο όπου ζούσαν), να τους εκδιώξει και να τους εξαναγκάσει
να φύγουν ταπεινωμένοι και άρον-άρον, από εκεί αφήνοντας τις περιουσίες τους,
τις καταθέσεις τους και όλον τον βιό τους εκεί.
Από τις εκατοντάδες χιλιάδες, που
ήταν κατά την υπογραφή της συνθήκης (στς 24.7.1923) έμειναν σήμερα μερικές
χιλιάδες γύρω στις 2 με 2,5 χιλιάδες, οι οποίοι ζουν τρομοκρατημένοι, τους
έχουν υποχρεώσει οι Τούρκοι ν' αλλάξουν ακόμη και το επώνυμο τους ή να το
παραλλάξουν, έχουν δεσμεύσει τις περιουσίες του και τις καταθέσεις τους, για να
προβούν σε οποιαδήποτε αγοραπωλησία ή συναλλαγή χρειάζονται έγκριση από τις
Τουρκικές υπηρεσίες και από την Γενική Διεύθυνση Βακουφίων για τα ιδρύματα. Ο
Τούρκοι με τις βαρβαρότητες και τους διωγμούς που έκαναν συστηματικώς εναντίον
των Ελλήνων παραβίασαν κατάφωρα την συνθήκη της Λωζάννης, την αγνόησαν παντελώς
και έκαναν, πέραν των άλλων, τα πάντα για να εγκαταλείψει ο μη ανταλλάξιμος Ελληνικός
πληθυσμός την Τουρκία.
Πέραν των παραβιάσεων που εμφανώς,
επισήμως και Διεθνώς διέπραξε η Τουρκία, τις οποίες εμείς προσβλητικά και
μειωτικά ως Έθνος δεχθήκαμε και δεν αντιδράσαμε, ψήφισε σειρά νόμων στο εσωτερικό της, με τους οποίους
παραβίασε και εξουδετέρωσε εις βάρος της Ελλάδος τους όρους της Συνθήκης της
Λωζάννης.
Δημιούργησε
τάγματα εργασίας το 1941, στα οποία ενέταξε αναγκαστικά πολλούς Έλληνες, για να
εργασθούν κάτω από σκληρές και απάνθρωπες συνθήκες εργασίας (από την Ανατολή
μέχρι την Δύση του Ηλίου), με σκοπόν να τους εξαναγκάσει να εγκαταλείψουν την
Τουρκία, πράγμα που τελικώς επέτυχε.
Επέβαλε
το έτος 1942 βαρύ φόρο στην ακίνητη περιουσία, με αποτέλεσμα πολλοί Έλληνες ν' αναγκασθούν
κάτω από το βάρος της φορολογίας (της φορολογικής σεισάχθειας - ως βάρους
οικονομικά δυσβάστακτου) να πωλήσουν τα ακίνητά τους, τα οποία αγόρασαν αντί
ευτελούς αξίας, οι Τούρκοι.
Προέβησαν
με προβοκατόρικο σχέδιο στους Βανδαλισμούς και τους διωγμούς των Ελλήνων της
Κωνσταντινουπόλεως τα έτη 1955 και 1956 και εξανάγκασαν χιλιάδες Έλληνες να
εγκαταλείψουν τα σπίτια και τις περιουσίες τους και να έλθουν στην Ελλάδα, με ό,τι
φορούσαν (με τα ρούχα τους μισά), διότι τους έβαλαν στα Λεωφορεία και τους
λιθοβολούσαν. Λεηλάτησαν τις περιουσίες τους, τα καταστήματά τους και όλο το
νοικοκυριό που είχαν στα σπίτια τους και αυτά που δεν ήθελαν και δεν τους
έκαναν, τα έβγαλαν ως πλιάτσικο στους δρόμους και τα κατέστρεψαν όλα, με μίσος βάρβαρο.
Συνέχισαν
τους διωγμούς και τις απελάσεις κατά των Ελλήνων της Πόλης, της Ίμβρου, της
Τενέδου και της Αδριανούπολης.
Έκλεισαν
το έτος 1971 την Θεολογική Σχολή της Χάλκης.
Οι
Τούρκοι ολοκλήρωσαν τις διώξεις και τις λεηλασίες εις βάρος των Χριστιανών
Ελλήνων κατά τα έτη 1963, 1965, 1967 και το 1974, με φοβερά εγκλήματα κατά της
ζωής των και κατά της περιουσίας τους.
Δέσμευσαν τις περιουσίες, τα ακίνητα, και τις
καταθέσεις των Ελλήνων και των ιδρυμάτων που λειτουργούσαν νομίμως, εκεί, κατά
παράβαση της Συνθήκης της Λωζάννης και κάθε έννοιας δικαίου και ειδικώτερα των
άρθρων 38 έως 44 αυτής.
Μετέτρεψαν την ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ σε τζαμί,
συρρίκνωσαν το Οικουμενικό Πατριαρχείο και τον Πατριάρχη και ψήφισαν νόμους
προς εκφοβισμό και ταπείνωση του ιδίου του Οικουμενικού Πατριάρχου και των
κληρικών του Πατριαρχείου.
Τα λίγα και εναπομείνατα Ελληνικά Σχολεία,
είναι χωρίς δασκάλους και χωρίς βιβλία. Ιδιαίτερα τα Σχολεία της Πριγκίπου και
της Βλάγκας μένουν κλειστά, διότι δεν έχουν κονδύλια, βιβλία και κυρίως
εκπαιδευτικούς, αφού η Τουρκία δεν δίνει άδεια για να μεταβούν δάσκαλοι από την
Ελλάδα. Σε κάποια βιβλία που έχει εκδώσει η Τουρκία στα Ελληνικά, κατά το παρελθόν
για να διδάσκωνται στα Σχολεία γράφει επί λέξει στο κείμενο τους ότι: "Οι
μειονοτικοί είναι προδότες".
Την ίδια στιγμή εμείς στην Ξάνθη και την
Κομοτηνή παρέχουμε πλουσιοπάροχα, κάθε διευκόλυνση, δεχόμαστε Δασκάλους από την
Τουρκία και όλα τα βιβλία που διδάσκωνται στα αμιγώς μουσουλμανικά Σχολεία να
γράφωνται και να έρχονται στην Ελλάδα από την Τουρκία, στην Τουρκική γλώσσα,
χωρίς κανένα έλεγχο για το περιεχόμενό τους από τα αρμόδια όργανα της Ελλάδος.
Το λογαριασμό όμως τον πληρώνουμε κανονικά εμείς. Αυξάνονται, πληθύνονται,
αγοράζουν, πωλούν, οικοδομούν, εκλέγονται Νομάρχες, Δήμαρχοι, Κοινοτάρχες, και
Βουλευτές. Και επίσης δεχόμαστε και έλεγχο για την πιστή εφαρμογή της Συνθήκης
της Λωζάννης, αφού δύο (2) φορές σε διάστημα 2 1/2 ετών έχουν περιοδεύσει εκεί
ο Ερντογάν και ένας τ.Υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας.
Το 1996 η Τουρκία έθεσε θέμα αμφισβητήσεως της
βραχονησίδας Ίμια στο Αιγαίο την κατέλαβε, εμείς υποχωρήσαμε και είχαμε τρεις
(3) ήρωες νεκρούς, ευχαριστώντας ταυτόχρονα τους Αμερικανούς, που εμεσολάβησαν
και μας απέτρεψαν τον πόλεμο με τους Τούρκους!!!
Η Τουρκία, προκειμένου να "εκσυγχρονίσει"
τους νόμους της, όπως δήλωσε, ψήφισε στα τέλη του 2004 ένα Νόμο - Παγίδα, για
τις περιουσίες των Ελλήνων. Αποτελείται από 84 άρθρα, μεταξύ των οποίων, ψήφισε
ρύθμιση, προκειμένου δήθεν να άρει τα εμπόδια που υπάρχουν στις μειονοτικές
βακουφικές περιουσίες - (το θυμήθηκαν 83 χρόνια μετά την υπογραφή της συνθήκης
της Λωζάννης), ώστε να μπορούν τα ιδρύματα να πωλούν τα ακίνητά τους ελεύθερα,
χωρίς έγκριση και άδεια της Γενικής Διεύθυνσης Βακουφιών. Τέτοια ιδρύματα του
Μείζονος Ελληνισμού είναι:
α) Η Μεγάλη του Γένους Σχολή
β) Τα Ιδρύματα Μπαλουκλή,
γ) Το ορφανοτροφείο της Πριγκήτου,
δ) Το Ζάππειο Παρθεναγωγείο,
ε) Το Ιωακείμιο Παρθεναγωγείο και άλλα.
Όμως και αυτός ο νόμος, ο οποίος θεσπίσθηκε
και ψηφίσθηκε εν όψει της επικείμενης εισόδου της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση
και έχει σχέση με τα ανθρώπινα και μειοδοτικά δικαιώματα, τυγχάνει
ανεφάρμοστος, αφού οι τουρκικές υπηρεσίες και οι Τούρκοι δημόσιοι υπάλληλοι
αρνούνται με διάφορες δικαιολογίες την εφαρμογή του, διότι φέρουν μέσα τους εμπεδωμένη
μια φοβία, μέσα σ ένα μισαλλόδοξο κλίμα που έχει καλλιεργηθεί επί εβδομήντα (70)
ολόκληρα χρόνια από το 1935 μέχρι σήμερα, όπου κυριαρχεί η Σωβινιστική και κυρίως
ανθελληνική Τουρκική Παιδεία, στο πλαίσια της διδασκαλίας της οποίας (με πολύ
σωβινισμό, υπερεθνικισμό και επίπλαστο μεγαλοϊδεατισμό) οι Τούρκοι στα Σχολεία
τους διδάχθηκαν ότι οι μειονότητες είναι εχθροί της πατρίδος τους και ότι
ιδιαίτερα οι Έλληνες μειονοτικοί που ζουν στην Τουρκία επιθυμούν και εργάζονται
για τον διαμελισμό της.
Αν είναι δυνατόν, μακάρι να είχαμε τέτοια
δύναμη. Μας υπερεκτιμάνε. Γιατί έτσι κάποιους συμφέρει.
Αμέσως μετά την εφαρμογήν της Συνθήκης της
Λωζάννης, η Τουρκία στην προσπάθειά της να αποδυναμώσει και να καταστήσει ανεφάρμοστες
τις διατάξεις, δια των οποίων είχεν δεσμευθεί να παρέχει πλήρη δικαιώματα και
ελευθερίες στις θρησκευτικές μειονότητες και στην Χριστιανική μειονότητα,
ψήφισε μεταξύ των άλλων τον Ν.2596/ 3.12.1934, με τον οποίον απαγορεύεται στους
κληρικούς να φέρουν εκτός των εκκλησιών το ράσο. Έπρεπε εκτός εκκλησίας να
κυκλοφορούν με πολιτική περιβολή. Αυτό είχεν σαν σκοπό να εξευτελίσουν τον
Οικουμενικόν Πατριάρχην και τοις άλλους κληρικούς του Πατριαρχείου και των Εκκλησιών
στο τουρκικό έδαφος. Ήθελαν δηλαδή ο Πατριάρχης και ο κάθε κληρικός, να
ξεντύνεται μέσα στην Εκκλησία, να βγάζει το ράσο και να φορά πολιτικά ρούχα,
όταν εξέρχεται της Εκκλησίας ή του Πατριαρχείου.
Οι
Τούρκοι αρμόδιοι δικαιολόγησαν την θέσπιση αυτής της διατάξεως, κατά παράβαση
του άρθρου 43 της Συνθήκης της Λωζάννης, ως επιβεβλημένη, λόγω της αρχής της
Λαïκότητος, που αποτελεί την βάση της Τουρκικής Δημοκρατίας και για να μην
σκανδαλίζει, δήθεν, τους πολίτες το ράσο.
Επίσης
η Τουρκία στην προσπάθειά της να εκσυγχρονισθεί δήθεν, για να τηρήσει τις
προϋποθέσεις που τις έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συμπεριέλαβε στον
"εκσυγχρονισμένο" δήθεν ποινικό της κώδικα διάταξη, με την οποίαν καθιερώνεται
το ιδιώνυμο αδίκημα της προσβολής του Τουρκισμού, όχι μόνον με πράξεις, θετικές
ενέργειες, αλλά και με απλή διατύπωση γνώμης, η δε ποινή που επιβάλλεται στον
καταδικασθέντα είναι άνευ μετατροπής και άνευ εξαγοράς. Η αόριστη λοιπόν αυτή
νομική διάταξη περί προσβολής του Τουρκισμού, με πράξεις θετικές ή με απλή
διατύπωση γνώμης για την Τουρκία, τιμωρείται, βάσει του Ποινικού νόμου από τα
Τουρκικά Δικαστήρια και η επιβαλλομένη οποιαδήποτε ποινή (μικρή ή μεγάλη) είναι
άνευ μετατροπής και άνευ εξαγοράς!!!
Δηλαδή
ο καταδικασθείς ακόμη και με δέκα ημέρες φυλάκιση φυλακίζεται στις Τουρκικές
φυλακές!!! Αν είναι δυνατόν τέτοια ποινική μέριμνα για την προσβολή του
Τουρκισμού.
Έπρεπε
να έχουμε καταγγείλει και να καταγγέλλουμε συνεχώς την απαράδεκτη, κατά τα
ανωτέρω και προκλητική συμπεριφορά της Τουρκίας και τις σοβαρώτατες παραβιάσεις
της Συνθήκης της Λωζάννης από μέρους της, εις βάρος της Ελλάδος. Έπρεπε να
έχουμε προσφύγει συστηματικά, στο Διεθνές Δικαστήριο, στον Ο.Η.Ε., σε όλους
τους Διεθνείς Οργανισμούς και στα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια. Έτσι θα είχαμε επιτύχει
σειράν καταδικών εις βάρος της Τουρκίας και θα την είχαμε υποχρεώσει με τις
σχετικές αποφάσεις να σεβαστεί και να εφαρμόζει την Συνθήκη της Λωζάννης, καταδικάζοντάς
την ταυτοχρόνως να μας καταβάλλει σημαντικά ποσά αποζημιώσεων, για κάθε
παραβίασή της.
Αυτό
επέτυχαν οι Ελληνοκύπριοι, στρεφόμενοι κατά των Τούρκων, για την καταπάτηση των
περιουσιών και των κατοικιών τους στην Βόρεια Κύπρο.
Εμείς
όμως τίποτα δεν επράξαμε προς αυτήν την κατεύθυνση, ούτε ακόμη και τις
σημαντικές καταθέσεις που είχαν οι Έλληνες στις Τουρκικές Τράπεζες, ούτε τις
αποζημιώσεις για την καταστροφή των περιουσιών και των κατοικιών των διωγμένων
Ελλήνων από τις περιοχές της Αρχαίας Ελληνικής Ιωνίας, δεν αποδειχθήκαμε ικανοί
ή και δεν θελήσαμε να διεκδικήσουμε μέχρι σήμερα.
Επίσης
αγνοήσαμε πλήρως μια άλλη σημαντικής Γεωστρατηγικής και Γεωοικονομικής σημασίας
συμφωνία την Συνθήκη του Μοντραί που αφορά το καθεστώς ελέγχου του διάπλου και
της θαλασσοπλοΐας των Στενών των Δαρδανελλίων.
Η
συνθήκη που καθώρισε το καθεστώς των Στενών αποφασίσθηκε μετά από διάσκεψη που
έγινε στην Ελβετική πόλη "Μοντραϊ", η οποία διήρκεσε από τις 22αν
Ιουνίου, έως την 20ην Ιουλίου του έτους 1936 και σ' αυτήν έλαβαν μέρος και την
υπέγραψαν τα ενδιαφερόμενα κράτη, ήτοι η Ελλάδα, η Βουλγαρία, η Γιουγκοσλαβία,
η Ρουμανία, η Γαλλία, η Μ. Βρετανία, η Σοβιετική Ένωση, η Ιαπωνία και η Τουρκία.
Η
διάρκεια ισχύος της Συνθήκης αυτής (του Μοντραί) ορίσθηκε για 40 χρόνια, εφόσον
δεν θα γινόταν καταγγελία από κάποιο από τα συμβαλλόμενα κράτη. Όμως, ούτε κατά
την διάρκεια της Συνθήκης αυτής (που ήταν 40 χρόνια), αλλά ούτε και μετά την
λήξη της (στις 20 Ιουλίου 1976), έχει γίνει καμμία καταγγελία αυτής, αλλά ούτε
και ανανέωσή της. Παρά το γεγονός όμως ότι η χρονική διάρκεια και το νομικό
καθεστώς της Συνθήκης αυτής έχει λήξει, η πρακτική του ελέγχου της ναυσιπλοΐας
και της διέλευσης εμπορικών και μη πλοίων συνεχίζεται, ανεξέλεγκτα, κατά την κρίση
και την όρεξη, αποκλειστικά των εκάστοτε Τουρκικών Κυβερνήσεων, οι οποίες
εκμεταλλευόμενες το νομικό κενό και την ΠΛΗΡΗ ΑΔΡΑΝΕΙΑ ΜΑΣ συμπεριφέρονται, ως
κατακτητές στις περιοχές μας.
Εμείς
είχαμε νόμιμο δικαίωμα και άμεσο συμφέρον να καταγγείλουμε την συμφωνία αυτή
και να ζητήσουμε να μας αποδοθεί ο έλεγχος του καθεστώτος των Στενών. Όμως όπως
σε πολλά άλλα Εθνικά μας θέματα και εδώ ΟΛΙΓΩΡΗΣΑΜΕ.
Και
σαν να μην μας έφταναν όλα αυτά βγήκε πρόσφατα ο "Σουλτάνος" Ερντογάν
να αμφισβητήσει την Συνθήκη της Λωζάνης του 1923, καταγγέλλοντας, μεταξύ των
άλλων, ότι η Συνθήκη αυτή δεν ήταν νίκη της Τουρκίας (όπως ισχυρίζονται οι
Κεμαλιστές), αλλά ήττα της Τουρκίας και για να δικαιολογήσει τη θέση του
αναφέρθηκε στα νησιά του Αιγαίου, τα οποία ήταν τουρκικά δήθεν και κακώς
ΠΑΡΑΧΩΡΗΘΗΚΑΝ στην Ελλάδα.
Την
ίδια ακριβώς ημέρα που έκανε τις προκλητικές αυτές δηλώσεις ο Ερντογάν στην 27η
Σύνοδο των Προέδρων των Κοινοτήτων (μουχτάφηδων) σμήνη Τουρκικών αεροσκαφών
οπλισμένα με πραγματικά πυρά έσχιζαν το Αιγαίο κατ' επανάληψη όλη την ημέρα.
Ταυτοχρόνως
την ίδια ημέρα οι γείτονές μας Αλβανοί, προφανώς με υπόδειξη και εντολή της
ίδιας της Τουρκίας και του Ερντογάν (από τους οποίους χρηματοδοτούνται στα
πλαίσια του Ισλαμικού σχεδίου -Τόξου-, κατά της Ελλάδος), βγήκαν και έθεσαν
ξανά θέμα αποζημιώσεως των Τσάμηδων από την Ελλάδα.
Έτσι
επιβεβαιώνεται, δυστυχώς, για μια ακόμη φορά αυτό που είχε πει ο τέως Πρόεδρος
της Δημοκρατίας Χρήστος Σαρτζετάκης, ο οποίος είχε μιλήσει με κατηγορηματικό
τρόπο, ότι είμαστε ΑΝΑΔΕΛΦΟ ΕΘΝΟΣ.
Όμως
παρά την ολιγωρία, τις παραλείψεις, και την προχειρότητα σχεδόν όλων των Ελληνικών Κυβερνήσεων, μπορούμε ΕΣΤΩ ΚΑΙ ΤΩΡΑ
να διεκδικήσουμε σημαντικά πράγματα για τον Ελληνισμό και να υποχρεώσουμε την
Τουρκία να συμμαζευτεί και να καταπιεί την ΑΛΑΖΟΝΕΙΑ ΤΗΣ, με την προϋπόθεση ότι
θα αποβάλλουμε τον ερασιτεχνισμό, την προχειρότητα και κυρίως τον ΝΕΟΡΑΓΙΑΔΙΣΜΟ
και το σύνδρομο του μύθου της ΨΩΡΟΚΩΣΤΑΙΝΑΣ.
ο Δημήτρης Τσούγκος στο 4ο Συνέδριο του ΕΝΕΚ |
Έχουμε
επίσης, ως Έθνος, μία σπάνια Γεωστρατηγική και Γεωοικονομική θέση, με αρκετό
πλούτο.
Μπορούμε,
αν αποβάλλουμε από πάνω μας τον ΝΕΟΡΑΓΙΑΔΙΣΜΟ, να διακηρύξουμε, να
καταγγείλουμε, να απαιτήσουμε και να κερδίσουμε.
Να καταγγείλουμε και να καταγγέλλουμε συνεχώς
την Τουρκία στους Διεθνείς Οργανισμούς, για όλες τις παραβιάσεις που
προαναφέρθηκαν και για όσες ακόμη έχει διαπράξει και διαπράττει.
Να ζητήσουμε την καταδίκη της από τον Ο.Η.Ε.,
το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο και από τα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια ζητώντας να
υποχρεωθεί να μας καταβάλλει ανάλογη αποζημίωση για τις ζημιές που μας έχει
προκαλέσει.
Να διεκδικήσουμε αποζημίωση για όλους τους
Έλληνες που διώχτηκαν από την Τουρκία, μετά την ισχύ της Συνθήκης της Λωζάνης
και κατά παράβαση των διατάξεων αυτής, υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν τις οικίες
τους και τις εστίες τους, καταλείποντας εκεί όλα τα υπάρχοντά τους (οικίες,
καταστήματα, ακίνητα, καταθέσεις στις τουρκικές τράπεζες κ.λ.π.).
Να απαιτήσουμε από τα αρμόδια Διεθνή και τα
Ευρωπαϊκά Δικαστήρια, πλήρη αποζημίωση, τόσο των φυσικών προσώπων των Ελλήνων
που ζούσαν στην Τουρκία (μετά την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λωζάνης), όσο
και των Νομικών Προσώπων Ιδιωτικού και Δημοσίου Δικαίου και των εν γένει Ιδρυμάτων,
που εδραστηριοποιούντο στα εδάφη της (Κωνσταντινούπολη, Αδριανούπολη, Ίμβρος,
Τένεδος, Σμύρνη, Δεκελί, Πέργαμος κ.λ.π.).
Να ζητήσουμε να αποζημιωθούμε για κάθε θετική
ζημία που υπέστημεν, αλλά και για κάθε αποθετική ζημία, από τις αδικοπρακτικές
ενέργειες της Τουρκίας, των κατοίκων της και των οργάνων της, για κάθε πράξη,
ατίμωση, προσβολή και εξευτελισμό, που έχουμε υποστεί ως Έθνος και ως Έλληνες
-Χριστιανοί που διώχθηκαν από τις εστίες τους και λεηλατήθηκαν από τους
Τούρκους ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΤΗΣ ΛΩΖΑΝΗΣ, την οποίαν
μολονότι απεδέχθησαν και υπέγραψαν οι Τούρκοι την παραβίασαν προκλητικά και την
παραβιάζουν, ακόμη και σήμερα συστηματικά εις βάρος των Ελλήνων και των
Ελληνικών συμφερόντων και στις οποίες (προκλήσεις) δεν αντιδράσαμε καθόλου
συστηματικά εμείς. Ούτε βεβαίως και σήμερα η Κυβέρνηση και το Υπουργείο
Εξωτερικών, είδαμε να προβαίνουν, σε κάποια ουσιαστική και αποφασιστική
ενέργεια.
Ιδιαίτερα
δε το Υπουργείο Εξωτερικών, προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση, διότι σε αυτήν την
κατ' επανάληψη πρόκληση του Ερντογάν, για αναθεώρηση της Συνθήκης της Λωζάνης,
απουσίασε παντελώς (έδειξε ότι δεν υπάρχει καθόλου).
για τον Κοινό Παρονομαστή
Δημήτριος
Κων/νου Τσούγκος
Δικηγόρος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η ομάδα του Κοινού Παρονομαστή δίνει την ευκαιρία στον καθένα να εκφραστεί ελεύθερα χωρίς ύβρεις και προσωπικές αντιπαραθέσεις
Οι απόψεις, θέσεις του συγγραφέα- αρθρογράφου δεν υιοθετούνται απαραίτητα από την συντακτική ομάδα του Κοινού Παρονομαστή
Σχόλια που δεν θα είναι σύμφωνα με το πνεύμα της ομάδος διαχείρισης δεν θα προβάλλονται
Ομάδα Κ.Π