Δεν θέλουμε ένα εθνικιστικό κίνημα όπου οι πολίτες θα αδιαφορούν η θα το παρακολουθούν έντρομοι
Και όταν δεν αδιαφορούν να το χρησιμοποιούν σύμφωνα με τις ανάγκες τους.
Θέλουμε ένα εθνικιστικό κίνημα όπου οι πολίτες θα το θαυμάζουν, θα συμμετέχουν, θα δημιουργούν και θα οραματίζονται ένα καλύτερο ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΥΡΙΟ μαζί μας

Παρασκευή 21 Σεπτεμβρίου 2012

Ο Ιωάννης Συκουτρής (Σμύρνη, 1 Δεκεμβρίου 1901 — Ακροκόρινθος, 21 Σεπτεμβρίου 1937)


   
Ο Ι. Συκουτρής γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1901. Τα οικονομικά μέσα της οικογένειάς του ήταν περιορισμένα αλλά οι εξαιρετικές σχολικές επιδόσεις του τού εξασφάλιζαν την οικονομική υποστήριξη της αρχιεπισκοπής Σμύρνης ώστε να κατορθώσει να ολοκληρώσει την φοίτησή του στο σχολείο. Οι φιλολογικές του επιδόσεις φάνηκαν ήδη από τα κείμενα που έγραφε σε σχολικό περιοδικό και από την ικανότητα χειρισμού της αρχαίας ελληνικής γλώσσας. Το 1918 αποφοίτησε από την Ευαγγελική Σχολή και διορίστηκε δάσκαλος στο χωριό Γκιαούρκιοϊ της Μαγνησίας. Το 1919 γράφτηκε αναδρομικά ως δευτεροετής στην Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, από την οποία αποφοίτησε το 1922. Τα χρόνια των σπουδών του τα
οικονομικά προβλήματα συνεχίζονταν, αλλά κάλυπτε τις ανάγκες του με την εργασία του ως βοηθού στο Σπουδαστήριο της Φιλοσοφικής Σχολής και με τα έσοδα από τις υποτροφίες του Σεβαστοπούλειου Διαγωνισμού, στον οποίον συμμετείχε δύο φορές. Τα επόμενα δύο χρόνια μετά την αποφοίτησή του εργάστηκε ως καθηγητής στο Παγκύπριο Ιεροδιδασκαλείο της Λάρνακας και παράλληλα ασχολήθηκε με την μελέτη ποικίλων εκφάνσεων του κυπριακού πολιτισμού και προσπάθησε να οργανώσει την πνευματική και επιστημονική ζωή του τόπου ιδρύοντας συλλόγους και εκδίδοντας το περιοδικό Κυπριακά Χρονικά. Το 1924 επέστρεψε στην Αθήνα και το 1925 αναγορεύτηκε διδάκτωρ και αναχώρησε για σπουδές Κλασικής Φιλολογίας στην Γερμανία, όπου παρέμεινε μέχρι το 1929. Σπούδασε στα πανεπιστήμια του Βερολίνου και της Λειψίας κοντά σε μεγάλους φιλολόγους όπως οι U. von Wilamowitz και W. Jaeger.

 Εκείνα τα χρόνια ήταν τα πιο παραγωγικά σε φιλολογικές μελέτες τις οποίες δημοσίευε σε πολλά φιλολογικά περιοδικά. Η διδακτορική του διατριβή είχε θέμα τον Επιτάφιο του Δημοσθένη για τους πεσόντες Αθηναίους οπλίτες της Χαιρώνειας, οποίος εθεωρείτο νόθο έργο και ο Συκουτρής απέδειξε ότι ήταν γνήσιος. Ενδεικτικό της φήμης που απέκτησε είναι το γεγονός ότι ο Wilamowitz τον είχε εντάξει στον φιλολογικό σύλλογο Graeca Wilamowitziana, τον οποίον αποτελούσαν φιλόλογοι οι οποίοι στις συναντήσεις του ερμήνευαν κλασικούς Έλληνες συγγραφείς. Ο Συκουτρής ήταν το μόνο μέλος μη γερμανικής καταγωγής που συμμετείχε στον σύλλογο. Εκτός από τις ποικίλες δημοσιεύσεις σε φιλολογικά περιοδικά ο Συκουτρής ανέλαβε και την έκδοση των λόγων του Δημοσθένη για τον εκδοτκό οίκο Teubner.



Μετά την επιστροφή του στην Αθήνα άρχισε να διδάσκει στο Αρσάκειο και το 1930 εξελέγη υφηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Το εναρκτήριο μάθημά του είχε το θέμα «Φιλολογία και ζωή». Παράλληλα με τις παραδόσεις μαθημάτων στο Πανεπιστήμιο και τις δημοφιλείς διαλέξεις και τα σεμινάρια σε ποικίλα θέματα, όχι μόνο κλασικής, αλλά και νεοελληνικής και σύγχρονης ευρωπαϊκής λογοτεχνίας, συνέχισε το επιστημονικό του έργο. Ανέλαβε την πρωτοβουλία για την οργάνωση της σειράς Ελληνική Βιβλιοθήκη της Ακαδημίας Αθηνών, η οποία θα περιελάμβανε σχολιασμένες και μεταφρασμένες εκδόσεις κειμένων της αρχαίας ελληνικής γραμματείας.
 Το 1934 εξέδωσε τον πρώτο τόμο της σειράς, το Συμπόσιο του Πλάτωνα, και άρχισε να προετοιμάζει την έκδοση της Ποιητικής του Αριστοτέλη (η οποία εκδόθηκε το 1937 μετά τον θάνατό του). Το 1933 του προτάθηκε η έδρα της κλασικής φιλολογία του Πανεπιστημίου της Πράγας, αλλά δεν αποδέχτηκε την θέση. Το 1936 υπέβαλε υποψηφιότητα για την έδρα καθηγητή της Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας στην Φιλοσοφική Σχολή. 

Από εκείνη την χρονιά, και με αφορμή το κεφάλαιο της εισαγωγής του Συμποσίου που αναφερόταν στις γενετήσιες σχέσεις στην αρχαία Ελλάδα και ειδικότερα στην παιδεραστία, άρχισε να δέχεται πολλές επιθέσεις από ακαδημαϊκούς και εξωακαδημαϊκούς κύκλους, αρχικά από την εφημερίδα Επιστημονική Ηχώ και στην συνέχεια από διάφορους συλλόγους και από την Ιερά Σύνοδο. Για το ίδιο θέμα κατατέθηκαν εναντίον του δύο μηνύσεις. Ο Συκουτρής ανέτρεψε ένα προς ένα τα επιχειρήματα των αντιπάλων με δημοσίευμά του «Η εκστρατεία κατά του Συμποσίου. Τα κείμενα και οι κολουροπώλαι, 1937». Απογοητευμενος από τον κοινωνικό του περίγυρο, πληγωμένος από την εναντίον του καταφορά, διαβλέποντας καθαρά που οδηγούσε τον κόσμο η παράφορη βία του γερμανικού ολοκληρωτισμού (το καλοκαιρινό ταξίσι του, το 1937 στη Γερμανία πρέπει να συνέβαλε αποφασιστικά στο αποενοημένοτου διάβημα), κλείστηκε στον εαυτό του, «υπερήφανος μέσα εις το άβατον τέμενος της μοναξιάς του» έτσι χαρακτηρίζει ο ίδιος τον «ηρωικό» άνθρωπο) και τελικά οδηγήθηκε στον αυτοχειριασμό.[1]
Ο Ιωάννης Συκουτρής αυτοκτόνησε στις 21 Σεπτεμβρίου του 1937.


Ταινιοθήκη Τηλεόρασης





Φιλοσοφία Της Ζωής                                  

                                 


     Στο βιβλίο αυτό του Ι. Συκουτρή, περι­έχονται 3 κεφάλαια βασισμένα σ' αντίστοιχα μαθήματά του προς την Ελευθέρα Σχολή Κοινωνικής Προνοίας. "Το Νόημα Της Ζωής", "Περί Του Προβλήματος Της Ευτυχίας", "Τύποι Αντιλήψεως Της Ζωής". Σ' αυτό το τελευταίο, ανα­φέρεται σ' έξι περιπτώσεις αντιλήψεως της ζωής, που αντιστοιχούν σ' έξι ιδεατούς ανθρώπινους τύπους. Έτσι, αφού περιγράψει τη θρησκευτική, τη μηδενιστική, την ευδαιμονιστική, την ανθρωπιστική αντίληψη της ζωής και την αντίληψη του αντικειμενικού έργου, θα καταλήξει αναφερόμενος στην ηρωική αντίληψη της ζωής.
     Αυτό το τελευταίο, υπέροχο κείμενο παρατίθεται εδώ.

Η Ηρωική Αντίληψις Της Ζωής   

     Η ηρωική αντίληψις της Ζωής αναχωρεί από την αρχήν, ότι η Ζωή είν' ένας διαρκής αγών, μία αδιάκοπος, χωρίς τέρμα και χωρίς σταμάτημα, μάχη εναντίον της φύσεως, εναντίον των άλλων ανθρώπων, εναντίον του εαυτού μας. Επομένως και ο άνθρωπος, κάθε γενεάς, αποτελεί μίαν συνεχή  μ ε τ ά β α σ ι ν  προς κάτι άλλο, προς κάτι ανώτερον. Όχι προς ένα διαφορετικόν είδος οργανικού όντος (τον υπεράνθρωπον π.χ. του Nietzsche), αλλά προς το να γίνη φορεύς μιας ανωτέρας, δηλαδή εντονωτέρας και πλουσιωτέρας μορφής της Ζωής. Έτσι κάθε άνθρωπος αξιόλο­γος είν' ένας  πρόδρομος,  που αντλεί το νόημα της υπάρ­ξεώς του όχι από το παρελθόν ούτ' από το παρόν, αλλ' από το μέλλον και μόνον. Το παρελθόν ως παρελθόν το αγνοεί, προς το παρόν ευρίσκεται εις πόλεμον συνεχή. Όχι μόνον προς εκείνο το παρόν, το οποίον δεν είν' εις την ουσίαν του παρά επιβίωσις του παρελθόντος, ή μάλλον διατήρησις του σώματος αυτού οφειλομέν' εις την δειλίαν ή την νωθρότητα των συγχρόνων ανθ­ρώπων· ο ηρωικός άνθρωπος μάχεται και προς το γνήσιον πα­ρόν, το παρόν που ζη γύρω του και ζη μέσα του.


     Και εδώ ακριβώς κείται η  τ ρ α γ ι κ ό τ η ς  του ηρωικού ανθρώπου. Ριζωμένος είναι βαθύτατα εις το παρελθόν, τού οποίου είναι το εκλεκτότερον κάρπισμα· μέσα του συμπυκνώνει εις μοναδικόν βαθμόν εντάσεως το παρόν - και όμως αρνείται το παρόν και το μάχετ' εν ονόματι του μέλλοντος, το οποίον ζη ο ίδιος προληπτικώς μόνον ως πραγματικότητα μέσα του. Και το μάχεται με τα όπλα και την ρώμην της ψυχής του, που είναι του παρόντος όπλα και ρώμη, το οποίον κατ' αυτόν τον τρόπον χρη­σιμοποιεί ταυτοχρόνως και καταπολεμεί. Έτσι τοποθετεί ο ίδιος τον εαυτόν του, εκλέγων ούτως ειπείν το επικινδυνότερον σημείον, μέσα εις την ορμήν και την οργήν παντοδαπών συγ­κρούσεων. Συγκρούσεων προς τούς συγχρόνους του, οι οποίοι τον μισούν, διότι μισούν το μέλλον εις το πρόσωπόν του. Συγ­κρούσεων προς τον ίδιον τον εαυτόν του, μιας πάλης μεταξύ της πραγματικότητάς του, που ανήκει εις το παρόν, και των δυ­νατοτήτων του, που ανήκουν εις το μέλλον, που ε ί ν α ι το μέλλον, που θα τας πολεμήση και πάλιν εν ονόματι άλλων δυνα­τοτήτων από την στιγμήν που θα γίνουν πραγματικότης.
     Κατ' αυτόν τον τρόπον ζη  τ α υ τ ο χ ρ ό ν ω ς  ο ηρωικός άνθρωπος τον μεγαλύτερόν του πόνον και την μεγαλυτέραν του ελπίδα. Ζη την συντριβήν και τον πόνον του, αλλά ζη μαζί και την ηθικήν αναγκαιότητα του πόνου και του χαμού του. Κάτι περισ­σότερον: Ερωτεύεται την συντριβήν του, την χαίρετ' εκ των προτέρων, αντλεί την ιλαρωτέραν του ακριβώς παρηγορίαν από την συντριβήν του.

     Αισθάνεται πως είναι διαλεγμένος από την Μοίραν ως αγωνιστής και ως μάρτυς - περισσότερον ως μάρτυς, αφού την επιτυχίαν δεν την μετρεί με αποτελέσματ' άμεσα, με αριθμούς και μεγέθη, δεν την μετρεί καν διόλου. Είναι το αλεξικέραυνον, που θα συγκεντρώση επάνω του (θα προσελκύση μάλλον εθε­λουσίως) όλας τας καταιγίδας και όλα τ' άστροπελέκια, διά να προστατευθούν τα κατοικητήρια των ειρηνικών ανθρώπων. Αλ­λά θα το κάνη όχι από πνεύμ' αλτρουισμού και εθελοθυσίας υπέρ των άλλων. Εις την ετοιμότητα του κινδύνου τον σύρει με ακαταμάχητον έλξιν η  α ι σ θ η τ ι κ ή,  θα έλεγα, γοητεία του κινδύνου, η συναίσθησις ότ' είναι  π ρ ο ν ό μ ι ο ν  των εκλε­κτών (όχι καθήκον ή πράξις φιλανθρωπίας) να συντρίβωνται  υ π έ ρ  των άλλων,  υ π ό  των άλλων - το πολυτιμότερον προνό­μιον! Ο ηρωικός άνθρωπος δεν είναι το άνθος, δεν είν' ο καρπός - αυτά αντιπροσωπεύουν το παρόν και του παρόντος την ανεπιφύλακτον χαράν. Είναι ο σπόρος που θα ταφή και θα σαπίση, διά ν' αναφανή το άνθισμα και το κάρπισμα. Είν' εκείνος που θάπτεται διά να εορτασθή η  α ν ά σ τ α σ ι ς,  και ανάστασις χωρίς ταφήν δεν υπάρχει.

     Αλλ' ο ηρωικός άνθρωπος δεν δείχνεται εις την συντριβήν του μόνον, ή και εις την ετοιμότητα έστω προς συντριβήν. Ειδε­μή, η ηρωική αντίληψις θα ήτο ιδεώδες θανάτου μόνον όχι μορφή ζωής -και τι ζωής! Ο ηρωικός άνθρωπος και μόνος αυ­τός ζη  έ ν τ ο να  και  π λ ο ύ σ ι α  ολόκληρον την ζωήν. Αλ­λά το να ζήση έντονα δεν σημαίνει δι' αυτόν ό,τι συνήθως νοού­μεν με την έκφρασιν αυτήν: να δοκιμάζη άφθονα και δυνατά τας απολαύσεις και τας ηδονάς της Ζωής.
     Δεν τας αγνοεί βέβαια τας απολαύσεις της Ζωής ο ηρωικός άνθρωπος αλλά τας δοκιμάζει τόσον, όσον χρειάζεται να τας ξεπεράση, τας γνωρίζει τόσον, ώστε να εννοή, ότι κατά βά­θος παραλύουν μάλλον την δύναμιν του ανθρώπου, και ας τού χαρίζουν την ψευδαισθησίαν της εντατικότητος και της πλησμο­νής. Έπειτα, τας απολαύσεις αναζητεί εκείνος που ζητεί να πάρη από την Ζωήν, όχι εκείνος που έχει να της δώση - και σε πλουτίζει όχι το να παίρνης αλλά το να  δ ί δ η ς.

     Η έντονος αυτή ζωή είναι κατ' ανάγκην  π ο λ υ μ ε ­ρ ή ς,  τόσον πολυμερής, ώστε να την ευρίσκουν πολυπράγμονα όσοι μετρούν τον πλούτον των εκλεκτών φύσεων με την πενίαν της ιδικής των, όσους δεν αφήνει ο φθόνος ν' αναγνωρίσουν εις ένα σύγχρονόν των τον όλβον των αγαθών, που δεν έχουν εκεί­νοι. Ο ηρωικός άνθρωπος χαίρεται πολλάς μορφάς ζωής συγ­χρόνως, και τας χαίρεται όχι εξωτερικώς, σαν αισθητικόν θέαμα ή διά να ικανοποιήση την περιέργειάν του.  Μ έ σ α  τ ο υ  ζη όλας αυτάς τας μορφάς της Ζωής, τας αφομοιώνει μέσα του και τας αποδίδει με τον  προσωπικόν  του τρόπον. Η ψυχή του ομοιάζει μ' ένα έδαφος λιπαρόν και βαθύ, εις το οποίον κάθε σπόρος άνετα θ' ανθοβολήση και θα καρπίση. Έτσι μεταμορφώνεται, χωρίς να χάνη τον εαυτόν του. Ζη ταυτοχρόνως με πολλούς, όπως ο τραγικός ποιητής ο μεγαλοφυής, που ζη μέσ' απ' όλα του τα πρόσωπα, και όμως παραμένει ο ίδιος και ως ύπαρξις και ως διάνοια. Και δεν ζη μόνον πολλάς μορφάς Ζωής· συγκλονισμούς συγκλονίζεται πολλούς, συντριμμούς συντρίβε­ται πολλούς, μυρίους θανάτους αποθνήσκει.


     Αλλ' η πολυμέρεια αυτή δεν σημαίνει και  δ ι ά σ π α σ ι ν,  απώλειαν έρματος ατομικού, διάχυσιν και θόλωμα του πυρήνας της προσωπικότητας - αυτό συμβαίνει στους πολλούς, όταν ποτέ θελήσουν να είναι πολυμερείς. Διά τον ηρωικόν άνθρωπον η πολυμέρεια δεν αίρει τη συγκέντρωση· τη καθιστά ισχυρο­τέρα, την  α π ο δ ε ι κ ν ύ ε ι  ισχυροτέραν. Δεν θα ήτον ηρωικός άνθρωπος, αν δεν ήτο μία δυνατή προσωπικότης, και δυνατή προσωπικότης σημαίνει ισχυρόν κεντρικόν εγώ, που να συγκρατή τας ψυχικάς περιπετείας και τα εξωτερικά περι­στατικά, τα πετάγματα και τα ενδιαφέροντα εις μίαν σφικτο­δεμένην ενότητα όχι μόνον χρονικής διαδοχής, αλλά συνο­χής λογικής, αναγκαιότητος ηθικής.

     Η πολυμέρεια του ηρωικού ανθρώπου παρέχει πολλάκις την εντύπωσιν  αντιφατικότητος.  Είναι τόσον πλουσία η προσωπικότης του, ώστε το καθένα της μέρος, η καθεμία της πλευρά, θα ημπορούσε ν' αποτελή (και αποτελεί διά τους πολ­λούς) έναν αυτόνομον κόσμον, διαφορετικόν από τον κόσμον που θα ημπορούσε ν' αποδώση μία άλλη πλευρά του. Είναι λοι­πόν ν' άπορής πώς οι πολλοί τας ευρίσκουν ασυμβιβάστους; Αλλ' ο ηρωικός άνθρωπος δεν ομοιάζει με τους καλούς και φρονίμους αμαξάδες, οι οποίοι οδηγούν το αμαξάκι των «βραδέως αλλ' ασφαλώς» από τους δρόμους τους στρωτούς και τους ήσύχους προς το τέρμα, που άλλοι καθώρισαν. Με τον ηνίοχον ομοιάζει, που κυβερνά τέσσαρα, οκτώ ίσως θυμοειδή άλογα - και το καθένα των σπεύδει ασυγκράτητον προς αυτοβούλους κατευθύνσεις. Τα κυβερνά με δυνατό χέρι, χωρίς όμως και να εξουδετερώνη εκείνων την ορμητικότητα και την επαναστατι­κότητα. Ειδεμή, τί θέλγητρον θα είχε δι' αυτόν η ηνιοχεία; Το «βραδέως αλλ' ασφαλώς» δεν το ξέρει· λογαριάζει και τας πτώ­σεις, διότι μόνον όπου υπάρχουν πτώσεις δίδετ' ευκαιρία και ανυψώσεων.

     Πράγματι ο  π ό λ ε μ ο ς  κι ο  κ ί ν δ υ ν ο ς  είναι το στοιχείον του, η απαραίτητος τροφή του. Ο πόλεμος λέγω και η νίκη, όχ' η  ε π ι τ υ χ ί α.  Η επιτυχία δεν είναι πάντοτε νίκη· είναι νίκη εξωτερική, εξωτερικός πλουτισμός εις επιτεύγματα και κέρδη - να σαν τα ρεκόρ συγχρόνου αθλητού, που μετρούνται με δευτερόλεπτα και υφεκατοστόμετρα. Αλλ' ο ηρωικός ζητεί την νίκην εκείνου που χαίρεται το ότι επολέμησε, το ότι εκινδύνευσε, το ότι αντέστη την νίκην ως ευκαιρίαν μόνον να ζήση έντόνους και αγωνιώδεις στιγμάς. Και παρομοία νίκη συνυπάρχει κάλλιστα με την αποτυχίαν εις τους αντικειμενικούς σκοπούς, καθώς η αποτυχία των τριακοσίων εις τας Θερμοπύλας...

     'Αλλωστε γενικώς η επιτυχία είναι διά τον ηρωικόν άνθρω­πον μία λέξις, μία πραγματικότης ίσως -όχι  α ξ ί α.  Δεν την ξέρει, ούτε τον ξέρει εκείνη. Αν επίστευεν ολιγώτερον εις τον εαυτόν του, θα ήτο δι' αυτό απογοητευμένος. Αν επίστευεν ολι­γώτερον εις της Μοίρας την σοφίαν, θα ήτο απαισιόδοξος. Αλλ' επιτυχία σημαίνει πραγματοποίησις σκοπού, που ευρίσκετ' έξω μας, κι εκείνος έχει  μ έ σ α  τ ο υ  τον σκοπόν και το νόημα της υπάρξεώς του. Απέναντι αυτού τίποτε δεν μετρεί, ούτ' ή ζωή του ούτ' η ευτυχία του. Και τί μεγαλύτερον θα ημπορούσεν η επιτυχία να τού προσφέρη;
     Έπειτα η επιτυχία σημαίνει φρόνησιν, και η φρόνησις είναι προσαρμογή της ψυχής προς τα πράγματα,  κ α τ α β ι­ β α σ μ ό ς  δηλαδή και ολιγάρκειά της, διά να συμμορφωθή προς την καθημερινότητα του εξωτερικού κόσμου. Ενώ η σοφία και η αποστολή του ηρωικού είναι ν'  α ν α β ι β ά σ η  τα πράγματα προς την ψυχήν του, να τα γεμίση με νόημα τόσον, ώστε να γίνουν αντάξιά του. Δι' αυτό παρέχει την εντύπωσιν άφρονος κι  ε ί ν α ι  άφρων. Έχει την αφροσύνην του παιδιού, που στερείται την πολυύμνητον αυτήν πείραν της πραγματικότητας, η οποία είναι κατά βάθος όκνος και ολιγοπιστία. Ενώ το παιδί είναι παιδί, ακριβώς διότι πιστεύει, διότ' ημπορεί ακόμη να πιστεύη, ανεπιφύλακτα. Ο ηρωικός άνθρω­πος είν' ο αιωνίως νέος - τι να την κάνη την φρόνησιν; Είναι διά τους πεζούς και τους νοικοκυραίους, που βαδίζουν ήσυ­χα και ομαλά τον δρόμον της ζωής των. Εκείνος όμως δεν βα­δίζει· χορεύει.

     Αυτός είν' ο λόγος που θεωρείται και είναι άνθρωπος  α β ο ή θ η τ ο ς  εις την συνήθη πρακτικήν ζωήν. Και ένας άλλος λόγος: δεν έχει τη φρόνησιν να  δ υ σ π ι σ τ ή  προς τους γύ­ρω του. Να δυσπιστή προς τί; Διά ν' αποφύγη κινδύνους; Μα αυτούς είναι ακριβώς, που αναζητεί η ψυχή του. Τούς αναλαμβάνει όχι από επαγγελματικήν συνήθειαν η από βιοπορι­στικόν καταναγκασμόν -οι ακροβάται και οι θηριοδαμασταί θα ήσαν τότε οι ηρωικώτεροι των ανθρώπων- αλλ' ως εσωτερικήν προσταγήν της μοίρας του, ως το ιερώτερον δικαίωμα που τού δημιουργεί η υπεροχή του. Οι πολλοί καμαρώνουν δι' όσους κινδύνους απέφυγαν, όχι δι' όσους υπεβλήθησαν· περιγράφουν τας επιτυχίας, που επραγματοποίησαν, και υπερηφανεύονται διά την εξυπνάδα των. Αλλά διά τον ηρωικόν άνθρωπον, το εί­δαμεν: η επιτυχία δεν αποτελεί ούτε κριτήριον ούτε ιδεώδες· ιδεώδες του και κριτήριον: να ζήση δυνατός και ωραίος. Και είναι γενναιότερον και ωραιότερον ν' αδικηθής παρά ν' αδικήσης, να εξαπατηθής παρά να εξαπατήσης.

     'Αλλωστε προς τί να εξαπατήση; Εξαπατούν οι ετεροκεν­τρικοί, αυτοί που ασχολούνται διαρκώς με τους άλλους, διά να τούς αντιγράφουν ή να τούς φθονούν ή και τα δύο μαζί. Απασχολούνται κατ' ανάγκην, αφού δεν είναι τόσον πλούσιον το εγώ των, ώστε να τούς απασχολή εκείνο έντονα και ικανοποιητι­κά. Ο ηρωικός όμως αποτελεί ο ίδιος  κ έ ν τ ρ ο ν  τ ο υ  ε α υ ­τ ο ύ  τ ο υ,  ελεύθερος εις την απομόνωσίν του, αριστοκρατικός με την απόστασιν εις την οποίαν κρατεί τούς άλλους, απτόητος με το θάρρος της προσωπικής του γνώμης και της προσωπικής του ευθύνης, υπερήφανος μέσα εις το άβατον τέμενος της μο­ναξιάς του. Δι' αυτό δεν καταδέχεται να φθονή, μήτε να παρα­βγαίνη με τούς άλλους· δεν χρειάζεται να βεβαιώνη εις τον εαυτόν του μ' αυτό το μέσον, με την εξωτερικήν αναγνώρισίν του δηλαδή, την υπεροχήν του.
     Πουθενά δεν φαίνεται περισσότερον η  υ π ε ρ η φ ά ν ­ε ι α  του ηρωικού ανθρώπου, παρά εις τον τρόπον που δι­εξάγει τους λεγομένους αγώνας ιδεών. Δεν αποβλέπει ποτέ εις το να νικήση. Τι θα ειπή να νικήση; Να δεχθούν τας απόψεις του; Συμφορά! Ο ίδιος ξέρει τι τού εστοίχισεν ως που να κατα­λήξη εις αυτάς, τι  τ ό λ μ η  εχρειάσθη - sapere aude, λέγει ο αρχαίος ποιητής - τι εσωτερικήν  ω ρ ί μ α ν σ ι ν  προϋποθέτει. Έτσι, ανησυχεί μάλλον παρά ποθεί εκείνον, που θα τας δεχθή κατ' επιταγήν ή ως προϊόν μιας συντόμου συζητήσεως.

     Διά ν' αποκτήση μήπως  ο π α δ ο ύ ς;  Είν' αληθές, ότι πολλοί αισθάνονται την ανάγκην να κάνουν προπαγάνδαν διά τας ιδέας των, σαν να φοβούνται, ότι δεν θα είναι ορθαί, αν δεν τας ανεγνώριζαν και άλλοι, κατά το δυνατόν πολυαριθμότεροι. Αλλ' εκείνος γνωρίζει, ότι σημασίαν δεν έχει το περιεχόμε­νον των ιδεών ενός ανθρώπου, αλλ' η ψυχική δύναμις με την οποίαν τας κατέκτησε και τας κατέχει. Όχι το  τ ι  πιστεύεις, αλλά το  π ώ ς  πιστεύεις ό,τι πιστεύεις. Ότι τας θεμελιώδεις, τας ζωτικάς πεποιθήσεις σού ρυθμίζει κατά βάθος η μοίρα σου, όχι τανάπαλιν. Και η μοίρα σου είναι κάτι απολύτως προσωπι­κόν· δεν ημπορείς μήτε να το δανεισθής, μήτε να το δανείσης. Έπειτα τι σημαίνει διά τον ηρωικόν άνθρωπον ο αριθμός; Εκείνος θέλει, και ως πνευματικός άνθρωπος ακόμη, να εργάζεται, όχι να συνεργάζεται· είναι ανδρικώτερον...
     Έτσι κι όταν υπερασπίζη τας απόψεις του, δεν το κάνει διά να τας επιβάλη· αλλά διά να μείνη οποίος είναι. Και ακρι­βώς το να είναι οποίος είναι, αποτελεί εις τα μάτια των άλλων πολλάκις, αυτό και μόνον, πολεμικήν. Η ύπαρξίς του και μόνη εξεγείρει το μίσος· αρκεί να περιγράφη απλώς πώς είναι, και προκαλεί αντιπάθειαν· τόσον μεγάλον μέρος από το μέλλον αντιπροσωπεύει! Διότι το μέλλον είναι σκοτεινόν, και είν' ολίγοι που δεν φοβούνται το σκοτάδι, οι πολλοί το φοβούνται, και ο φόβος των παίρνει πολλάκις την μορφήν αντιπαθείας.

     Κι όμως σπείρει άφθονα τα γεννήματα του νου του. Τα σπείρει, διότι δεν ημπορεί να κάνη διαφορετικά· όπως το δέν­τρον που τινάζει τούς καρπούς του σαν ωριμάσουν, είτ' ευρί­σκοντ' αποκάτω είτε όχι αυτοί που θα τούς είναι χρήσιμοι. Έ­τσι κι ο ηρωικός άνθρωπος: διδάσκει, παρασυρόμενος από την πίστιν του· ομιλεί περί αυτής, υποκύπτων εις την εσωτερικήν ορμήν ν' ανακοινώση -όχι ν' ανακοινώση·  ν α  τ ρ α γ ο υ δ ή σ η  μάλλον, την χαράν του και τους θησαυρούς του- να φωνάξη την αγάπην του, και διαβεβαιώνει κάθε φοράν το αγαπημένον του πρόσωπον πόσον τ' αγαπά, όχι διά να το πείση ούτε διότι φαν­τάζεται πως αμφιβάλλει, αλλά μόνον διότι ευχαριστείται ο ίδιος κάθε φοράν να τ' ακούη. Έτσι και ο ηρωικός άνθρωπος: είτε προφορικώς αναπτύσσει προς ένα κοινόν, είτε γράφει, κατά βάθος είν' ο ίδιος ακροατής και αναγνώστης του εαυτού του. Ομιλεί ενώπιον των άλλων, διά ν' ακούση ο ίδιος την φωνήν του δυνατώτερα, διαυγέστερα, συνειδητότερα.

     Υπερήφανος είναι, όχι εγωιστής. Δι' αυτό σπαταλά τον εαυτόν του. Η ευτυχία του είναι  ν α   δ α π α ν ά,  ακριβέστε­ρον ακόμη:  ν α   δ α π α ν ά τ α ι.  Ανεξάντλητος όπως είναι, δεν ξέρει αριθμητικήν. Είναι τόσον πλούσιος, ώστε θ' αναπλη­ρώση εύκολα (το ξέρει) κάθε ζημίαν· προς τι λοιπόν να την υπο­λογίζη; Υπολογίζει ο πτωχός· ο πλούσιος κλείνει τα μάτια, απλώνει το χέρι, και σκορπά... Όσα και να σκορπίση, πάντοτ' εκ του περισσεύματος θα είναι.
     Εκ του περισσεύματος αντλεί κι η μεγαλοδωρία του ηρωικού ανθρώπου. Αφρόντιστα και αδίστακτα σπαταλά τα πλούτη του, την δραστηριότητά του, την υγείαν του, την ρωμαλεότητα της ψυχής και του νου του. Σκορπά την αγάπην του χωρίς ανταλλάγματα, έτοιμος να πληρώση εκείνους που θα θελήσουν να την δεχθούν. Σκορπά τας συγκινήσεις, τους ενθουσιασμούς και την φλόγα, τα κάλλη και τα ρίγη της ψυχής του και είναι τόσον πολλά τα πολύτιμ' αυτά πετράδια, ώστε ο πτωχός και ο κακός υποπτεύουν πως θα πρέπει κίβδηλα να είναι· ειδεμή, θα τα εμοίραζεν έτσι, τόσον αμέριμνα, τόσον αλύπητα; Σκορπά του νου του τα γεννήματα, που είναι δι' αυτόν βιώματα ψυχής, χωρίς να κατοχυρώνη συγγραφικώς την πατρότητά των, να έτσι σαν τον ήλιον που ακτινοβολεί παντού το φως του. Κι ο ήλιος δεν έχει μετρητήν του φωτός· έχουν αι ηλεκτρικαί εταιρείαι μόνον.

     Και είν' η χαρά του να σκορπά: όλα τ' αγαθά της γης τα εκτιμά όχι ως  κ τ ή μ α τ α,  αλλ' ως  χ ρ ή μ α τ α  (με την αρχαίαν σημασίαν της λέξεως εκ του χρώμαι), ως δαπανήματα δηλαδή. Ή μάλλον πιστεύει πως αγαθά δεν είναι·  γ ί ν ο ν τ α ι  αγαθά, αφ' ης στιγμής και εφ' όσον δαπανώνται.
     Εις την εργασίαν καθυποβάλλεται με ανεπιφύλακτον προ­θυμίαν. Την δέχεται αυτονόητα και χαρωπά, αφού είναι κάτι βαρύ και δύσκολον, αφού ζωή σημαίνει δι' αυτόν δράσις και κά­ματος. Εργάζεται από την επιθυμίαν να χρησιμοποιή τας δυνά­μεις του σώματος και της ψυχής εις έργα δύσκολα, εργάζετ' αισθητικώς, καθώς ένας αθλητής.
     Το ίδιον και εις την πνευματικήν του εργασίαν: Δεν μελετά διά να γράψη ένα βιβλίον - η σκέψις είναι δι' αυτόν κάτι που το ζη, όχι κάτι που το γράφει - ή διά να επιτύχη εν αξίωμα. Μέσα του θέλει να πλουτίση, να πλουτίση ακόμη με την χαράν που δί­δει ένα δύσκολον ζήτημα. Προχείρως έτσι σκορπά ένα πλήθος προσωπικών στοχασμών (προσωπικών και όταν έχη απ' άλλους λάβει την αφετηρίαν της σκέψεως), που ένας άλλος θα επροφύ­λασσε ζηλοτύπως. Μα ο ηρωικός άνθρωπος αγνοεί την ζηλοτυ­πίαν.
     Κι είναι φυσικόν· αφού διατηρεί ζωντανά και καθαρά τα χαρίσματα του γνησίου αριστοκράτου: την μοναξιά του, το αίσθημα της ανεπιμειξίας, το θάρρος και την ικανότητα προς πε­ριφρόνησιν, τας μακροχρονίους αφοσιώσεις, την αρχοντικήν μεγαλοδωρίαν. Προ παντός το αίσθημα της προσωπικής τιμής, ενώπιον της οποίας όλα τ' άλλα, πλούτος και μόρφωσις, εξουσία και υγεία, είν' ένα μηδέν.

     Η ζωή ενός ανθρώπου, καθώς αυτού που περιέγραψα, δεν ημπορεί παρά να είναι  σύντομος. Σύντομος όχι πάντοτε με την κοινήν σημασίαν· ημπορεί κάποτε να ζήση και πολλά χρό­νια, αλλά πάντα θα είν' ολίγα, σχετικώς με την πλησμονήν της ζωτικότητός του. Άλλωστ' η ηλικία είναι κάτι σχετικόν· δεν μετρείται πάντως με την διάρκειαν, με το περιεχόμενόν της μετρείται. Είν' έννοια ηθική, όχι αστρονομική.
     Συνήθως όμως είναι σύντομος και υπό την συνήθη χρήσιν της λέξεως. Σύντομος, διότι ο ηρωικός άνθρωπος περνά ολόκληρον την ζωήν του εις το πολυκίνδυνον μέτωπον του πολέμου. Σύντομος διότι πάντοτε είναι, από την μοίραν του και μόνην οδηγούμενος, ε ρ α σ ι θ ά ν α τ ο ς.
     Βαδίζει προς τον θάνατον όχι διά ν' αναπαυθή, όχι διότι εβαρέθηκε την ζωήν, όχι διότι εδειλίασεν ενώπιον αυτής, όχι από μαρασμόν και εξάντλησιν των δυνάμεών του. Ο ηρωικός άνθρωπος δεν  υ φ ί σ τ α τ α ι  τον θάνατον. Δι' αυτόν και ο θάνατος ακόμη δεν είναι  π ά σ χ ε ι ν,  είναι  π ρ ά τ τ ε ι ν.  Είναι η τελευταία πράξις, με την οποίαν επισφραγίζει όλας του τας άλλας πράξεις. Τούς δίδει αυτή το νόημα· διότι και η Ζωή όλη είναι μία διαρκής αρχή, και η αρχή το νόημά της αντλεί από το τέλος, του οποίου είν' η αρχή. Και είναι το τέλος ο θάνατος, αλλά και η τελείωσις.

     Αλλ' ο πληθωρισμός της ζωής είναι τόσος μέσα του, ώστε και ο θάνατός του δεν είν' εκμηδένισις πλέον. Μεστώνει από περιεχόμενον, από ηθικήν αναγκαιότητα, πλημμυρίζει από την χαράν και την ωραιότητα μιας τελευταίας νίκης - παρόμοια με τον ήλιον, ο οποίος, κλίνων προς την δύσιν, ενδύεται την πορ­φυράν του μεγαλοπρέπειαν.
     Αν θα είν' εκούσιος ο θάνατος ή ακούσιος, δεν έχει σημα­σίαν. Διά τον ηρωικόν άνθρωπον ο θάνατος είναι πάντοτ'  ε ­κ ο ύ σ ι ο ς,  αφού ο δρόμος, που συνειδητά εδιάλεξε και βαδί­ζει, μοιραίως και αναγκαίως οδηγεί προς τα εκεί. Άλλωστε δια­λέγει συνήθως ο ίδιος τον θάνατόν του και την ώραν του, με την εσώψυχον πίστιν ότι δικαίωμά του απόλυτον είναι: Αν θέλης να γεννηθής και πότε θέλεις να γεννηθής, δεν εξαρτάτ' από την συγκατάθεσίν σου· το να φύγης όμως από την Ζωήν και πότε να φύγης, αυτό αφήκεν ο Θεός εις την ιδικήν σου, την υπεύθυνον διαγνώμην. Και είναι βαρεία και δύσκολος αυτή η ευθύνη - διά τούτο και η ορμή προς αυτοσυντηρησίαν είναι τόσον ισχυρά.

     Αλλ' εκούσιος ή ακούσιος ο θάνατος του ήρωος, είναι πάντοτε μία έκρηξις ηφαιστείου. Να έτσι εξαφνικά σπα το δο­χείον της ζωής του, συντρίβεται και συντρίβει όλα γύρω του, φλέγεται και φλέγει, φωτίζεται και φωτίζει - και τρομάζουν οι δειλοί και ταπεινοί και φθονεροί. Οργή Κυρίου...

1 σχόλιο:

Η ομάδα του Κοινού Παρονομαστή δίνει την ευκαιρία στον καθένα να εκφραστεί ελεύθερα χωρίς ύβρεις και προσωπικές αντιπαραθέσεις
Οι απόψεις, θέσεις του συγγραφέα- αρθρογράφου δεν υιοθετούνται απαραίτητα από την συντακτική ομάδα του Κοινού Παρονομαστή
Σχόλια που δεν θα είναι σύμφωνα με το πνεύμα της ομάδος διαχείρισης δεν θα προβάλλονται
Ομάδα Κ.Π