Χρονογράφημα Του Συνεργάτη μας Φοίβου Ιωσήφ
Πρώτη μου
φορά άκουσα αυτή την λέξη από τον φίλο μου οδοντίατρο Γιάννη Γεροθανάση του
οποίου την εμπειρία σας μεταφέρω σήμερα.
Θέλησε ο
Γιάννης να κάνη μία πορεία με τά πόδια στο πρώτο πόδι της Χαλκιδικής και
ξεκίνησε με την Μαρία να περπατάνε μέσα σε ένα κοντινό πυκνό δάσος από
πλατάνια, δρύς, πεύκα και άλλα φυτά δημιουργήματα
της
σπάταλης φύσης. Μέσα στό δάσος υπήρχαν τρίαινες σε δένδρα κατά την διαδρομή πού
έδειχναν τά μονοπάτια και την κατεύθυνση για να μην χαθή ο οδοιπόρος. Η πορεία
ήταν αναζωογονιτική, ευχάριστη και ευεργετική στο σώμα και την ψυχή. Ούτε
αυτοκίνητα, ούτε οσμές πετρελαίου, ούτε θόρυβος, το περιβάλλον όπως ήταν πρίν
πολλές εκατονταετίες, αγνό και παρθένο σαν ένα νιόβγαλτο κορίτσι. Σε κάποιο
σημείο της διαδρομής οι
τρίαινες
δείκτες έδειχναν δεξιά, εκεί ακριβώς όμως πού έβγαινες από το πυκνόφυτο δάσος,
ενώ αριστερά υπήρχε μία ταμπέλα πού δήλωνε αυστηρά και απόλυτα ‘’απαγορεύεται η
είσοδος-Υπουργείο Δικαιοσύνης’’.
Καμμία
μπάρα, κανένα συρματόπλεγμα όμως δεν εμπόδιζαν την πρόσβαση, ελεύθερη απολύτως
διάβαση. Δεν υπολόγισε το ζευγάρι την ταμπέλα και προχώρησε πάλι στα ενδότερα
του δάσους. Σε κάποια στιγμή διασταυρώθηκαν με έναν σφιχτοδεμένον άνδρα καμμιά
σαρανταπενταριά χρονών πού έτρεχε γυμναζόμενος.Τούς προσπέρασε για λίγο κι
ύστερα τους φώναξε από πίσω: Χαθήκατε, έ? Ξέρετε, εδώ απαγορεύεται να περπατάτε
γιατί είναι τά όρια της φυλακής της Κασσάνδρας,
είναι γεμάτη από βαρυποινίτες. Σταμάτησε για λίγο το λόγο, πήρε μια
ανάσα και συνέχισε, κι εγώ βαρυποινίτης είμαι κι αν θέλετε ελάτε λίγο στο
κατάλυμά μας, θα μας δώσετε χαρά. Προχώρησαν μαζί και έφθασαν σε ένα μικρό σπιτάκι. Εδώ μένουμε
τους είπε εγώ κι άλλοι πέντε κρατούμενοι,βαρυποινίτες όλοι. Εμείς εδώ λεγόμαστε
‘’Λογοτιμήτες’’ και η πολιτεία μας έχει δώσει
την δυνατότητα
να ζούμε ελεύθεροι μέσα στο δάσος και να εκτρέφουμε διακόσια γιδοπρόβατα με τά
προϊόντα των οποίων τρώνε οι φυλακισμένοι πού είναι μέσα στη φυλακή. Εγώ
προσωπικά συνέχισε, έμεινα στη φυλακή δεκα έξ χρόνια και τώρα βρίσκομαι στο
δάσος εδώ και δύο χρόνια. Μας ήλεγξαν καλά τόσα χρόνια, μας ζύγισαν, μας
μέτρησαν, μας φυλομέτρησαν την ψυχή κι ύστερα μας έδωσαν το προνόμιο να ζούμε
στο δάσος
σαν
ελεύθεροι άνθρωποι. Να μην απομακρυνόμαστε από αυτό, να μας μετράνε πρωί και
βράδυ, αλλά να ζούμε έξω από τον ψηλό τοίχο τής φυλακής. Εκεί είσαι
κρατούμενος, εδώ είσαι ένας ελεύθερος κατάδικος.
Χρησιμοποιείς
όσον αέρα θέλεις και τη ματιά σου δεν την σταματά καμμία μάντρα και κανένα
συρματόπλεγμα, είσαι ελεύθερος όπως τά δέντρα του δάσους, μπορείς να κάνεις ότι
και κείνα, να σταθείς και να εισπνεύσεις.
Οσοι ήρθαμε
εδώ δώσαμε λόγω τιμής πώς δεν θα δραπετεύσουμε και δε θα προδώσουμε την εύνοια
της Πολιτείας, και μέχρι σήμερα, όσοι πέρασαν επί σειράν ετών από δώ ούτε ένας,
όχι απλώς δεν δραπέτευσε αλλά δεν καθυστέρησε ένα λεπτό από το πρωϊνό και το
βραδυνό προσκλητήριο.
Φώναξε το
ζευγάρι των περιπατητών μας μέσα στό σπιτάκι για να τους δείξη το δωματιό
του.Ενα δωμάτιο λιτό και απέριτο, ένα κρεβάτι και μία καρέκλα φιαγμένα
αποκλειστικά από τά χέρια του κρατούμενου μέ ξύλα του δάσους . Υπήρχε και ένα
μικρό ψυγείο, μέσα σαυτόδροσίζονταν αναπαυτικά μισή κόκα κόλα και ένα
πορτοκάλι.
΄Οση ώρα
έμειναν εκεί ο Γιάννης και η Μαρία τά
μάτια των κρατουμένων κύταζαν χαμηλά, ούτε ένα βλέμα προς την γυναίκα
εμποτισμένο με την ελάχιστη υπόνοια πονηρής σκέψης. Ηταν ενήμεροι στα μέσα τους
πώς η
καλοσύνη
του Υπουργείου έπρεπε να τιμηθή στο ακέραιο. Και να φαντασθή κανείς πώς ήταν
στην ερημιά, πώς ήταν στερημένοι οργανισμοί. Ηταν πειθαρχημένοι, κόσμιοι,
πολιτισμένοι και έντιμα φιλικοί. Η ελευθερία
εκεί δεν
είναι αυτονόητη, είναι κατακτημένη με την λαμπρή συμπεριφορά, και την πίστη
στην έννοια της τιμής. Η τιμή πάει πρώτη καί η ελευθερία ακολουθεί πολυυύ πιο
πίσω, γι αυτό άλλωστε λέγονται και λογοτιμήτες.
Ο λόγος της
τιμής.
Στα λίγα
λεπτά πού έμειναν οι δικοί μας δεν αισθάνθηκαν κανέναν φόβο, αντίθετα τους
κυρίευσε το αίσθημα της φιλίας και της ασφάλειας. Ειχαν να κάνουν με
καταδικασμένους δολοφόνους, με ανθρώπους πού αφήρεσαν
ζωές, κι
όμως, οι συνθήκες, ο καταναγκασμός, η άλλη θεώρηση της ζωής και η ευκαιρία
τόσων χρόνων για ενδοσκόπηση τους είχε μεταμορφώσει. ΄Ολοι τους, όπως λέει και
ο Ντοστογιέφσκι, δεν πίστευαν πώς η φυλακή θα είναι η μόνιμη κατοικία τους για
πάντα και ονειρεύονται κάθε μέρα την στιγμή πού θα περάσουν επίσημα την πύλη
της φυλακής με το αποφυλακιστήριο στα χέρια. Σήμερα μπορούν άνετα να φύγουν
μέσα από το δάσος προς την ελευθερία χωρίς να δρασκελίσουν κανένα σύρμα και
κανέναν μαντρότοιχο, όμως, υπάρχει αυτό το σκληρό ‘’όμως’’ .Δεν θα είναι ένας
δραπέτης αλλά ένας άτιμος , και η τιμή βλέπεις εκεί είναι το όπλο του, όποιος
ρίχνει το όπλο είναι ριψασπις, είναι γελοίος και τιποτένιος. Δεκαοχτώ χρόνια
στη φυλακή για να βγής άτιμος και λιποτάκτης? έ, όχι δά, παραπάει, δολοφόνος
ναι, άτιμος όχι.
Ο κατάδικος
πού βρήκε τον Γιάννη και την Μαρία ήθελε κάτι να τους προσφέρει, αλλά δεν είχε
τίποτα, σε κάποια στιγμή όμως θυμήθηκε. Πίνεις τσίπουρο? λέει στον Γιάννη, και
βέβαι πίνω του απαντάει. Ε, τότε, πάρε αυτή την κάρτα και πήγαινε στη
Θεσσαλονίκη στο Θείο μου πού δίνει για μεζέ καρπούζι τουρσί, πές του από μένα.
Ηθελε κάτι να δώση στον άνθρωπο πού του στόλισε εκείνη την ημέρα τη ζωή, και
σαν κρατούμενος ξέρει καλά πώς τά στολίδια πού σου χαρίζουν έχεις υποχρέωση να
τά πληρώνης, έστω και με ένα καρπούζι τουρσί. Δεν έχει σημασία η αξία, σημασία
έχει να δίνης πίσω τη χαρά πού παίρνεις.
Να είναι
καλά κι ας είναι πρώην δολοφόνοι, οι λογοτιμήτες, όπως με βεβαιώνει ο Γιάννης,
είναι πλέον ‘’καθαροί’’, καί κυρίως, κρατάνε το λόγο τους
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η ομάδα του Κοινού Παρονομαστή δίνει την ευκαιρία στον καθένα να εκφραστεί ελεύθερα χωρίς ύβρεις και προσωπικές αντιπαραθέσεις
Οι απόψεις, θέσεις του συγγραφέα- αρθρογράφου δεν υιοθετούνται απαραίτητα από την συντακτική ομάδα του Κοινού Παρονομαστή
Σχόλια που δεν θα είναι σύμφωνα με το πνεύμα της ομάδος διαχείρισης δεν θα προβάλλονται
Ομάδα Κ.Π