Ποιος είναι ο σκεπτόμενος; Οι δάσκαλοί μας μάς δίδαξαν, ότι σκεπτόμενος είναι εκείνος που παρατηρεί, που παρακολουθεί μετά προσοχής, εκείνος, ο οποίος, κατά μίαν έννοια κατασκοπεύει. Επίσης είναι αυτός, που προσέχει, που εξετάζει, που ερευνά, που διερευνά. Είναι αυτός ο οποίος ενεργοποιώντας τον νού του θεωρεί και εφιστά την προσοχή, την διάνοιά του σε κάτι. Είναι αυτός, που παρατηρεί μετά σκέψεως και που λαμβάνει υπ’ όψη του τα δεδομένα. Είναι αυτός, που διαλογίζεται, που συλλογίζεται, που στοχάζεται, που βασανίζει ένα παρατηρούμενο στοιχείο μέσα στην και από την διάνοιά του. Είναι αυτός, που κρίνει, που συμπεραίνει, που νομίζει, που υπολογίζει ότι ένα πράγμα έχει ούτως ή αλλέως. Είναι αυτός, που προνοεί, που εκ των προτέρων συλλογίζεται, ότι μία κατάσταση, έτσι όπως εξελίσσεται θα οδηγήσει σε κάτι. Είναι αυτός, που παρασκευάζει μία ιδέα ή μία πράξη
σαν απόρροια μιας ειδημοσύνης. Είναι αυτός, που προσχεδιάζει ένα μέλλον για
τον εαυτό του ή για την συλλογική κοινότητα
στην οποία ανήκει. Είναι αυτός, που ετοιμάζει ένα αύριο, που θα περιέχει
θετικές εκβάσεις για τον ίδιο και την κοινωνική ομάδα στην οποία
συμπεριλαμβάνεται. Σκεπτόμενος τελικά, είναι ο κάθε άνθρωπος, που έχει κατά νού
να λειτουργεί τον νού του, ώστε να πορευτεί στον χώρο και στον χρόνο με τις καλύτερες
προϋποθέσεις ενός εγγυημένου, ασφαλούς και ευτυχούς μέλλοντος.
Και ποιος είναι ο διανοούμενος; Εδώ τα πράγματα γίνονται
περίπλοκα. Το να αποφαινόμεθα, ότι διανοούμενος είναι ο σκεπτόμενος, τότε
περιπίπτουμε στην χορεία των απλοποιητών. Και το λέμε αυτό, διότι για τον
διανοούμενο είναι βέβαιον, ότι θα συναντήσουμε μία ποικιλία διατυπώσεων, οι
οποίες διατυπώσεις μπορεί και να είναι ασύμβατες με την παραδοσιακή
ερμηνευτική.
Κατά τον Pisarev διανοούμενος είναι μία κριτικά σκεπτόμενη
προσωπικότητα. Κατά τον Turgenev είναι αυτός, που αμφισβητεί όλες τις
παραδοσιακές αξίες εν ονόματι της λογικής και της προόδου, ο μηδενιστής. Κατά
τους αριστερούς Alexis de Tocqueville και Carl Marx, διανοούμενος είναι
εκείνος, ο οποίος αρχικά ανήκε στην αστική τάξη και στην συνέχεια προσκολλήθηκε
στην εργατική τάξη με αποστολή να διαμορφώσει τις ιδέες του μαρξισμού.
Ιστορικά ο διανοούμενος εθεωρείτο φορέας πολιτισμού στην
κοινωνία του. Μάλιστα, κατά τον Coleridge διανοούμενος σήμαινε τον υπέρμαχο των
ανθρωπιστικών αξιών, ο οποίος σαφώς προήρχετο από την τάξη των λογίων, οι
οποίοι προστάτευαν την παράδοση και την μάθηση από τα λαϊκά πάθη και την
πολιτική της καθημερινότητας, δηλαδή την εκμετάλλευση των αφελών από τους
επιτηδείους.
Σήμερα δεχόμεθα με επιφύλαξη, ότι διανοούμενος είναι ο
θεματοφύλαξ των παραδόσεων, της δημιουργικής και κριτικής σκέψεως, επί των
«κανονιστικών» προβλημάτων της κοινωνίας, ως επίσης και στην προσπάθεια των
ατόμων να μείνουν προσκολλημένα επάνω σε κάποια σύμβολα, τα οποία εκπέμπουν
σημαντικά μηνύματα, πέραν από τα τετριμμένα, που εξυπηρετούν ιδιοτέλειες και
λοιπά συμφέροντα ατομικά.
Στην κοινωνική πράξη, ωστόσο έχουμε το φαινόμενο, κάποιος να
δηλώνει διανοούμενος και να καταγράφεται σαν διανοούμενος, με τον περιορισμό,
ότι το να δηλώνεις διανοούμενος είναι απασχόληση μη βλαπτική στο κοινωνικό
σύνολο και με τον πρόσθετο όρο, ο δηλώνων να έχει το στόμα του κλειστό. Από την
στιγμή, που θα ανοίξει το στόμα του αρχίζει πλέον να καταγράφεται ο βαθμός
πνευματικότητας, διεισδυτικότητας του νού και δυνατότητας αρωγής στην
προσπάθεια του συνόλου για την εθνική συνοχή, τις αξίες, τις αρετές και το
εθνικό αύριο.
Ο διανοούμενος γνωρίζει, ότι κανένα κράτος δεν μπορεί να
επιζήσει πολύ χωρίς την υποστήριξη της κοινής γνώμης. Η υποστήριξη αυτή δεν
είναι απαραίτητο να είναι ενεργός. Η εγκαρτέρηση αρκεί. Αυτή την εγκαρτέρηση,
δηλαδή την παθητική υπομονή θα μπορούσε να συστήσει ο διανοούμενος στην κοινή
γνώμη, όταν, πρώτος αυτός ενεβάπτιζε την συνείδησή του μέσα στην κολυμβήθρα του
εθνικού συμφέροντος και ελάμβανε την αναγνώριση και την ηθική υποχρέωση, ότι η
διανόησή του οφείλει να του υποδείξει ταξιθέτηση και συμπαράταξη στο πλαίσιο
ενός εθνικού προσανατολισμού και όχι σε ένα όχημα προσωπικών ωφελημάτων, το
οποίον κατά τεκμήριον είναι εθνοβλαβές.
Και για να έλθουμε στην Ελληνική πραγματικότητα, θα πρέπει
να ξεκινήσουμε διερωτώμενοι για όσους σκέπτονται και για όσους διανοούνται εάν
αυτοί κέκτηνται δυνατής και ευσυνειδήτου φωνής, ώστε να ακουστούν, όχι από τους
εξουσιάζοντες αλλά από την κοινή γνώμη και οι οποίοι να εισηγούνται τρόπους για
μία θεόπνευστο και ελπιδοφόρο εθνική πορεία. Και τούτο, διότι οι πολιτικοί
κανόνες και η επίφαση των νόμων έχουν περιάγει την ζωή των Ελλήνων στην σφαίρα
της ασάφειας με τα γνωστά φαιά χαρακτηριστικά. Αυτή η συμβατική σφαίρα κρατά σε
εθνοπνευματική αιχμαλωσία όλους όσους ατολμούν να σκεφτούν και οι οποίοι
δέχονται με παθητικότητα ό,τι η ηγεσία αποφασίζει, αφού η ηγεσία αυτή είναι
προϊόν της δικής των επιλογής.
Αυτή η απορρύθμιση της κοινωνίας αποτελεί και το εναυσματικό
ερέθισμα, που ενεργοποιεί την κοινή γνώμη για να προσδιορίσει και τους
παράγοντες που συμβάλλουν στην απορρύθμιση. Και σαν τέτοιοι σημαντικοί
παράγοντες θεωρούνται, ότι είναι οι διανοούμενοι.
Βεβαίως η κοινή γνώμη, το μόνο, που διεξέρχεται επιτυχώς με
την δική της λογική είναι να αναγνωρίζει τους ανθρώπους, που νιώθουν σωστά αλλά
μη έχοντας το χάρισμα του λόγου δεν έχουν την δυνατότητα να ενεργοποιήσουν την
κοινή αίσθηση. Οι απλοί άνθρωποι έχουν μεν το αίσθημα αλλά δυσκολευόμενοι να το
εκφράσουν δεν μπορούν να κατευθύνουν την κοινή γνώμη.
Οι άλλοι όμως, που ρητορεύουν χωρίς εθνική ανησυχία δεν
βρίσκονται στο πλευρό τής αναξιοπάσχουσας κοινωνικής ομάδας. Χωρίς την δυσκολία
μιας μακροχρόνιας αναζητήσεως αυτοί θα εντοπισθούν σε θέσεις διακεκριμένες.
Παραδείγματος χάριν στο κοινοβούλιο, σε δημόσιες ή μη επιχειρήσεις μειζόνων
συμφερόντων κλπ.
Όλοι αυτοί, οι παραπάνω έχουν τον τρόπο τους να
επιστρατεύουν αρωγούς για την εξυπηρέτηση των επιδιώξεών τους. Και ο τρόπος
είναι κατανοητός. Είναι απλός. Είναι η υποστήριξη εκ μέρους των όσων
«διανοουμένων» είναι «ικανοί» να «υμνήσουν» τους εξουσιαστές με τον πνευματικά
επικυρωτικό τους γραπτό και προφορικό λόγο. Και σαν αντιπαροχή υπάρχει η
υποστήριξη προς τους «διανοουμένους» αυτούς, η οποία ουσιαστικά είναι υλική και
η οποία βεβαίως αναλύεται σε προστατευτική, καθεστωτική, διαρθρωτική,
εξυψωτική, καθιερωτική και κατά πάσαν έννοια συνεκδοχική του «δημοκρατικού»
σχήματος που προνοεί ότι «το ένα χέρι νίβει τα’ άλλο…».
Κάτω από τέτοιες συνθήκες αλληλοϋποστηρίξεως εξουσίας και
λειτουργών του παρατρόπου πνεύματος, η κοινή γνώμη δεν αντιλαμβάνεται, ότι
διατελεί υπό καθεστώς μιας αόρατης και άυλης δικτατορίας. Το μέσον επιβολής
αυτής της υπούλου περιαγωγής είναι πανταχού παρών για να επιρρωνύει το
επιδιωκόμενο από τους εξουσιαστές status quo. Είναι τα media με προεξάρχουσα
την τηλεόραση. Αυτή η συσκευή είναι ο δούρειος ίππος, το δέλεαρ, η ενέδρα.
Είναι η παγίδα, όπου θα πέσουν μέσα οι μη σκεπτόμενοι. Η τηλεόραση. Αυτός
ο εχθρός που βρίσκεται μέσα στο σπίτι του καθενός μας ο οποίος αποφεύγει να
κάνει συνετή την χρήση της. Είναι το όπλο του εξουσιαστού.
Η κοινή γνώμη εμπρός στην τηλεόραση καταδικάζεται σε
αποχαύνωση, σε άνοια, σε νωθρότητα, σε μωρία, σε πνευματική τύφλωση και σε
ψυχική και σωματική παράλυση.
Δυστυχώς η κοινή γνώμη δύσκολα αντιλαμβάνεται, ότι το
καθήκον των ανθρώπων του πνεύματος είναι να καταγγέλλουν δημοσίως και να
προκαλούν την επέμβαση της δικαστικής εξουσίας. Να συνεγείρουν τους μηχανισμούς
επανατάξεως για ό,τι είναι σε θέση να επισημάνουν και που ανάγεται σε ανομία,
κακοήθεια, και κοινωνική αναλγησία εκ μέρους ατόμων, ομάδων και συγκροτημάτων
πολιτικο-οικονομικών συμφερόντων και που όλοι αυτοί και αυτά τα διαβρωτικά
επιτηδεύματα ναρκοθετούν τον κοινωνικό βίο και οδηγούν την χώρα σε παρακμή με
την δυσοίωνη προοπτική του εθνικού αφανισμού.
Ας μη ξεχνούμε, ούτε να παραβλέπουμε, ότι ο επιβουλευόμενος
την Αγία Ελληνική γη -που φιλοξενεί τα οστά ηρώων προγόνων- με τον όποιο μανδύα
δεδηλωμένου εχθρού ή ασπόνδου «συμμάχου» είναι εκεί. Μας παρατηρεί. Μας μελετά.
Μας βαθμοθετεί. Μας ζυγίζει. Και θα κάνει χρήση της ισχύος του. Και αν άλλοι
παράγοντες μας θανατώσουν, τότε θα επιπέσει σαν ύαινα για να μας ξεκοκαλίσει!
Είναι εκεί. Έτοιμος!
Η κατάντια της σημερινής μας πατρίδας δεν οφείλεται σε
λόγους οικονομικούς. Αν σκεφτούμε, με τον τρόπο, με τον οίον ο σκεπτόμενος
περιγράφεται στην αρχική παράγραφο του δοκιμίου μας θα ανακαλύψουμε με θλίψη,
τα συστατικά της εθνικής μας καχεξίας. Ας αναφέρουμε μερικά. Η παιδεία μας.
Έχει αποπροσανατολισθεί. Η Ιστορία μας. Έχει παραποιηθεί. Η πολεμική μας αρετή.
Έχει χλευασθεί. Οι ένοπλες δυνάμεις. Έχουν τρωθεί. Η όποια πίστη μας. Έχει
αμβλυνθεί. Οι εθνικές μας αξίες. Έχουν μηδενισθεί. Παράλληλα η διαφθορά σε όλα
τα επίπεδα της δημοσίας διοικήσεως έχει διογκωθεί, ο καταναλωτισμός μας έχει
θρησκευτικοποιηθεί και η απληστία μας για την κατάκτηση του υπεσχημένου Eldorado
έχει υπερβεί κάθε ανθρωπίνως λογικό όριο.
Εφόσον όμως σκέπτεσαι, τότε κάτι οφείλεις να κάνεις.
Δημοκρατικά. Πνευματικά. Και αποφασιστικά. Να επιτεθείς στις εκπεπτωκυίες
συνειδήσεις. Να προσβάλλεις την πολιτική αναξιότητα. Να αγνοήσεις την
πλαγίως έλκουσα πολιτική ορθότητα. Να στρατεύσεις τους ομοεθνείς σου, οι οποίοι
αποδεσμευόμενοι από κάθε εκλογική έννοια και πελατειακή εξάρτηση να κινηθούν
μαζί σου έχοντας σαν χάρακα δράσεως τις αξίες, που ορίζουν την εθνική συνέχεια.
Το να αδιαφορείς για τα τεκταινόμενα στο άμεσο περιβάλλον
σου είναι σαν να θέτεις την υπογραφή παραδόσεώς σου στο στρατόπεδο των
πνευματικών αιχμαλώτων των όσων επιτηδείων και ανθελληνικώς σκεπτομένων.
Σκέψου λοιπόν. Μην αδιαφορείς. Σκέψου τον τρόπο με τον οποίο
θα συνεγείρεις την εθνική συνείδηση στο οιουδήποτε μεγέθους περιβάλλον σου.
Σκέψου, ότι ο καταναλωτισμός είναι μία φθοροποιός κουλτούρα, που έχει επιβληθεί
στα σκοτεινά διαμερίσματα της συνειδήσεώς μας. Σκέψου, ότι τα πολιτικά κόμματα
έχουν μεταβαπτισθεί σε μακρύ χέρι των χρηματοοικονομικών συμφερόντων. Σκέψου το
πώς μπορείς να προβάλλεις την συλλογική εθνική προσπάθεια. Σκέψου, ότι τα
ευρωπαϊκά πακέτα αποσκοπούν στην ανάπτυξη και όχι σε ψηφοθηρικές χορηγίες.
Σκέψου την αχρειότητα εκείνων, οι οποίοι κερδίζουν την στιγμή, που η πατρίδα
ψυχορραγεί. Σκέψου, ότι εκεί, που διαστρεβλώνεται η διδασκόμενη στα σχολεία
Ιστορία, υπακούοντας σε κομματικές σκοπιμότητες, τότε η ελπίδα σωτηρίας μας
εγκαταλείπει δια παντός. Σκέψου, ότι η ομαδική κατάθλιψη και η οργή οδηγούν σε
πράξεις απονενοημένες. Σκέψου, ότι η ελληνική αναγέννηση στηρίζεται στον θάνατο
της μέχρι σήμερα υιοθετηθείσας «λογικής».
Του Υποστρατήγου ε.α. Κωνσταντίνου Αργυροπούλου
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Προβληματισμοί τεύχος 69
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η ομάδα του Κοινού Παρονομαστή δίνει την ευκαιρία στον καθένα να εκφραστεί ελεύθερα χωρίς ύβρεις και προσωπικές αντιπαραθέσεις
Οι απόψεις, θέσεις του συγγραφέα- αρθρογράφου δεν υιοθετούνται απαραίτητα από την συντακτική ομάδα του Κοινού Παρονομαστή
Σχόλια που δεν θα είναι σύμφωνα με το πνεύμα της ομάδος διαχείρισης δεν θα προβάλλονται
Ομάδα Κ.Π